Χ.Μ.: Μου είναι λίγο δύσκολο να προσδιορίσω το «πώς». Οι ιδέες είναι προϊόντα μιας συνεχούς παρατήρησης και επεξεργασίας καταστάσεων που εκτυλίσσονται γύρω μας, δίπλα μας, μέσα μας και περιμένουν απλά την κατάλληλη στιγμή για να εκφραστούν και να πάρουν μορφή. Όταν η ανάγκη να ειπωθούν δυνατά σκέψεις γιγαντώνεται, τότε η συγγραφή ξεκινά ως επιδέξια κεντήστρα και ράβει όλες τις ιδέες μαζί σε ένα ενιαίο κείμενο.
Που γράψατε το βιβλίο σας;
Χ.Μ.: Στη Θεσσαλονίκη, απ’ τον δικό μου χώρο μέχρι μέσα σε λεωφορεία και αυτοκίνητα.
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Χ.Μ.: Όλη η διαδικασία, με βραδιές αϋπνίας και προσεκτικής ανασκόπησης, διήρκησε γύρω στο εξάμηνο, αν και όπως σας είπα, σημασία έχει ο χρόνος ωρίμανσης μιας ιδέας και όχι ο χρόνος παραγωγής ενός κειμένου.
Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Χ.Μ.: Αληθινό και σύγχρονο, ένα ψυχογράφημα που δεν κλείνει στα μάτια στις δυσκολίες που βιώνει η σύγχρονη ελληνική κοινωνία, υμνώντας παράλληλα τον έρωτα, τις ανθρώπινες αξίες, το δικαίωμα στις ευκαιρίες και τη συγχώρεση εαυτού.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Χ.Μ.: Συναντάμε την ηρωίδα του βιβλίου, την Ανθή, βράδυ Δευτέρας προς Τρίτη, να περιμένει τον κατά είκοσι δύο χρόνια νεότερο εραστή της, Στέφανο, να την επισκεφτεί κουβαλώντας μαζί του ένα όπλο, αποφασισμένος να βάλει ένα τέλος στην αβεβαιότητα της σχέσης τους, φαινομενικά ακόμη και με τον πιο βίαιο τρόπο. Το βιβλίο επιστρέφει πίσω στη μέρα που γνωρίστηκαν και παρακολουθεί την εξέλιξη της σχέσης τους, δοσμένη τόσο απ' τα μάτια του πρωταγωνιστή, όσο και από εκείνα της πρωταγωνίστριας. Όμως θα ήταν άδικο για το βιβλίο να χαρακτηριστεί ως μια απλή ερωτική ιστορία έντονου πάθους. Με αφόρμηση τη σχέση αυτή εξετάζονται σε βάθος τα οικονομικά, κοινωνικά, ακόμη και πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν δύο διαφορετικές γενιές, γίνεται αναφορά στη βαρύτητα των ανθρώπινων πράξεων και κατά πόσο αυτές δικαιολογούνται, στις λαθεμένες επιλογές και στη δυνατότητα άρσης τους, στον θάνατο με την κυριολεκτική του σημασία, αλλά και στη θανάτωση των επιθυμιών σε ένα καθεστώς κρίσης.
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Χ.Μ.: Τη δυνατότητα που μου έδωσε να βουτήξω βαθύτερα στην ανθρώπινη ψυχή -στην ψυχή μου. Αγαπώ το ίδιο το βιβλίο γι' αυτό που εκείνο επέλεξε να είναι, με ήρωες που δε φοβούνται να ξεσκίσουν τη σάρκα τους για να αποκαλύψουν την ωμότητα αλλά και την ευλογία του ανθρώπινου γίγνεσθαι.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Χ.Μ.: Είναι ένα πρόσωπο από τους δευτεραγωνιστές, που πιστέψτε με καμιά φορά η δυναμική τους ξεπερνά και αυτή των πρωταγωνιστών: η Κάτια.
Η Κάτια είναι η μικρότερη αδελφή του Στέφανου, του πρωταγωνιστή, ένα πλάσμα που ενώ στην ουσία είναι παιδί, είναι προικισμένο με την αντίληψη ενός σοφού και λόγιου ενήλικα. Ξέρω πως θα προβληματίσει αρκετούς αυτή η υπερβολική ωριμότητα, όμως για μένα είναι ένα πρόσωπο που σαφώς θα μπορούσε να υπάρχει βάσει των συνθηκών της ζωής της και να αποτελεί την απόδειξη πως η αυξημένη ενσυναίσθηση και η αντίληψη του κόσμου δεν είναι πάντα ανάλογες της ηλικίας.
