Attention, s’il vous plaît!
Μη μου πείτε! Εντυπωσιακή η έναρξη! Μόνο που δεν είναι δική μου. Με αυτόν τον τρόπο ο Κωνσταντίνος Ιωακειμίδης ξεκινά το ταξίδι της συγγραφής, του τέταρτου βιβλίου του, και για να γίνω πιο σαφής, με αυτόν τον τρόπο ξεκινά την αφήγηση εκείνη. Η ηρωίδα του μυθιστορήματος δηλαδή, που από την πρώτη κιόλας αράδα δείχνει πόσο κοσμογυρισμένη είναι. Και δεν είναι άλλη, από μια βαλίτσα που τη λένε Λίτσα. Βαλίτσα-Λίτσα. Καταλαβαίνετε. Όλες οι κοπέλες διαθέτουν ένα χαριτωμένο χαϊδευτικό κι εκείνη κατέληξε με το Λίτσα όπως μας παραπονιέται κι η ίδια στην κατάθεση ψυχής [Τι; Μόνο μυαλό, μνήμη, αισθήματα και γλώσσα διαθέτει η βαλίτσα; Αφού θυμάται, ονειρεύεται, αναπολεί και μιλάει, συνειρμικά φαίνεται ότι διαθέτει και ψυχή]... όπως λοιπόν μάς παραπονιέται κι η ίδια στην κατάθεση ψυχής που ακολουθεί, θα προτιμούσε ένα Λίλιαν που είναι πιο... κάτι, πιο σικ, πιο μουσικό, πιο εύηχο, πιο κοσμικό... έστω ένα Λία... αλλά δεν ήταν τυχερό· έμελλε να πορευτεί με το Λίτσα.
Δράττοντας την ευκαιρία, ανοίγω μια παρένθεση για να αναφερθώ στον συγγραφέα. Ο Κωνσταντίνος γράφει από εσωτερική ανάγκη εμπνεόμενος από τη ζωή, από προσωπικές του εμπειρίες, από προσωπικές καταγραφές... εξού και τα βιβλία του βγάζουν μια αλήθεια που την εισπράττει ο αναγνώστης ως ειλικρίνεια και αυθεντικότητα. Στο συγγραφικό του στιλ αποφεύγει επιδεικτικά τους μελοδραματισμούς και τα δράματα. Τα πιο σοβαρά, δύσκολα ή στενάχωρα γεγονότα αναφέρονται με όσο το δυνατόν πιο ανάλαφρο τρόπο και πάντα μέσα από το πρίσμα των κωμικών στοιχείων που διακατέχουν τα λεγόμενά του. Προτιμά τις λίγες κουβέντες στο χαρτί παρά τις μεγάλες αναπτύξεις με τις πολλές λεπτομέρειες και δεν εκδίδει τίποτα αν δεν συνδέεται συναισθηματικά με αυτό. Του αρέσει να δίνει λόγο σε πράγματα που δεν μιλάνε στην πραγματικότητα (αντικείμενα ή ζώα για παράδειγμα) όχι όμως για να αποστασιοποιηθεί από το κείμενο αλλά για να εξετάσει ή να εκμεταλλευτεί τις διαφορετικές προοπτικές που του προσφέρει μια τέτοια σύμβαση.
Συμπερασματικά, φτάνουμε στο νέο αυτό βιβλίο του όπου γνωρίζουμε την ανθρώπινη οικογένεια μιας βαλίτσας και τον κόσμο μέσα από τα μάτια και τις αναμνήσεις της. Κι αν αναρωτιέστε ποια άλλα πράγματα από αυτά που υπάρχουν γύρω μας μπορούν να μιλήσουν... η ίδια μάς ενημερώνει για τα έπιπλα ότι: Όμορφα είναι και καλόγουστα, δε λέω, αλλά δεν μιλάνε!
Ωστόσο οι βαλίτσες μιλάνε, και ιδού μια βαλίτσα-Λίτσα που θυμάται αδειανή από πράγματα, αλλά γεμάτη αναμνήσεις τα ταξίδια και τους ανθρώπους που την κράτησαν, που την γέμισαν με ό,τι απαραίτητο για τον δρόμο... για ΤΟΥΣ δρόμους. Πολλά τα χρόνια, πολλές οι διαδρομές, πολλά τα χέρια, τα μάτια, τα βήματα... πολλές οι πόλεις [Πέραμα, Ευγένεια, Αθήνα, Νίκαια], τα λιμάνια [Πειραιάς, Βόλος, Θεσσαλονίκη, Πάτρα], οι σιδηροδρομικοί σταθμοί [Λαμία, Λάρισα], οι εκδρομές τους [Πήλιο, Πρέσπες, Κοζάνη, Δράμα, Ξάνθη, Καστοριά], τα νησιά [Ύδρα, Ικαρία, Σαλαμίνα, Πόρος, Σύρος, Μύκονος]... ακόμα και παραπέρα, έξω από την Ελλάδα, [Ιταλία, Βιέννη, Κωνσταντινούπολη] σε όλα αυτά τα μέρη που έφτασε με κάθε δυνατό μέσο: με τα πόδια, με αυτοκίνητα, τρένα, πλοία, λεωφορεία, αεροπλάνα –μπήκε και στο μετρό!
