«Παλιέ μου φίλε, τι γυρεύεις; Χρόνια ξενιτεμένος ήρθες, με εικόνες
που έχεις αναθρέψει κάτω από ξένους ουρανούς
μακριά από τον τόπο το δικό σου.»
Ο Γυρισμός Του Ξενιτεμένου, Γ. Σεφέρης
Η πόρτα χτυπούσε δυνατά λες και κάποιος την είχε περάσει για σάκο πυγμαχίας! Η Στελλίτσα Ζαχαρίτσα έτρεξε να ανοίξει καθώς δεν ήταν καιρός για έξοδα αγοράς νέας πόρτας. Αντίκρισε μια μεγάλη κόκκινη ομπρέλα. Όρμησε μέσα σα σίφουνας και τότε είδε τη φιλενάδα της από κάτω!
-Κοκκινούλα μου, πού βγήκες με τέτοιο καιρό; Χαμός γίνεται… Τί βροχή, μα τον Αίσωπο!
-Ζαχαρίτσα μου... δεν φταίει ο καιρός καλή μου! Ο Γίγαντας από πάνω είναι! Έχει γρίπη! Όπως όλοι αυτόν τον καιρό!
-Μα τι μου λες τώρα; Περιμένεις να σε πιστέψω;
-Φυσικά! Αφού λέω την αλήθεια! Να φωνάξω τον Πινόκιο να δεις;
-Όχι βέβαια… απλώς φαίνεται κάπως… δεν μου αρέσει αυτό το ενδεχόμενο.
-Συμβαίνει τους χειμώνες... πρέπει να το συνηθίσεις! Μόνο όταν του διαβάζουν σταματά και ηρεμεί. Γι' αυτό ήρθα. Φέρε μου γρήγορα ένα βιβλίο να ανέβει ο Τζακ στη φασολιά να πάει στον πύργο να του το διαβάσει… Έχεις κανένα καλό;
-Για πες μου λίγα λόγια… Ξέρω πολύ καλά τα γούστα του! Είναι δραματικό;
-Νομίζω πως έχει και δράμα, και χιούμορ, και θυμό, και συγκίνηση... Πρόκειται για τέσσερις διαφορετικές ιστορίες που όμως έχουν σαν βάση την Αλεξάνδρεια. Έλληνες και Αιγύπτιοι, οι σχέσεις, ο έρωτας, η κοινωνία, το κράτος, η αγάπη, το δίκιο, η οικογένεια, η φιλία... όλα αυτά μπλέκονται σε αυτές τις ιστορίες που είναι γεμάτες εικόνες της όμορφης αυτής πόλης.
-Πως λέγονται αυτές οι ιστορίες; Θυμάσαι;
-Μα βέβαια! Τώρα το τελείωσα. Η Γιορτή του Αποχωρισμού είναι η πρώτη. Ξεκινά με μια γιορτή αποφοίτησης το 1962. Οι απόφοιτοι μιλούν και σχεδιάζουν το μέλλον τους και αγωνιούν για την καινούρια πατρίδα. Βλέπεις κι εδώ πρωταγωνιστεί η προσφυγιά, ο ξεριζωμός, η νέα ζωή σε μια νέα πατρίδα. Να σου διαβάσω: «…θα πρόφταιναν να ετοιμάσουν όλα όσα είχαν σχεδιάσει να κάνουν για τον μεγάλο αποχαιρετιστήριο χορό τους; Που είχε με την ευκαιρία δύο εορταστικές πτυχές. Η μια ο αποχαιρετισμός, στα γυμνασιακά θρανία, στα μαθητικά χρόνια, που ήταν πράγματι υποδειγματικά, γεμάτα μάθηση, εμπειρίες και ευχάριστες περιπέτειες. Και η άλλη, ο αποχαιρετισμός στην πατρίδα αυτή που τόσο τρυφερά τους συντρόφευε όλα αυτά τα χρόνια. Που τους πρόσφερε ό,τι πολυτιμότερο μπορούσε να τους δώσει: την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και τις ηθικές της αξίες.» (Σελ.19)
Λίγο πιο κάτω μας μιλά για την φιλόξενη Αλεξάνδρεια… «Ποιος όμως να το παραδεχτεί; Και γιατί; Ποια καλύτερη και πιο φιλόξενη πόλη από την Αλεξάνδρεια, θα μπορούσε να χωρέσει μέσα στην αγκαλιά της, εκατό χιλιάδες και πλέον Έλληνες; Άριστα οργανωμένους. Με τα σχολεία τους, τις εκκλησίες τους, τις βιβλιοθήκες τους, τα ιδρύματά τους, τις λέσχες τους, την ανθούσα κοινότητά τους, με τους κορυφαίους ευεργέτες που πρόσφεραν τα μέγιστα και στην άλλη πατρίδα.» (Σελ.25) Και μέσα σε αυτές τις σκέψεις χωρά να μπλεχτεί κι ο έρωτας που με τα βέλη του στοχεύει τον ήρωά μας κι όλα τα σχέδια γκρεμίζονται… «Το χαμόγελό της ήταν λαμπερό. Φώτιζε μια μεγάλη σκοτεινή πλατεία κι ακόμα περισσότερο. Φώτισε την καρδιά του.» Και μαζί με τα δικά του σχέδια που