Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Τον είδε και τον ερωτεύτηκε με μιας. Κεραυνοβόλα.
«Δεν είναι δυνατόν να μου συμβαίνει εμένα κάτι τέτοιο», έλεγε στην κολλητή της. «Δεν το πιστεύω. Μη και δεν είμαι εγώ που τέτοιου είδους έρωτες τους κοροϊδεύω;»
«Εσύ είσαι. Ακριβώς όπως το λες. Δεν το ξέρεις; Κορόιδευε κορόιδευε, και έρχεται μια πανέμορφη στιγμή που όλα τα λούζεσαι. Κάποιος εκδικείται. Ναι, αλλά ποιος; Κανείς δεν ξέρει».
«Τι θα κάνω μου λες; Αν τύχει και το πάρει είδηση θα πεθάνω από τη ντροπή μου».
«Ουφ καημένη και συ. Άφησε τον καθένα να πιστεύει ό,τι θέλει για σένα. Μη του χαλάς την πίστη ή την ψευδαίσθηση. Αν και εδώ που τα λέμε δεν φαίνεται τύπος μήτε ονειροπόλος μήτε χαιρέκακο άτομο. Άφησε και θα δούμε. Και επιπλέον δεν νομίζω να σε έχει προσέξει. Και στο κάτω κάτω, "αγαπώ", σημαίνει ΕΓΩ αγαπώ. Το τί αισθάνεται ο άλλος, δικό του θέμα. Έλα τώρα να πάμε στο αμφιθέατρο μπορεί να είναι ο καθηγητής ήδη μέσα. Και για κοίταξε, προς τα εκεί πάει και ο τύπος. Περίεργο. Δεν τον έχω ξαναδεί. Λες να είναι συμφοιτητής μας; Αμ τότε αλλάζουν τα δεδομένα. Το θέμα γίνεται πανεύκολο. Ακολουθεί συγκεκριμένη τροχιά και την κατάληξη δεν σου την εύχομαι καθόλου» είπε η κολλητή και εμείς δεν μπορούμε να πούμε πως είχε άδικο. Πόσο κρατούν αυτές οι ιστορίες! Και συνέχισε: «Βέβαια κάθε μία ιστορία είναι σαν έναν κανόνα, έχει και τις εξαιρέσεις της. Που ξέρεις; Μπορεί να είσαι εσύ μία από αυτές που βοήθησαν στην διάσπαση του… ατόμου. Γιατί, ξέρεις ε; Αυτό είναι ευκολότερο από το να σπάσεις μια προκατάληψη, όπως π.χ. αυτή που λέει ότι ο άντρας κυνηγός δεν εκτιμάει γκόμενες που πάνε να σπάσουν την παράδοση και αλλάξουν τους ρόλους. Γι' αυτό πρόσεχε. Μη σε πάρει είδηση πως τον γλυκοκοιτάζεις. Θα χάσεις το παιχνίδι καλά καλά δεν το άρχισες. Να δεις πως εάν είναι συμφοιτητής μας μπορεί να έρθουν τα πράγματα όπως τα ελπίζεις. Μπορεί όμως να έχει και κορίτσι βρε παιδί μου και εσύ αντροχωρίστρα μοιραία, δεν μου δίνεις την εντύπωση πως είσαι. Κάνω λάθος;
Δείξε λοιπόν υπομονή.
Υπομονή βέβαια τόση, όση να μην ξεπερνάει τα όρια αντοχής. Αν τα ξεπεράσεις, θα πει ότι είσαι μαζοχίστρια και αυτή θα είναι η έκπληξη των εκπλήξεων γιατί ένα πράγμα που θαυμάζω σε σένα είναι ότι ποτέ δεν αφήνεις τον άλλο να πει ότι είσαι αιθεροβάμων…»
Μπήκαν στο αμφιθέατρο την στιγμή που ο καθηγητής είχε κάποιον επιστημονικό διάλογο με έναν γνωστό τους συμφοιτητή.
Όσο πιο αθόρυβα μπορούσαν κάθισαν στις θέσεις τους και ο καθηγητής βλέποντάς τις είπε:
«Συγγνώμη κυρίες μου που δεν σας περιμέναμε και αρχίσαμε το μάθημα χωρίς εσάς. Δεν θα επαναληφθεί σίγουρα» είπε σαρκαστικά και γυρίζοντας στον φοιτητή που πριν μιλούσε τον παρότρυνε να συνεχίσει από το σημείο που συνέβη η διακοπή.
Να άνοιγε η γη να την κατάπινε την καημένη τη Φιλίτσα. Τέτοια άχαρη είσοδο σε αμφιθέατρο δεν είχε ξαναζήσει. παρόντος εκείνου.