Η ιστορία της ξεκινά πριν το 1940, όμως κατ' ουσίαν από τότε που την κράτησε στο χέρι του ο πρώτος της κάτοχος, τότε που ξέφυγε από τη βιτρίνα του καταστήματος, ξεκίνησε η διαδρομή της και φτάνει ως τις μέρες μας και ακόμη πιο μακριά, οπότε λογικά η προσφώνηση κοπέλα που έκανα παραπάνω δεν πολυισχύει, τα έχει τα χρονάκια της... αλλά αυτό φαντάζομαι το είχατε ήδη καταλάβει από τον τίτλο.
Εικοσιμία αφηγήσεις μιας βαλίτσας που "βλέπει" ιστορικές στιγμές: κατοχή, πόλεμο, ειρήνη, δικτατορία, δημοκρατία... Ολυμπιάδες... σεισμούς... γιορτές, αρραβώνες, γάμους, γεννήσεις, θανάτους... δάκρυα από χαρές, δάκρυα από λύπες... αποφάσεις, επιτυχίες, αποτυχίες, σχέσεις... ζωή. Ναι, ζωή. Μια βαλίτσα που έχει ζωή. Δε μιλάει έτσι απλά, διεκπεραιωτικά, στεγνά κι αμέτοχα. Βιώνει καταστάσεις, έχει συναισθήματα και άποψη.
Η ανάγνωση κυλά αβίαστα. Η γλώσσα βατή και η διάθεση ευθυμογραφική, ούτε για μια στιγμή δε βαραίνει το κλίμα από τις δυσκολίες ή τα προβλήματα ενώ ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι η ιστορία της βαλίτσας διαθέτει πλήθος αυτοβιογραφικών στοιχείων και αληθινών περιστατικών. Η γραφή ημερολογιακή και πρωτοπρόσωπη όμως απουσιάζουν οι μελοδραματισμοί όπως και οι μακροσκελείς πλατιές περιγραφές. Σου επιτρέπει να πλάσεις τις εικόνες, να δημιουργήσεις με τη φαντασία τα πρόσωπα μένοντας φειδωλός και παραθέτοντας τα πιο απαραίτητα.
Οι χαρακτήρες, δηλαδή οι άνθρωποι που γνώρισε η βαλίτσα –και δεν είναι καθόλου λίγοι!– οικείοι, γήινοι, αναγνωρίσιμοι τριγύρω ή στον κύκλο σου... απτοί. Και πραγματικά δεν ξέρω αν μπορείς να ταυτιστείς καλύτερα με τον Κωνσταντίνο, τη Φωτεινή, τον Μανολιό, τη Μαίρη και όλους τους άλλους ή με την ίδια την βαλίτσα κι ας είναι ένα αντικείμενο... γιατί, ηλίου φαεινότερο, προσεγγίζεται ως κανονικό μέλος οικογένειας.
Τέλος, αντί να αναφερθώ στα γεγονότα της εξιστόρησης, σκεπτόμενη ότι εύκολα θα μπορούσα να σας στερήσω τις εντυπώσεις, παραθέτω μια σειρά ερωτημάτων –όλα απαντώνται στο βιβλίο επακριβώς– στοχεύοντας στην αφύπνιση τής περιέργειάς σας.
Ποιος ξεπέρασε τα δυο μέτρα ύψος και φοράει 50 νούμερο παπούτσι; Ποιο ταξίδι τής φάνηκε ότι κράτησε αιώνες; Ποιος έχασε το χρώμα του; Μήπως ερωτεύτηκε παράφορα τον καναπέ; Ποιος είναι ο Μινχάουζεν;
Πέρα από τις απαντήσεις σε τέτοιες και σε άλλες παρόμοιες ερωτήσεις... στις σελίδες του βιβλίου θα συναντηθείς με δύο υπάρξεις: μια βαλίτσα και τον συγγραφέα.
Εκείνος έχει πει ότι η μεγαλύτερη κατάκτησή του είναι να μείνει ένα γλυκό χαμόγελο στο πρόσωπο κάθε αναγνώστη του. Εκείνη... θα σας πει όλα τα υπόλοιπα με πολλές πολλές λέξεις στο βιβλίο της. Οι δυο τους -ίσως- θα συναντηθούν και θα συνοψίσουν σε μια φράση:
Να ζήσω! Αυτό ήθελα πιο πολύ απ’ όλα.
Το βιβλίο του Κωνσταντίνου Ιωακειμίδη, Η γριά βαλίτσα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή.
Οι πλαγιογραμμένες εκφράσεις είναι αποσπάσματα του βιβλίου.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Πνοή και τον Κωνσταντίνο Ιωακειμίδη για τη διάθεση του βιβλίου.
Περισσότερα από/για τον Κωνσταντίνο Ιωακειμίδη: