Το έργο μας ξεκινά έχοντας ως επίκεντρο τον Μιχάλη που κατά κοινή ομολογία ήταν όμορφος άντρας, ψηλός, με πλούσια καστανόξανθα μαλλιά και όμορφα μελιά μάτια. (…) Όλη του η ζωή, τα τελευταία πέντε χρόνια, ήταν η νύχτα.
Όπως μας περιγράφεται στάθηκε τυχερός στη ζωή του, γιατί στα "πιστεύω" της μάνας του της Θάλειας συμπεριλαμβανόταν και το ότι η εργασία δεν είναι εξιλέωση, αλλά μια εφεύρεση της καπιταλιστικής ιδεολογίας, παίρνοντας από πάνω του την ευθύνη να εργαστεί για να ζήσει.
Άλλωστε δεν είχε ανάγκη από λεφτά καθώς ήταν τακτοποιημένος οικονομικά, ελέω του πατέρα του, Ευθύμη.
Ο αναπάντεχος χαμός της μητέρας του όμως τον βρίσκει μετά από λίγο καιρό να θέλει να φύγει για να κάνει τον γύρω του κόσμου. Το ταξίδι του διαρκεί αρκετό διάστημα κι όταν επιτέλους νιώθει πως έχει μαζέψει πια τις εμπειρίες που αναζητούσε, επιστρέφει στην Ελλάδα και συναντά μια διαφορετική κατάσταση από αυτή που άφησε: Όλοι του οι φίλοι έχουν τακτοποιηθεί, κάνοντας οικογένεια.
Σύντομα του ξυπνά μια επιθυμία που την είχε αφήσει στην άκρη, να κάτσει να γράψει για τα χρόνια της περιπλάνησής του ανά τον κόσμο.
Σύντομα του ξυπνά μια επιθυμία που την είχε αφήσει στην άκρη, να κάτσει να γράψει για τα χρόνια της περιπλάνησής του ανά τον κόσμο.
Στην ουσία όμως, αυτή ήταν μια επιδίωξη της δημιουργού του, της συγγραφέως που ονομάζεται Στεφανία και η οποία τον έπλασε ως χαρακτήρα του μυθιστορήματός της με βάση τα δικά της «Θέλω».
Την σκυτάλη του ενδιαφέροντος μας παίρνει η ίδια, όπου μαθαίνουμε για την ρουτίνα της και τους ανθρώπους που την περιτριγυρίζουν.
Σημαίνων πρόσωπα για την ίδια είναι πρωτίστως η κολλητή της φίλη, η σαραντάχρονη Μάρα με τις πλούσιες ερωτικές κατακτήσεις και κατόπιν ο πενηνταπεντάχρονος Γιώργος, ένας από τους τελευταίους πραγματικούς διανοούμενους όπως τον χαρακτήριζε.
Στη συνέχεια, η ροή της πραγματικής ζωής της Στεφανίας συνάδει και συγκλίνει πολλές φορές με του φανταστικού της ήρωα, Μιχάλη. Και μαζί μ’ αυτόν, μαθαίνουμε παράλληλα και νέες ιστορίες από τον κοινωνικό περίγυρο της επίδοξης συγγραφέως μας.
Αυτό συμβαίνει αρχικά με την γηραλέα κυρά–Αγγελική που της διηγείται ιστορίες της παλιάς Αθήνας και κατόπιν από όσα μαθαίνει η Στεφανία στα τετράδια ενός θείου της. Συγκεκριμένα, του πρόσφατα αποθανόντα μικρού αδελφού του πατέρα της πρωταγωνίστριάς μας, που ζούσε εξοστρακισμένος από το σόι του λόγω του ότι ήταν ομοφυλόφιλος.
Μέχρι τέλους βιώνουμε μια ιστορία πλασμένη ισόποσα με ευαισθησία και χιούμορ. Δίχως άλλο, η γραφή της Ελπίδας Στρατηγάκη είναι απολαυστική, περιγράφοντας με σεβασμό και κατανόηση ακόμη και γεγονότα ταμπού, δίχως χυδαιότητα ή υπερβολές.
Υπάρχουν πολλά και διαφορετικά σημεία στην πλοκή που θα σας δώσουν «τροφή για σκέψη». Μία από τις φράσεις της δημιουργού στην οποία «σκάλωσα» είναι και η παρακάτω: Το πρέπει πως μας τυραννάει…
Καλή σας ανάγνωση Φίλοι μου!
Το μυθιστόρημα της Ελπίδας Στρατηγάκη, Ένα σκούντημα χρειαζόταν, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Περισσότερα για το βιβλίο θα βρείτε εδώ.
Περισσότερα από/για την Ελπίδα Στρατηγάκη:
Οι έντονες, πλάγιες φράσεις στο κείμενο, είναι αποσπάσματα από το μυθιστόρημα «Ένα σκούντημα χρειαζόταν» από την Ελπίδα Στρατηγάκη, Εκδόσεις Βακχικόν, Δεκέμβριος 2016