Στο δελτίο τύπου γράφει...
Αν θέλεις κάποιος να σε φιλήσει, αλλά όχι τώρα και σίγουρα όχι ο σύζυγός σου, όπως η Κλαιρ...
Αν θέλεις κάποιος να σε φιλήσει, αλλά όχι τώρα και σίγουρα όχι ο σύζυγός σου, όπως η Κλαιρ...
Αν θέλεις να γιορτάσεις τη νέα σου δουλειά με όλη την οικογένεια στο αυτοκίνητο οδηγώντας στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, όπως ο Κρις…
Κι αν έρχεσαι να παραπονεθείς για τις φωνές των παιδιών των γειτόνων, αλλά ο κήπος είναι άδειος και το κλειδί του παιδικού δωματίου έχει εξαφανιστεί, όπως η Τζένυ…
Ε τότε, κάτι παράξενο συμβαίνει σ΄ αυτή την ιστορία και σίγουρα είσαι στην Πόλη του Μάρτιν Κριμπ.Ο συγγραφέας...
Ένας από τους σημαντικότερους Άγγλους συγγραφείς, εμπνέεται από την αέναη ανησυχία του αστού της μεγαλούπολης, τον εσωτερικό του φόβο, την αποξένωση και ανασφάλειά του μέσα σε έναν υπό κατάρρευση κόσμο. Τρεις χαρακτήρες προσπαθούν να καταλάβουν, να βρουν το νόημα (των πάντων) εγκλωβισμένοι μέσα στην παρακμή (του όλου). Ο Μάρτιν Κριμπ γράφει μη συμβατικά, καινοτομεί προτείνοντας μοντέρνες εκφραστικές φόρμες -παράλληλα και μια μορφή σουρεαλισμού- για να δείξει τον κατακερματισμό των ηρώων του και το τέλος της "πόλης" που ξέραμε. Οι χαρακτήρες μιλούν με "αδούλευτες" ρέουσες ατάκες ή αφηγήσεις και έχουν μη τυποποιημένες αντιδράσεις όπως θα συνέβαινε αν οι χάρτινοι ήρωες του έργου δεν ήταν χάρτινοι αλλά πραγματικά πρόσωπα καθώς το κείμενο βρίθει από σημεία αντιγραφής της πραγματικότητας -όπως είναι- παρά από οτιδήποτε άλλο: καλολογικά στοιχεία, λογοτεχνικά τερτίπια ή ανάλογες συντακτικές δομές... κι έτσι μπορείς να ακούσεις την εσωτερική πάλη, να αφουγκραστείς το φόβο, να αντικρίσεις εν ολίγοις ρεαλιστική αντιπροσωπευτικότητα επί σκηνής.
Στην Πόλη δεν καταρρέουν μόνο οι άνθρωποι, καταρρέει η κοινωνία, ο κόσμος... γκρεμίζεται η ψυχολογία, ολισθαίνει χωρίς φρένο η όποια πλάνη ενώ κανείς δεν αποτελεί εξαίρεση, κανείς δεν είναι απυρόβλητος, κανείς δε γλιτώνει τελικά από την ισοπέδωση σε αυτό το κοινωνικό δράμα. Κανείς και τίποτα.
Στην παράσταση...
Ακόμα και οι σιωπές ή οι παύσεις σηματοδοτούν καταστάσεις κι αισθήματα. Ο Χρίστος Λύγκας σκηνοθετεί την Πόλη του Κριμπ ακολουθώντας το απόκοσμα εφιαλτικό σύμπαν του συγγραφέα, βάζοντας ειρωνεία στα χείλη και στα εκφραστικά μέσα των χαρακτήρων του αλλά πάντα υπό το πρίσμα της αδιόρατης θλίψης που τους τυλίγει και του φόβου -κυρίως εκείνου που κρατάς μέσα σου γιατί κι εσύ ο ίδιος δεν θέλεις να τον παραδεχτείς. Η πρόταση των συντελεστών είναι απέριττη στο σκηνικό της (υπερμοντέρνο και κλασικό μαζί, άχρονο) όμως τα ελάχιστα αντικείμενα έχουν μεγάλη σημασιολογική ύπαρξη: ένα πιάνο κι ένα ρολόι λειτουργούν ως ενισχυτές εντάσεων όπως και τα βιντεάκια που προβάλλονται στο background: ασπρόμαυρα σύνολα (πως αλλιώς; Όλα τα χρώματα έχουν χαθεί ή σβηστεί πια από τα μάτια τους) σηματοδοτούν τον αδυσώπητο χρόνο που περνά κατά τους, γιατί όσο αυτός κυλά τόσο γκρεμίζονται εκείνοι. Και χάνονται. Χάνονται στις σκέψεις τους, χάνουν την ταυτότητά τους. Είναι κάποιοι άλλοι -πια- αλλά πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν, κατά κάποιον τρόπο. Με όποιον τρόπο μπορούν και προφανώς υποχρεωτικά, όσο δυσβάσταχτη κι αν είναι η καθημερινότητά τους, μέχρι την τελευταία τους ανάσα. Θύματα λοιπόν μιας δυστοπίας χωρίς τέλος, απελπισμένοι, ψυχικά ασταθείς.