Η φίλη της η Μόνικα της είπε γράφοντας σε ένα κομμάτι χαρτί:
«Γίναμε ρεζίλι, μα έχει και η ιστορία τα καλά της. Κάναμε αισθητή την παρουσία μας. Αποκλείεται πια να μη ξέρει ο τύπακάς σου ότι είμαστε συμφοιτητές του. Αν του κάνεις και συ το ανάλογο ΚΛΙΚ σαν αυτό που αυτός έκανε σε σένα. από τώρα σου εύχομαι βίον ανθόσπαρτον καλή μου Φιλιώ…»
Ο δε καθηγητής θαύμασε κρυφά τη φιλομάθεια της Μόνικας η οποία αμέσως μετά την ειρωνική προσβολή του, απτόητη πήρε χαρτί και μολύβι και κρατούσε σημειώσεις για τα όσα χαζά αυτός έλεγε κάνοντας τον σπουδαίο. Το βλίτο, έτσι νόμιζε.
Ο καθηγητής αυτός, ήταν ο φόβος και ο τρόμος των φοιτητών. Για να περάσει κάποιος στο μάθημά του έπρεπε να το δώσει τρεις και τέσσερις φορές ή ακόμη και περισσότερες. Είρων από τους λίγους και οι προσβολές του στους άμοιρους φοιτητές του παροιμιώδεις. Αν κάποιος τις μάζευε μπορούσε να κάνει ένα περίεργο και ενδιαφέρον βιβλίο, ενδεικτικό της νοοτροπίας ορισμένων εκπαιδευτικών.
«Φιλοδοξία μου είναι να του το φτιάξω το βιβλίο τούτο μια μέρα και να μου το θυμηθείς ότι θα γίνει best seller Θα γίνει ανάρπαστο στους Πανεπιστημιακούς κύκλους ανωνύμως στην αρχή για ευνόητους λόγους και μετά θα το εκδώσω για το υπόλοιπο κοινό». Απάντησε η Φιλιώ στο σκονάκι της Μόνικας. «Εύχομαι μόνο, έως ότου το φτιάξω να μην έχει ασχοληθεί με την Πολιτική όπως τόσοι και τόσοι συνάδελφοί του γιατί τότε θα είναι δώρον άδωρον. Γιατί τότε η μόνη μου εκδίκηση θα είναι να μη τον ψηφίσω και μόνο».
Προς το τέλος της παράδοσης του μαθήματος είπε ο καθηγητής απευθυνόμενος στους φοιτητές του: «Μου ζητήσατε σημειώσεις. Ζητήσατέ τις από τις συμφοιτήτριές σας. Είμαι σίγουρος ότι κατέγραψαν ό,τι είπα».
Το αίμα έβαψε κόκκινα τα μάγουλα των κοριτσιών. Για σκέψου να τους ζητούσε και να… διαβάσει τί έγραψαν! Η φοιτητική τους ζωή θα σταματούσε στο σημείο αυτό γιατί ακόμη και αν το Πανεπιστήμιο το είχαν τελειώσει, πτυχίο δεν θα έβλεπαν, χωρίς βαθμολογία στο μάθημα του εν λόγω κυρίου.
Στο σημείο αυτό να πούμε ότι τα κορίτσια γνώριζαν έναν νέο άντρα, γόνο μιας γνωστής Αθηναϊκής οικογένειας που, εξ αιτίας ενός τέτοιου υπέροχου δασκάλου, έφτασε να γίνει 30 ετών για να πάρει το πτυχίο του Φυσικού, πράγμα που ούτε και τότε θα το έπαιρνε αν ο καθηγητής δεν έπαιρνε την απόφαση να ασχοληθεί με την πολιτική, και λόγω του ασυμβίβαστου να αντικατασταθεί από άλλον του συνάδελφο στη Σχολή. Ο φοιτητής το μάθημα το πέρασε με τον νέο καθηγητή και το βιβλίο το ήξερε πια καλύτερα από τον διδάσκοντα. Πήρε το μόνο 9άρι στον πάπυρό του και πολύ καμάρωνε γι’ αυτό. Έφτασε να πάει φαντάρος 30άρης ων. Αναβολή στην αναβολή για το στράτευμα. Είχε και τα καλά της η μνησικακία του καθηγητή. Εξαγόρασε τη θητεία του (λεφτά είχε ο daddy) και οι προς την Πατρίδα υποχρεώσεις εκπληρώθηκαν!...
Και όπως το προέβλεψε η Μόνικα αποτέλεσμα της αρνητικής εισόδου στο Αμφιθέατρο ήταν να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στο τέλος της παράδοσης τις πλησίασαν φίλοι, γνωστοί και άγνωστοι, και μεταξύ αυτών των δεύτερων και το αντικείμενο του πόθου της Φιλιώς ο Μιχάλης, ο οποίος εισέπραξε την ύψιστη τιμή, του να επιτραπεί να γίνει μέλος της παρέας και σε πολύ λίγο, φίλος των κοριτσιών.
Όμως μέχρι εκεί.
Άντε πάλι νουθεσίες από τη Μόνικα που όλα τα ήξερε και τίποτα δεν τηρούσε για πάρτι της.
Το κατηχητικό της ήταν για τους άλλους. Για την ίδια, ίσχυαν άλλα μέτρα και σταθμά.
Είχε αρχίσει, εδώ που τα λέμε, να ρίχνει και λίγο νερό στο κρασί της γιατί είχε αρχίσει να υποψιάζεται ότι τα αγόρια δεν τις πήγαιναν τις ξερόλες και δεν τις ήθελαν για γκόμενες.
Η Φιλίτσα με το τέλος του ακαδημαϊκού έτους είχε μεν τη χαρά να έχει περάσει όλα της τα μαθήματα μα στα αισθηματικά της δεν έβλεπε καμία απολύτως αλλαγή. Ο Μιχάλης, ναι μεν φίλος, ναι μεν προστατευτικός αλλά έτερον ουδέν. Η Φιλιώ τα είχε πάρει στο κρανίο. Στη ζωή της, ο τύπος, έλαμπε δια της απουσίας του.
Δεν θα έλεγε κανείς ότι έφαγε πόρτα ή κάποιου είδους απόρριψη αφού εκείνη δεν του είχε δείξει τίποτα από τα αισθήματά της. Αλλά πως να το κάνουμε; Το βάλτωμα μιας σχέσης σε επίπεδο φιλίας μεταξύ ετερόφυλων ενώ εσύ άλλα επιθυμείς, είναι ένα είδος μοναξιάς. Εκεί που έβλεπε μια ακτίνα φωτός, ένα κάποιο ιδιαίτερο χαμόγελο, μια πιο επίμονη ματιά, εκεί πάγωναν όλα.
Μια φορά, θυμάται, την ώρα που αποχαιρετίζονταν για τις καλοκαιρινές διακοπές, της κράτησε το χέρι λίγο πάρα πάνω του συνήθους και η καρδιά της έκανε τούμπα στο στήθος της. Μα άδικα το ακροβατικό της καρδιάς της. Τίποτα περισσότερο δεν συνέβη. Λένε ότι η ουσία στον έρωτα είναι η αβεβαιότητα. Θα πρέπει αυτό να είναι αληθινό γιατί αντί να στείλει τόσο αυτόν όσο και τη δειλία του στον αγύριστο, δεδομένου ότι και η υπομονή έχει τα όριά της, ο έρωτας του κοριτσιού μεγάλωνε, φούντωνε, αντιστρόφως ανάλογα με την αβεβαιότητα ή την ατολμία του Μιχαλιού.
Μα τελικά επρόκειτο για ατολμία; Ή για αδιαφορία; Να ήταν δειλία; Ή απλά δεν την γούσταρε;
Η Φιλιώ ένιωθε ηλίθια με το να παίρνει την ιστορία αυτή τόσο κατάκαρδα.
Σε ένα βιβλίο του Μαρκές είχε διαβάσει κάτι που την συγκλόνισε:
«Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σε έβλεπα θα έλεγα "σ’ αγαπώ" και δεν θα υπέθετα ανόητα ότι δεν το ήξερες ήδη».
Αυτό της άνοιξε τα μάτια.
Ο Μιχάλης να το ήξερε ήδη ότι είναι τόσο ερωτευμένη μαζί του;
Ήταν σίγουρη ότι ΝΑΙ.
Δεν ήταν δυνατόν να την βλέπει συνεχώς μόνη αυτήν την τόσο όμορφη κοπέλα με μόνη συντροφιά της τη Μόνικα και να μην αναρωτιέται πώς και αυτό;
Εδώ και η Μόνικα είχε το αγόρι της έναν γελαστό κοκκινομάλλη φοιτητή που δεν έπληττες ποτέ μαζί του.
Η Φιλίτσα έβαζε διπλή στρώση make up για να μη φαίνεται το έντονο κοκκίνισμα στα μάγουλά της κάθε φορά που της μιλούσε. Ήταν ένα καλό καμουφλάζ σε αυτή την ενστικτώδη αντίδραση του οργανισμού της που θα την πρόδιδε σίγουρα.
Μια μέρα λοιπόν σε μια φοιτητική εξέγερση κλείστηκαν στη Σχολή χωρίς να το καταλάβουν και οι επικεφαλής των εγκλείστων δεν τους επέτρεψαν να βγουν.