Υπάρχουν ενήλικες που δεν πρόκειται να αποκτήσουν κοινωνικές ευαισθησίες και υπερευφυή παιδιά τα οποία εκπλήσσουν με τις δυνατότητες της κρίσης τους.
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Χ.Μ.: Ξέρω τι θα ήθελα εγώ ως συγγραφέας να προσφέρει και μόνο. Και αυτό που θέλω να καλλιεργήσω στους αναγνώστες για μία ακόμη φορά είναι να ανοίξουν την καρδιά τους με λιγότερο φόβο απέναντι στους συνανθρώπους τους, να αξιολογήσουν τη δύναμη της συγχώρεσης και της κατανόησης, να βρουν το θάρρος και να διεκδικήσουν όσα τους αναλογούν, όσα δικαιούνται απ' την αγάπη, τον έρωτα, την ίδια τη ζωή.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Χ.Μ.: Η μοναξιά που δεν επιλέγεις. Μοναξιά είναι η απουσία εαυτού που δεν επιλέγεις, είναι η εγκατάλειψη, είναι ο θάνατος.
Φοβάστε...
Χ.Μ.: Την ανημποριά, την απουσία ελέγχου τόσο σε ψυχικό, όσο και σε σωματικό επίπεδο.
Αγαπάτε...
Χ.Μ.: Τα σύννεφα και τους ανθρώπους που τα κουβαλάνε στη ματιά τους.
Ελπίζετε...
Χ.Μ.: Πως δε θα αφήσω μόνο του το παιδί που κρύβω μέσα μου, όσο σκληρές και αν είναι οι άμυνες που υιοθετούμε.
Θέλετε...
Χ.Μ.: Να ταξιδεύω και να μαθαίνω από κάθε ταξίδι, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Χ.Μ.: Αυτοί που λατρεύουν τις αλήθειες, που δεν τις διαχωρίζουν σε ωμές και ανεκτές.
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε; Γιατί δεν πρέπει;
Χ.Μ.: Έχω μια άρνηση με τη λέξη «πρέπει». Δεν υπάρχουν πρέπει σε σχέσεις και συναισθήματα και η σχέση που αναπτύσσεται με ένα βιβλίο είναι συναισθηματική. Θα σας πρότεινα να το διαβάσετε, γιατί κάθε βιβλίο είναι μια αφορμή να σκαλίσουμε στα ενδότερα της δικής μας ψυχικής κατάστασης και το συγκεκριμένο βιβλίο -τουλάχιστον από τις εντυπώσεις των αναγνωστών- πετυχαίνει ακριβώς αυτό.
Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Χ.Μ.: Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σαββάλας και θα το αναζητήσετε σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία.
Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Χ.Μ.: Οι αναγνώστες έχουν τη δυνατότητα να συνομιλήσουν μαζί μου και να ανταλλάξουμε ιδέες και σκέψεις σχετικά με το βιβλίο στα social media (Χάρης Μαύρος ή charismavros) ή στο προσωπικό μου mail: mavroscharis@gmail.com
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Χ.Μ.: Το μαύρο με μια πινελιά έντονου πράσινου: η ζοφερότητα της σύγχρονης πραγματικότητας με την αισιοδοξία να διεκδικεί τη θέση της αργά και υπομονετικά.
Ποια μουσική;
Χ.Μ.: Μουσική fado -στα πορτογαλικά σημαίνει μοίρα/πεπρωμένο- ντυμένη με τον αισθησιασμό της γλώσσας των Πορτογάλων και το πένθος που κρύβεται στη λυρικότητά της.
Ποιο άρωμα;
Χ.Μ.: Εκείνο που εκκρίνουν τα σώματα, το αυθεντικό και ειλικρινές, που δεν μπερδεύει τις ψυχές στο ταξίδι των ζωών τους.
Ποιο συναίσθημα;
Χ.Μ.: Αγάπη. Όλα ξεκινούν ακτινωτά από εκείνη για να καταλήξουν πάλι σε αυτή.
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Χ.Μ.: Θα ήταν βλέμμα, που κοιτάζει κατευθείαν μέσα στην ψύχη, εκείνο το βλέμμα που δεν απαιτεί αναλύσεις και υποθέσεις, που αποτελεί δίοδο για να βουτήξεις βαθιά μέσα στην καρδιά του κατόχου του.