Τρεις ερμηνευτές στη σκηνή, ο Θοδωρής Οικονομίδης, η Ανδριανή Κυλάφη και η Σταυρούλα Καρτσακλή ενσαρκώνουν τους ήρωες του έργου. Άπαντες ισορροπούν ιδανικά και ατμοσφαιρικά στις προκλήσεις.
Ακόμα και οι σιωπές ή οι παύσεις σηματοδοτούν καταστάσεις κι αισθήματα. Ο Χρίστος Λύγκας σκηνοθετεί την Πόλη του Κριμπ ακολουθώντας το απόκοσμα εφιαλτικό σύμπαν του συγγραφέα, βάζοντας ειρωνεία στα χείλη και στα εκφραστικά μέσα των χαρακτήρων του αλλά πάντα υπό το πρίσμα της αδιόρατης θλίψης που τους τυλίγει και του φόβου -κυρίως εκείνου που κρατάς μέσα σου γιατί κι εσύ ο ίδιος δεν θέλεις να τον παραδεχτείς. Η πρόταση των συντελεστών είναι απέριττη στο σκηνικό της (υπερμοντέρνο και κλασικό μαζί, άχρονο) όμως τα ελάχιστα αντικείμενα έχουν μεγάλη σημασιολογική ύπαρξη: ένα πιάνο κι ένα ρολόι λειτουργούν ως ενισχυτές εντάσεων όπως και τα βιντεάκια που προβάλλονται στο background: ασπρόμαυρα σύνολα (πως αλλιώς; Όλα τα χρώματα έχουν χαθεί ή σβηστεί πια από τα μάτια τους) σηματοδοτούν τον αδυσώπητο χρόνο που περνά κατά τους, γιατί όσο αυτός κυλά τόσο γκρεμίζονται εκείνοι. Και χάνονται. Χάνονται στις σκέψεις τους, χάνουν την ταυτότητά τους. Είναι κάποιοι άλλοι -πια- αλλά πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν, κατά κάποιον τρόπο. Με όποιον τρόπο μπορούν και προφανώς υποχρεωτικά, όσο δυσβάσταχτη κι αν είναι η καθημερινότητά τους, μέχρι την τελευταία τους ανάσα. Θύματα λοιπόν μιας δυστοπίας χωρίς τέλος, απελπισμένοι, ψυχικά ασταθείς.
Τρεις ερμηνευτές στη σκηνή, ο Θοδωρής Οικονομίδης, η Ανδριανή Κυλάφη και η Σταυρούλα Καρτσακλή ενσαρκώνουν τους ήρωες του έργου. Άπαντες ισορροπούν ιδανικά και ατμοσφαιρικά στις προκλήσεις.
Η παράσταση είναι μια νέα πρόταση, ξεφεύγει από κάθε κλασικό πρότυπο προτείνοντας νέα πράγματα στο θεατή. Κι ενώ θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι δεν απευθύνεται σε όλους λόγω των ιδιαιτεροτήτων της, προσωπικά θα έλεγα ότι αξίζει πάντα το πρωτόφαντο και ιδιαίτερα όταν αγγίζει σύγχρονα θέματα.
Υστερόγραφο:
Εκείνο που θα δουν όλοι...
Αφορά την ιστορία της Κλαιρ και του Κρις, ένα ζευγάρι αστών -ένα τυπικό αστικό σπίτι και μια οικογένεια- σε μια πόλη που καταπίνει τους ανθρώπους. Η απόλυτη κατάρρευση μέσα και έξω από το σπίτι, ψυχικά τραύματα και αποξένωση, πόνος και συγκαλυμμένη παράνοια. Και μια περίεργη γειτόνισσα που έρχεται απρόσκλητη να ταράξει(;) την καθημερινότητά τους με τις ιστορίες της και τον παραλογισμό της.
Κι αυτό που τόλμησα να φανταστώ...