γκρεμίζονται, γκρεμίζεται κι ο ελληνισμός της Αλεξάνδρειας. «Ο Ελληνισμός λιγόστευε με ραγδαίους ρυθμούς. Η Αλεξάνδρεια άρχισε να γίνεται όλο και πιο άγνωστη. Εκεί που έμεναν Ρωμιοί, άρχισαν να κατοικούν Αιγύπτιοι. Και στα μπαλκόνια που κοσμούσαν άλλοτε οι γαζίες, τα κρίνα και τα γιούλια, άρχισαν να συνωστίζονται οι μπουγάδες. Η πόλη άρχισε να χάνει την κοσμοπολίτικη όψη της. Άρχισε να κατακλύζεται από φελάχους που ερχόντουσαν στην Αλεξάνδρεια για μια καλύτερη ζωή.» (Σελ.66)
-Και η δεύτερη ιστορία πάλι έχει το ίδιο θέμα;
-Η δεύτερη ιστορία λέγεται Πόθος για τον Σεφέρη και πρόκειται για μια πολύ συγκινητική ιστορία ενός καλοκάγαθου οικογενειάρχη κι απόλυτου νοικοκύρη και βλέπουμε πως βιώνει την καθημερινότητα και τι θυσίες κάνει για να ετοιμάσει το σπίτι που θα τους υποδεχθεί στην Ελλάδα. Από τις πρώτες γραμμές μάς κάνει εμφάνιση, η λατρεία του ήρωα για τον μεγάλο ποιητή. «Στο βιβλιοπωλείο του Τολμίδη κοντοστάθηκε. Το βλέμμα του χάιδεψε με τρυφερότητα και δέος όλον αυτό τον πνευματικό πλούτο: Τόσα βιβλία Θεέ μου. Τόση γνώση σε μια βιτρινούλα μια σταλιά… Να και ο αγαπημένος του. Ο ποιητής των ποιητάδων, όπως έλεγε. Η ματιά του είχε ήδη επικεντρωθεί στα Άπαντα του Σεφέρη. Ήθελε από καιρό να τα αγοράσει. Κάθε μήνα όμως το ανέβαλε. Δεν περίσσευαν τα άτιμα τα γρόσια. Διστακτικά έκανε να μπει στο μαγαζί, για το δώρο του εαυτού του.» (Σελ.73) Λίγες σελίδες παρακάτω ξεδιπλώνονται οι ομορφιές της πόλης… «Ήταν μια προκλητική μέρα, από εκείνες τις γοητευτικές της Αλεξάνδρειας. Οι πρώτες μοσχοβολιές από τους πρώιμους ανθούς των δέντρων, σκορπούσαν μια θεία ευωδιά. Τα χιλιάδες πολύχρωμα πετούμενα υποσχόντουσαν τραγουδιστά ελπίδα. Η μεσογειακή αύρα χάιδευε απαλά τα πρόσωπα των ανθρώπων και τους έδειχνε πως κάπως έτσι δεν μπορεί να είναι και διαφορετικός ο Παράδεισος. Μια που η χώρα αυτή ήταν μια μικρογραφία του.» (Σελ.83) Διάσπαρτες εικόνες της πόλης υπάρχουν παντού… μας μεταφέρουν σε μια άλλη εποχή, σε έναν τόπο άγνωστο για πολλούς. «Άφησε πίσω την οδό Σαλάμ και περπάτησε προς το κέντρο. Αριστερά του το Εγγλέζικο Μουσείο, πίσω το πάρκο Μέμφις. Προχώρησε προς τη μεγάλη και πλούσια Σάατ Ζαγλούλ. Ο πιο όμορφος δρόμος της περιοχής. Με ευρωπαϊκά μαγαζιά, με γραφεία δικηγόρων, γιατρών, με κοσμοπολίτικο ύφος. Από τη μια η μεγάλη ιστορική, ομώνυμη πλατεία με το περίφημο ηρώο και από την άλλη τα πλουσιότερα καταστήματα της Αλεξάνδρειας.» (Σελ.83) Ο ήρωάς μας τελικά θα αποκτήσει επιτέλους αυτό που λαχταρά; Θα του περισσέψει τίποτα στην τσέπη;
-Ααααα, μετά τον γίγαντα θα το δανείσεις σε μένα! Η τρίτη ιστορία;
-Η τρίτη λέγεται Οι χρυσές λίρες του Ισαάκ! Πρόκειται για μια γλυκόπικρη ιστορία ακριβώς όπως είναι κι η ζωή μας δηλαδή! Με γέλιο και δάκρυ. Μιλά και πάλι για τον ξεριζωμό του ελληνισμού, μα έχει και αρκετές διασκεδαστικές εικόνες με τον αγώνα στο να βρουν καλή κρυψώνα για τις… λίρες τους! «Το Νασερικό καθεστώς έδιωχνε τους ξένους από την άλλη τους επέβαλε να «χαλάσουν» μέσα στη χώρα ό,τι λεφτά είχαν. Χωρίς να πάρουν μαζί τους έξω αγαθά που αποκτήθηκαν μέσα στην αραβική επικράτεια.» (Σελ.96) Βλέπουμε την πίστη του Ισαάκ σε ένα σχέδιο να διασώσει την περιουσία του και τις αγωνίες του στην υλοποίησή του.
Και η τελευταία ιστορία είναι η Γνωριμία στο σταθμό, μια γνωριμία αναπάντεχη, από αυτές που δεν περιμένεις και που καταλήγουν πολύτιμο πετράδι στη ζωή. Συγκίνηση, ανθρωπιά, οικογένεια, καλοσύνη… Μια δραματική ιστορία που δεν σου αφήνει όμως στενοχώρια στο τέλος. Ένα τραγικό δυστύχημα που γίνεται αφορμή να έρθουν κοντά δυο άντρες και να γίνει στήριγμα ο ένας για τον άλλον. Σε μια στιγμή που ο καθένας -για διαφορετικούς λόγους- έψαχνε μια μαγκούρα να βασιστεί. «Εδώ γεννήθηκα. Εδώ σπούδασα. Εδώ μεγάλωσα. Εδώ έφτασα τριάντα επτά χρονών άνθρωπος. Τώρα με μια μονοκονδυλιά όλα αυτά πρέπει να τα διαγράψω.» (Σελ.170)
Και η τελευταία ιστορία είναι η Γνωριμία στο σταθμό, μια γνωριμία αναπάντεχη, από αυτές που δεν περιμένεις και που καταλήγουν πολύτιμο πετράδι στη ζωή. Συγκίνηση, ανθρωπιά, οικογένεια, καλοσύνη… Μια δραματική ιστορία που δεν σου αφήνει όμως στενοχώρια στο τέλος. Ένα τραγικό δυστύχημα που γίνεται αφορμή να έρθουν κοντά δυο άντρες και να γίνει στήριγμα ο ένας για τον άλλον. Σε μια στιγμή που ο καθένας -για διαφορετικούς λόγους- έψαχνε μια μαγκούρα να βασιστεί. «Εδώ γεννήθηκα. Εδώ σπούδασα. Εδώ μεγάλωσα. Εδώ έφτασα τριάντα επτά χρονών άνθρωπος. Τώρα με μια μονοκονδυλιά όλα αυτά πρέπει να τα διαγράψω.» (Σελ.170)
-Νομίζω ότι θα ενθουσιαστεί με αυτές τις ιστορίες! Τι λες; Δεν νομίζω να πέρασε ο Κακός Λύκος;
-Πέρασε Κοκκινοσκουφίτσα μου! Ευτυχώς όμως δεν ήταν πολύ άγριος… γέλαγε γιατί λέει σε κανένα άλλο βιβλίο δεν έχει βρει τέτοια τεράστια ποικιλία σε ορθογραφία λέξης! Η λέξη αλίμονο στη σελίδα 84 γράφεται αλοίμονο, στη σελίδα 85 αλίμονο και στη σελίδα 67 αλλίμονο! Διαλέγεις κι όποιο σου αρέσει…
-Μα δεν νομίζω ότι είναι για γέλια Ζαχαροκαλή μου.
-Μα όταν περνά ο Κακός Λύκος είναι σοβαρά τα πράγματα Κοκκινούλα μου! Δυστυχώς η απουσία διόρθωσης-επιμέλειας χαλά την εικόνα ενός καλού βιβλίου! Τα έχουμε ξαναπεί.
-Ευτυχώς ο γίγαντας θα ακούει μόνο!
-Και μ’ εμάς που διαβάζουμε τι θα γίνει;
-Αποχαιρέτα την, την ελληνική που χάνεις…
«Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.»
Κ. Καβάφης
Ευχαριστώ Κουκιδάκι-λατρεία… και τις εκδόσεις Όστρια! Καλοτάξιδο και πάντα επιτυχίες στον Πάνο Μ. Καλούδα, τον συγγραφέα.
Διαβάζουμε κι ακούμε «Αλεξάνδρεια» της Ευαν. Ρεμπούτσικα και του Άρ. Δαβαράκη. Τι άλλο;
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.