Ο συγγραφέας μας προσκαλεί σε μια βόλτα στα στενά της Θεσσαλονίκης και στις ενδόμυχες σκέψεις των ψυχών των ηρώων του. Είστε έτοιμοι για ένα τόσο ανθρώπινο και γεμάτο προβληματισμούς, λογοτεχνικό ταξίδι;
Η ιστορία μας ξεκινά με την απόπειρα αυτοκτονίας της πενηντάχρονης Θεώνης Μεταξά σε μια πολυκατοικία της οδού Βασιλίσσης Όλγας στην Θεσσαλονίκη. Στην απειλή της να πέσει στο κενό, σπεύδουν τόσο ο μεγάλος της γιος, Βασίλης, όσο κι ο αστυνόμος Γαλάνης, ο οποίος εντέλει καταφέρνει να αποσοβήσει το μοιραίο.
Τις επόμενες στιγμές ο γιος της αναλαμβάνει να εξιχνιάσει το αίτιο που την έχει βυθίσει στην κατάθλιψη. Το πρόσκαιρο αντίδοτό του στην στεναχώρια της είναι να της λέει ιστορίες, οι οποίες όμως δεν έχουν ποτέ αισιόδοξη κατάληξη:
Μα πως αντέχεις καις ακούς; Εγώ θα ταραζόμουν.
Δεν είναι θέμα ταραχής, ποτέ δεν ήταν αυτό το θέμα… Το μοναδικό που έχει σημασία στις ιστορίες που μου διηγείσαι είναι η ζεστασιά. Αν ποτέ φύγει αυτή, τότε θα σου ζητήσω να μου διηγηθείς κάτι άλλο…
Κατόπιν η Θεώνη κοιτούσε τον Βασίλη που κρατούσε τα μάτια του κλειστά. Κάθε φορά που ολοκλήρωνε μια ιστορία, έμοιαζε να εξαντλείται ολόκληρος από ενέργεια.
Στη διάρκεια της ιστορίας μας το ενδιαφέρον επικεντρώνεται και στην προσωπικότητα του Γαλάνη, ο οποίος ήταν ένας αστυνομικός εντελώς διαφορετικός από τους άλλους. Ανθρώπινος και δοτικός στις πράξεις του, στο σημείο μάλιστα που ομολογεί σ’ έναν άγνωστο ηλικιωμένο, τον οποίο μεταφέρει στο σπίτι του με το περιπολικό μια βροχερή μέρα, ότι ψάχνω συνεχώς ανθρώπους για να βοηθάω.
Στο πλάνο μας εισβάλλει στη συνέχεια κι ο Πέτρος, Ο μικρότερος γιος της Θεώνης, ο οποίος επιδίωκε εδώ και καιρό να γίνει αόρατος άνθρωπος στο πατρικό του. Αιτία είναι το ταραγμένο παρελθόν που στοιχειώνει τούτο το μέρος. Η μητέρα του είχε κάψει όλες τις φωτογραφίες μαζί με τα ρούχα και τα υπόλοιπα στοιχεία που αποδείκνυαν την ύπαρξη του λαθρέμπορα πατέρα. Η παρηγοριά του είναι η κιθάρα που διαθέτει και τα τραγούδια του αγαπημένη του Ντύλαν τα οποία συχνά πυκνά μοιράζεται με τους άστεγους της περιοχής.
Επόμενος χαρακτήρας που μας παρουσιάζεται είναι η Αδριανή, Μια συνομήλικη με τον Πέτρο κοπέλα, που ήταν πλάσμα ταλαιπωρημένο, όπως ήταν και ο ίδιος. (…) Δεν ήταν εκθαμβωτική κοπέλα η Αδριανή, κάθε φορά όμως που την έβλεπε, έφτιαχνε η διάθεσή του, κι ας ντρεπόταν παράλληλα.
Στη διάρκεια τη ανάγνωσης υπάρχουν και άλλοι χαρακτήρες, όπως ο άπορος Σταμάτης. Αυτός που η λογική του περιστρέφεται γύρω από το σκεπτικό, πως για να περπατήσεις την πορεία ενάντια στον φόβο, καλό είναι να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά.
Η ιστορίες του Βασίλη, το ημερολόγιο της Θεώνης, το πάρκο των Αγγέλων που βρίσκουν κατάλυμα οι άστεγοι.
Ψυχές που αναζητούν την προσωπική τους λύτρωση μεσ' από εικόνες σκοτεινές και φωτεινές συνάμα. Γεμάτες προβληματισμούς, αγάπη, μοναχικότητα. Μπολιασμένα όλα τους σε έγνοιες καθημερινών ανθρώπων που παλεύουν κάθε στιγμή με τους προσωπικούς τους δαίμονες.
Βία, μοναξιά, υποσχέσεις και πράξεις που αποτυπώνουν απόλυτα την εικόνα της σύγχρονης Ελλάδας.
Αυτής που η επιβίωση απαιτεί ως εφόδιο την ελπίδα και το χαμόγελο στην καρδιά…
Το μυθιστόρημα του Κώστα Δρουγαλά, Το τελευταίο τραγούδι του Ντύλαν, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πικραμένος.
Στο οπισθόφυλλο λέει:
Μια πόλη, μια γειτονιά, μια οικογένεια. Δύο αγόρια ζουν με τη μητέρα τους, όμως ονειρεύονται χώρια, καθώς εκείνη μετεωρίζεται ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο.
Έξω υπάρχει ένας κόσμος κάτω από το αβάσταχτο βάρος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, αυτής της κληροδοτημένης από την προηγούμενη γενιά της ακρισίας. Εκεί στις σπηλιές του έξω κόσμου νέα παιδιά ονειρεύονται και ερωτεύονται ζώντας με δουλειές του ποδαριού, κρατώντας χωμένα στον κόρφο πτυχία χωρίς αντίκρισμα και φυλάγοντας οικογενειακά μυστικά. Η τέχνη της μουσικής, η βία του δρόμου, η μοναξιά της τρυφερότητας ενός αστυνόμου, ένα πάρτι για άστεγους, η ζωή που δεν λέει να το βάλει κάτω...
Το τελευταίο τραγούδι του Ντύλαν είναι μια μπαλάντα για τους ταπεινούς που ονειρεύονται· μια γεμάτη συγχορδίες νουβέλα γραμμένη από τη γενιά της κρίσης για το απόλυτο σήμερα.
Ο Κώστας Δρουγαλάς γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1985. Σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στο ΑΠΘ και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο τμήμα.
Διηγήματα, ποιήματα, μεταφράσεις και λογοτεχνικές κριτικές του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά. Εργάζεται ως καθηγητής φιλολογικών μαθημάτων και ως διορθωτής κειμένων.
Οι πλαγιογραμμένες εκφράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο και συγκεκριμένα από τις σελίδες 20, 28, 31, 32, 38, 42, 43, 49, 50 και 77.