"Να την λοιπόν η ευκαιρία σου Φίλε. Αν την εκμεταλλευτείς… θα σε συγχωρήσω για την τόλμη σου. Αν όμως τη χάσεις, δεν θα στο συγχωρήσω ποτέ", σκέφτηκε απελπισμένα η Φιλιώ. Υποσχέθηκε δε στην κολλητή της ότι αν μετά από αυτόν τον ακούσιο εγκλεισμό δεν γινόταν μια αρχή, δεν επρόκειτο να την ξανακούσει να μιλάει γι’ αυτόν. Μέσα στην καρδιά της θα είχαν τελειώσει όλα.
Άρχισαν να πέφτουν δακρυγόνα από τα παράθυρα της Σχολής προς το εσωτερικό της. Θύμιζαν το κόλπο του κυνηγού να ξετρυπώσει την αλεπού από τη φωλιά της, βάζοντας χόρτα να καίγονται από το ένα άνοιγμα να γεμίσει καπνό το εσωτερικό και να προσπαθήσει το ζωντανό να βγει από το άλλο άνοιγμα. Να το τσακώσουν και να γίνει μια όμορφη γούνα για την πλούσια κυρία να την προστατεύει από την παγωνιά.
Η Φιλιώ είχε μία αλλεργική ευαισθησία του αναπνευστικού και άρχισε να βήχει ακατάπαυστα. Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της μα δεν έλεγε λέξη.
Για μια στιγμή βλέπουν οι δυο τους το Μιχάλη να μιλάει σε έντονο ύφος με έναν έγκλειστο που κατείχε ένα νευραλγικό πόστο, και στη συνέχεια να πλησιάζει τα κορίτσια κρατώντας μία βρεγμένη πετσέτα.
Πηγαίνει κοντά στη Φιλίτσα λέγοντάς της:
«Κάνε λίγη υπομονή Φιλιώ μου. Σε λίγο θα σε βγάλω από εδώ μέσα. Μίλησα με τα κωλόπαιδα, δεν μπορεί να αφήσουν να πάθεις κακό γιατί θα τους ανατινάξω μαζί με το κτίριο και όλους τους. Και άρχισε να της σκουπίζει το στόμα, τα μάτια, όλο της το πρόσωπο.
Η Μόνικα, εμβρόντητη παρακολουθούσε τη σκηνή. Αν και ανησυχούσε για τη φίλη της, μέσα της ευχαριστούσε την αστυνομία για τα δακρυγόνα της που επέφεραν ένα τόσο ποθητό αποτέλεσμα.
Βγήκαν και οι τρεις από τη Σχολή κρατώντας... μια άσπρη σημαία και παρά την κράτησή τους από την αστυνομία ζήτησε και πέτυχε να έρθει γιατρός να δει το κορίτσι.
«Και τι σου είναι η κοπέλα νεαρέ;» ρώτησε κάποιος τον Μιχάλη γιατί η Φιλιώ δεν μπορούσε να μιλήσει έτσι όπως ήταν με τη μάσκα οξυγόνου που της είχαν βάλει, αφ’ ενός και από τη συγκίνησή της αφ’ ετέρου.
«Το κορίτσι μου. Και γιατρέ πες μου αν είναι και υπάρχει πρόβλημα να την πάω στο νοσοκομείο».
Γυρίζοντας δε προς τη Φιλίτσα τη ρώτησε:
«Πως αισθάνεσαι μωρό μου;»
«Είμαι ήδη πολύ καλύτερα Μιχάλη μου και σ’ ευχαριστώ για όλα».
«Δόξα Σοι ο Θεός, Με τρόμαξες Φιλίτσα. Να ξέρεις σ’ αγαπώ, δεν φαντάζεσαι πόσο. Και αν δεν κάνω λάθος και συ με αγαπάς το ίδιο» πρόσθεσε χωρίς ίχνος κομπορρημοσύνης στα αντρίκια λόγια του.
«Δεν κάνεις κανένα λάθος αγάπη μου. Μόλις σου είπα την πιο μεγάλη μου αλήθεια που βέβαια την είχες μαντέψει».
Της Μόνικας τα μάτια ήταν δακρυσμένα όχι βέβαια πια από τα δακρυγόνα. Γιατί κι αυτή μόλις… αποκατέστησε ερωτικά τη αγαπημένη της φίλη…
ΤΕΛΟΣ
Copyright © Λένα Μαυρουδή Μούλιου, All rights reserved, 2016
Το συνοδευτικό κολάζ δημιουργήθηκε με λεπτομέρειες ακρυλικού πίνακα της Marlina Vera.
Της ίδιας:
Τα βραχιόλια
Υδροχόος με Σκορπιό
Το συνοδευτικό κολάζ δημιουργήθηκε με λεπτομέρειες ακρυλικού πίνακα της Marlina Vera.
Της ίδιας:
Τα βραχιόλια
Υδροχόος με Σκορπιό