Παρακολουθώντας την ιστορία τους... και καθώς το έργο προσφέρεται για ύστερες σκέψεις... και καθώς το γυρόφερνα στο μυαλό μου μια δυο μέρες... κατέληξα να με πείσει μία άποψη-εκδοχή που όμως δεν είδα πουθενά γραμμένη-κατατεθειμένη από κάποιον άλλο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν το σκέφτηκε κανείς άλλος ή ότι κάθε ιδιαίτερη σκέψη είναι λανθασμένη λόγω μοναδικότητας... πείστηκα τελικά ότι το έργο αφορά την κατάθεση ενός μόνο προσώπου, της Κλαιρ. Η Κλαίρ είναι εκείνη που βιώνει το απόλυτο χάσιμο -των πάντων-, στέκει ολομόναχη απέναντι στο απέραντο τίποτα που έχει μείνει (πια) και, λίγο προτού χαθεί κι αυτή -ή αναστηθεί εκ της τέφρας της- αποφασίζει να καταθέσει την ιστορία της γράφοντας σε εκείνο το ημερολόγιο. Η Κλαιρ είχε σύντροφο, σύζυγο, παιδιά, σπίτι, γειτονιά και γείτονες, δουλειά... είχε μια κανονική οικογένεια, σε μια κανονική πόλη, σε μια κανονική καθημερινότητα, μια κανονική ζωή μέχρι που ξεκίνησε η κατάρρευση. Μία μία οι σταθερές τις να χάνονται, ένας ένας οι άνθρωποι, λίγο λίγο να μικραίνει, να μαραζώνει, να μαζεύεται (η ζωή και ό,τι την αποτελεί)... άπαντα και άπαντες να οδεύουν προς το μηδέν. Κι η Κλαιρ να ζει τη φθορά τους, να πονάει... να γράφει εντέλει στο τετράδιό της τις στιγμές μη και χαθούν κι αυτές ή προτού χαθεί εκείνη... κάτι σα παρακαταθήκη για τους επόμενους (για εσένα και για εμένα) μήπως μας σώσει. Γιατί εμείς, (αν είμαστε) οι επόμενοι, είμαστε ό,τι μπορεί να σωθεί (πια).
Υστερόγραφο:
Εκείνο που θα δουν όλοι...
Αφορά την ιστορία της Κλαιρ και του Κρις, ένα ζευγάρι αστών -ένα τυπικό αστικό σπίτι και μια οικογένεια- σε μια πόλη που καταπίνει τους ανθρώπους. Η απόλυτη κατάρρευση μέσα και έξω από το σπίτι, ψυχικά τραύματα και αποξένωση, πόνος και συγκαλυμμένη παράνοια. Και μια περίεργη γειτόνισσα που έρχεται απρόσκλητη να ταράξει(;) την καθημερινότητά τους με τις ιστορίες της και τον παραλογισμό της.
Κι αυτό που τόλμησα να φανταστώ...
Παρακολουθώντας την ιστορία τους... και καθώς το έργο προσφέρεται για ύστερες σκέψεις... και καθώς το γυρόφερνα στο μυαλό μου μια δυο μέρες... κατέληξα να με πείσει μία άποψη-εκδοχή που όμως δεν είδα πουθενά γραμμένη-κατατεθειμένη από κάποιον άλλο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν το σκέφτηκε κανείς άλλος ή ότι κάθε ιδιαίτερη σκέψη είναι λανθασμένη λόγω μοναδικότητας... πείστηκα τελικά ότι το έργο αφορά την κατάθεση ενός μόνο προσώπου, της Κλαιρ. Η Κλαίρ είναι εκείνη που βιώνει το απόλυτο χάσιμο -των πάντων-, στέκει ολομόναχη απέναντι στο απέραντο τίποτα που έχει μείνει (πια) και, λίγο προτού χαθεί κι αυτή -ή αναστηθεί εκ της τέφρας της- αποφασίζει να καταθέσει την ιστορία της γράφοντας σε εκείνο το ημερολόγιο. Η Κλαιρ είχε σύντροφο, σύζυγο, παιδιά, σπίτι, γειτονιά και γείτονες, δουλειά... είχε μια κανονική οικογένεια, σε μια κανονική πόλη, σε μια κανονική καθημερινότητα, μια κανονική ζωή μέχρι που ξεκίνησε η κατάρρευση. Μία μία οι σταθερές τις να χάνονται, ένας ένας οι άνθρωποι, λίγο λίγο να μικραίνει, να μαραζώνει, να μαζεύεται (η ζωή και ό,τι την αποτελεί)... άπαντα και άπαντες να οδεύουν προς το μηδέν. Κι η Κλαιρ να ζει τη φθορά τους, να πονάει... να γράφει εντέλει στο τετράδιό της τις στιγμές μη και χαθούν κι αυτές ή προτού χαθεί εκείνη... κάτι σα παρακαταθήκη για τους επόμενους (για εσένα και για εμένα) μήπως μας σώσει. Γιατί εμείς, (αν είμαστε) οι επόμενοι, είμαστε ό,τι μπορεί να σωθεί (πια).
Συντελούν:
Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου - Παγκουρέλη
Σκηνοθεσία: Χρίστος Λύγκας
Εικαστική Επιμέλεια- Φωτισμοί: ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ
Μουσική Επιμέλεια: Νίκος Τριβουλίδης
Βίντεο: Χρήστος Δήμας
Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Χατζηορδάνη
Παίζουν:
Κρις: Θοδωρής Οικονομίδης
Κλαίρ: Ανδριανή Κυλάφη
Τζένυ: Σταυρούλα Καρτσακλή
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Διάρκεια παράστασης: 90 λεπτά
Στο Θέατρο Δημήτρης Ροντήρης
Φρυνίχου 10, Πλάκα
2114089670