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Χ.Μ.: Δε θεωρώ ότι με ορίζει μόνο η ιδιότητα του συγγραφέα, οπότε όπως όλοι μας αποτελώ μια σύνθετη προσωπικότητα με πολλές ιδιότητες. Αν εστιάσουμε στο τι θα ήθελα να απορροφά την ενέργειά μου αν δεν υπήρχε η συγγραφή ως προτεραιότητα στη ζωή μου, τότε αυτό θα ήταν ο χορός ή η ζωγραφική.
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Χ.Μ.: Με ενδιαφέρει και παρακολουθώ τη συγγραφική πορεία του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, όπως το ίδιο συνέβη με βιβλία του Philip Roth, της Doris Lessing και του Gabriel Garcia Marquez. Ωστόσο ποτέ δεν έφτασα στο επίπεδο του «ανελλιπώς». Το ίδιο θα συμβούλευα και στους δικούς μου αναγνώστες, αν και καταλαβαίνω πως είναι πολύ δύσκολο να είσαι αντικειμενικός όταν ήδη έχεις ταυτίσει τον/τη συγγραφέα με τον λόγο του/της και σε έχει κερδίσει ήδη μία φορά. Είναι σημαντικό να αντιμετωπίζουμε τα βιβλία ως ξεχωριστές προσωπικότητες, σαν να προέρχονται από διαφορετική μήτρα: να τα φλερταρούμε πριν υποκύψουμε στη μαγεία τους, να τα αγαπάμε τελικά για αυτό που είναι και όχι γι' αυτόν/η που τα έγραψε.
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Χ.Μ.: Σε μικρότερη ηλικία, είχα σταθεί στα νοήματα του «Ο άγιος Ζιγκολό» του Πασκάλ Μπρυκνέρ.
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Χ.Μ.: Οι ήρωες άπαξ και γεννηθούν αναπτύσσουν τη δυναμική που έχει ένα έμβιο ον. Έχουν πρωτοβουλίες, έχουν θέλω που αυξάνονται, επιθυμίες που περιμένουν να εισακουστούν. Δέονται σε σένα σαν να ήσουν ο Θεός τους που θα καθορίσει τη μοίρα τους και οι δεήσεις αυτές σε καταδιώκουν μέχρι να ολοκληρώσεις τη δική τους ιστορία. Όμως η επιρροή τους δε σταματά μόνο στο πλαίσιο της συγγραφής. Όταν διαβάσεις πλέον το δημιούργημά σου και δη σε ύστερη εποχή από αυτή της συγγραφής, έχεις απέναντί σου προσωπικότητες που δεν έχουν πια κανένα λόγο να σου δώσουν. Είναι εκεί, με τα δικά τους φτερά, ικανοί ακόμη και να δώσουν ή να προτείνουν δρόμους στη δική σου πλέον ζωή.
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Χ.Μ.: Για να γράψει χρειάζεται μόνο να μπορεί να χειριστεί στοιχειωδώς τον γραπτό λόγο. Για να γράψει μια ιστορία δομημένη με ενδιαφέρον, ίσως η φαντασία και η εμπειρία να είναι απαραίτητα προσόντα. Για να επικοινωνήσει όμως η γραφή του χρειάζεται να έχει καταθέσει την ειλικρίνεια της ψυχής του. Πάντα τα κίνητρα σε μένα ήταν ένα σκαλί ψηλότερα απ' τις πράξεις.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Χ.Μ.: Την πλασματική επιτυχία ενός βιβλίου την καθορίζουν οι τάσεις που καλώς ή κακώς διαμορφώνονται, η προώθηση και χιλιάδες άλλοι παράγοντες. Την προσωπική επιτυχία του συγγραφέα, αυτή στην οποία πιστεύω πως πρέπει να σταθούμε, την καθορίζουν τα θέλω του, να καταφέρει να συνομιλήσει με τους αναγνώστες τους και η αντίληψή του να ενστερνιστεί στο επίπεδο που εκείνος επιθυμεί. Αυτό συνακόλουθα κάνει πετυχημένο και το βιβλίο του, όχι ο αριθμός των αναγνωστών που το αγόρασαν, αλλά ο βαθμός στον οποίο έγινε αγαπητό, ακόμη και αν οι άνθρωποι που το επέλεξαν δεν ξεπερνούν τους δέκα.
