Πολλοί το έχουν χαρακτηρίσει ακατάληπτο και κατ’ επέκταση αχαρακτήριστο. Είναι όμως έτσι; Αναπόφευκτα θα πρέπει να οδηγηθούμε στο καθ’ αυτό κείμενο, πέραν της παραστάσεως. Τόσο στο κείμενο έτσι όπως το έγραψε ο Μπέκετ και έχει μεταφερθεί στην γλώσσα μας, όσο και στο τι έχει ειπωθεί γύρω απ’ αυτό σε επίπεδο κριτικής και ερμηνείας, είτε στην θεατρική του αναπαράσταση, είτε όσον αφορά το βιβλίο. Κι ενώ στα ελληνικά η κριτική μπορεί εύκολα να σταχυολογηθεί, στα αγγλικά επί παραδείγματι, υπάρχουν ολόκληρα βιβλία ερμηνείας κ.λ.π. Ας δούμε λοιπόν τι θέλει να μας πει ο Μπέκετ με αυτό το έργο.
Στο Μπεκετικό έργο κυριαρχεί το «δεν», ήτοι το αρνητικό πρόσημο. Δεν υπάρχει δράση, έτσι όπως την έχουμε συνηθίσει. Ό,τι υπάρχει βρίσκεται στην απουσία, στην αντι-αξία και στο αντι-συναίσθημα. Το παράλογο υφίσταται εντός του έργου, και το έργο δεν κινείται στα πλαίσια αυτού. Η εγκλωβισμένη Γουίννυ ακινητοποιεί τον χρόνο, έως τον θάνατο. Δεν υπάρχει πουθενά η υποψία κάποιας αλλαγής. Γιατί τα πράγματα δεν αλλάζουν στον Μπέκετ. Αυτόχρημα αναδεικνύεται μια υπαρξιακή αγωνία, που ένεκα των παραπάνω καταλήγει σε μία βάσανο του να υπάρχεις. Με αποτέλεσμα αυτή η ύπαρξη να καταλήγει γεμάτη ενοχές. Κι όλα τα παραπάνω δοσμένα μέσα από σύμβολα που όμως τείνουν να εξαλειφθούν ή να μην γίνουν κατανοητά εξαιτίας μιας γλώσσας τόσο απλής και καθημερινής, που αυτή η απλότητα την κάνει να φανεί σαν λόγια του αέρα. Και τι μένει στο τέλος απ’ όλ’ αυτά;
Μα μόνο η συνείδηση αυτής της ανθρώπινης ύπαρξης. Μια συνείδηση που συνεχώς αγγίζει τα όρια την ύπαρξης. Τόσο απλά λεκτικά μα και τόσο βαθιά ψυχικά. Μιας ανθρώπινης ύπαρξης τόσο έρημης και μόνης που μόνο θλίψη μπορεί να μας φέρει. Πλην όμως, αυτά στο θεατρικό σανίδι δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από μια παγίδα. Μια παγίδα που την αντιλαμβανόμαστε μόνο όταν εγκαταλείψουμε την παράσταση. Και αυτό που μας μένει στο τέλος δεν είναι τίποτα παραπάνω απ’ το τίποτα. Διότι αυτή η αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης καταλήγει στο τίποτα, όπως κι η ανθρώπινη ύπαρξη. Όσο, δε, της λείπει και η πίστη, τόσο θα παραμένει μια αγωνία.
Στο ζητούμενο τώρα. Κατάφερε η παράσταση να μας αποδώσει όλα τα παραπάνω; Που, αδιαμφισβήτητα, είναι πάρα πολύ δύσκολα; Προσωπικά έχω παρακολουθήσει όλες τις Ευτυχισμένες Μέρες που έχουν ανέβει την τελευταία δεκαετία, εξαιρουμένης εκείνης της παράστασης με την κ. Φιλιππίδου. Καμία δεν κατάφερε να αποδώσει όλα τα παραπάνω, σε αντίθεση με αγγλικές παραστάσεις του ιδίου έργου που έχω δει και τα έχουν πάει περίφημα. Δεν γνωρίζω τι μπορεί να φταίει. Αυτό που γνωρίζω είναι πως η τελευταία αποτελεί πράγματι μια φιλότιμη προσπάθεια να αποδοθεί ένα μεγάλο μέρος των ανωτέρω και γι’ αυτό και μόνο θα την χαρακτήριζα αρκούντως επιτυχημένη.
Τέλος δεν κατάλαβα πως μπορεί να συνάδει ο σωρός με τα βιβλία που είναι πνιγμένη η Γουίννυ σ’ αυτήν την παράσταση, με όλα τα παραπάνω.
Δηλώνω πάντα ερασιτέχνης και φανατικός θεατρόφιλος.
Αθ.Λι-ος
Συντελεστές:
Συγγραφέας: Σάμιουελ Μπέκετ
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
Δραματουργία: Νίκος Φλέσσας-Σύλβια Λιούλιου
Σκηνικά-κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Επιμέλεια κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Ηχητική σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης
Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Άγγελος Σκασίλας
Στο BIOS (Πειραιώς 84, Γκάζι, 2103425335) κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21:00
Συγγραφέας: Σάμιουελ Μπέκετ
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
Δραματουργία: Νίκος Φλέσσας-Σύλβια Λιούλιου
Σκηνικά-κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Επιμέλεια κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Ηχητική σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης
Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Άγγελος Σκασίλας
Στο BIOS (Πειραιώς 84, Γκάζι, 2103425335) κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21:00