Τι την αποτυχία;
Χ.Μ.: Η αποτυχία είναι ένας όρος που θα απέφευγα να χρησιμοποιήσω αναφερόμενος στα βιβλία. Κανένας άνθρωπος που έχει καταφέρει να δώσει ζωή στις σκέψεις του και να τις εκθέσει στην κρίση των υπόλοιπων δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτυχημένος.
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Χ.Μ.: Όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, η βιβλιοφαγία -όπως και η συγγραφή άλλωστε- μπορεί από ηδονή να μεταμορφωθεί σε εθισμό και να αποκόψει τον αναγνώστη απ' την πραγματική ζωή, τις χαρές της αλλά και τις απαιτήσεις της. Είναι σαφώς δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να επιλέξει τον ρυθμό με τον όποιο θα παραδοθεί σε αυτή τη διαδικασία.
Τονίζω στον εαυτό μου ότι οι αληθινές διαπροσωπικές σχέσεις, εκείνες που η αφή, η όσφρηση και όλες οι αισθήσεις μπορούν να συμμετέχουν ενεργά είναι υψίστης προτεραιότητας και αυτός είναι ένας από τους θεμελιώδεις άξονες της ζωής μου.
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Χ.Μ.: Θα κλέψω τον τίτλο ενός διηγήματός μου: «Ένας χειμωνιάτικος Απρίλης».
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Στο οπισθόφυλλο...
Βράδυ Δευτέρας. Ο ένας απέναντι στον άλλον, παγωμένες εκφράσεις, τη στιγμή που η κρύα κάννη ενός όπλου ανάμεσά τους προκαλεί αμφιβολίες αν η Τρίτη θα ξημερώσει και για τους δύο.
Κάποτε, τα λιγοστά βράδια που έμεναν μαζί ξημέρωναν αλλιώς. Τα κορμιά τους μπλέκονταν μεταξύ τους και οι καυτές ανάσες τους μύρωναν τον έρωτά τους. Δεν υπήρχε καμιά θέση για πόνο και αμφιβολία. Η αγκαλιά τους ήταν ο πιο ασφαλής τόπος του κόσμου.
Εκείνη μια γυναίκα παντρεμένη, με δύο παιδιά, λίγο πριν τα πενήντα της χρόνια. Ένας γάμος χωρίς το χάδι του έρωτα πια, παρά μόνο με συμβιβασμούς και τεράστια οικονομικά προβλήματα, που την είχαν οδηγήσει στο όριο της φτώχειας.
Εκείνος μόλις είκοσι πέντε, άνεργος, αναγκασμένος να ζει με τη μικρή –παράξενη– αδελφή του και έναν πατέρα που γνωρίζει καλά πώς να τους δυναστεύει, μέσω της οικονομικής του κυριαρχίας.
Ένας ύμνος στην παράφορη καρμική αγάπη, στην αγάπη που αγγίζει το όριο της παράνοιας, στην αγάπη που φτάνει ένα βήμα πριν τον θάνατο.
Το μυθιστόρημα του Χάρη Μαύρου, Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σαββάλας. Δείτε το εδώ! Αλλά διαβάστε κι ένα απόσπασμα!
Ο Χάρης Μαύρος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1983. Ξεκίνησε να γράφει λίγα χρόνια αργότερα στολίζοντας με μουντζούρες τα βιβλία των γονιών του. Πιστεύει πως μέσα απ’ τη γραφή ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος και γι’ αυτό γράφει μέχρι σήμερα. Είναι συλλέκτης στιγμών και δεν έχει σκοπό να σταματήσει να τρέφεται με εικόνες, μυρωδιές και ήχους. «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» είναι το δεύτερο μυθιστόρημά του, ενώ το πρώτο του έχει τον τίτλο «Μέχρι [τις] Τέσσερις».
Ο ίδιος διαθέτει το προσωπικό του ιστολόγιο όπου εκφράζεται ποικιλοτρόπως κι όπου μπορείτε να διαβάσετε πολλά δικά του κείμενα, διηγήματα και άλλα έργα, όπως και τη νουβέλα του Παντού μαζί σου -μεταφυσική ερωτική ιστορία- την οποία προσφέρει δωρεάν σε όλους τους αναγνώστες. Το αρχείο .pdf κατεβαίνει και από εδώ ➪ k