Το πρώτο πράγμα που έχω στο μυαλό μου όταν κάθομαι να γράψω για ένα συγγραφικό έργο είναι να μη πω πολλά. Γιατί τα πολλά πλατειάζουν και ξεχειλώνουν την όποια εντύπωση. Γιατί τα λόγια μπορούν εύκολα να ξεφύγουν σε περιγραφές υπεραναλυτικές -ειδικά αν σου αρέσει να μιλάς για τα έργα των ανθρώπων όπως εγώ. Γιατί δεν πρέπει να προδώσεις το όλον ακόμη κι αν έχεις τις λέξεις να το κάνεις. Γιατί οφείλεις να προστατεύσεις τον μελλοντικό αναγνώστη από άσκοπη υπερέκθεση ώστε να ισχύει για όλους η χαρά τής πρώτης επαφής, η μαγεία της ανακάλυψης... Με την ελπίδα να μη μιλήσω περισσότερο από όσο χρειάζεται, λοιπόν...
Οι Οροσειρές του εαυτού, μάλλον, αποτελούν την πρωτόλεια εκδοτική ματιά του Σπύρου Χαλβαντζή που αν και μικρός σε ηλικία δείχνει να διαθέτει βάθος η ψυχή του και όρεξη για έκφραση η πένα του· μπορεί να δούμε κι άλλα δικά του εν καιρώ. Προς το παρόν, ανοίγοντας αυτό το λευκό εξωτερικά βιβλίο εισέρχεσαι σε έναν άδυτο κόσμο γεμάτο σκοτάδια -κάπως έτσι δεν είναι και ο εαυτός;- που περιγράφονται με λέξεις όπως: σκάψιμο, τέλος, άβυσσος, σαρκίο, μαύρες, χειμώνας, ραπίσματα, λήθη, ανεμοθύελλες, γυμνότητα, νεκροί, σκάψιμο, εξορκισμός, λεηλασία, σκονισμένοι, σκότος, φονιάδες... σε συγγραφικές φόρμες που κινούνται από τα όρια του μικροδιηγήματος ως την πεζοποίηση και από την άνευ ρίμας ποίηση ως την στιχομυθία.
Ανεμοθύελλα το σούρσιμο του κορμιού σας, που στρώνει και ξαναστρώνει το σεντόνι της γης.
Όπως φαντάζεται κανείς από τον τίτλο τής συλλογής, περιστρέφεται εντός του και καταγράφει το μέσα του, αναγνώσκει τις φωνές, αναγνωρίζει αυτό που υπάρχει εκεί -κάπου το αποδέχεται προς τιμή του- και προχωρά φιλοσοφώντας. Θέτει ερωτήματα που επιδέχονται ώρες αναλυτικής σκέψης, αν όχι μέρες, για να καταφέρει κανείς να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα-απάντηση -αν το καταφέρει!
Τι πάει να πει κεφάλι, τι πάει να πει έχω κάτι μέσα στο κεφάλι;
Γιατί να σκέφτομαι και να μην νομίζω απλά ότι σκέφτομαι;
Έτσι, η επικέντρωση στο εγώ (στο είμαι) δε γίνεται με την εγωιστική έννοια αλλά με την εσωτερική αναζήτηση και εξερεύνηση του εαυτού. Αναζητά το τί είναι -συνειρμικά το τί δεν είναι-, τον άνθρωπο που είναι -και αντίστοιχα τον άνθρωπο που δεν είναι.
Μέγας δυνάστης της ύπαρξής μου αυτή η γλώσσα, λες και αυτή με κρατάει στην ύπαρξη, έστω και λειψό.
Και μέσα από δρόμους εσωτερικής αναζήτησης, κουβέντας με τον εαυτό και φιλοσοφίας σκέψεων και ιδεών καταλήγει κάποτε να συμπεράνει -ακόμα και- ότι: μάλλον υπάρχω όπως εγώ επιθυμώ να υπάρχω με τη διαφορά ότι ...εσείς όμως δεν υπάρχετε. Μου έκανε εντύπωση. Για τη δύναμη των λέξεών του σε συνδυασμό με την απλότητα της γραφής τους η οποία σαν να προέκυψε αβίαστα, αυθόρμητα, αυτόματα θα έλεγε κανείς.
Κάπως έτσι θα χαρακτήριζα και τη γραφή του έργου Ο αγγελιοφόρος. Αυθόρμητη ή σα να μην υπήρξε δεύτερη ανάγνωση/σκέψη. Ένας χείμαρρος καταθέσεων· αλλού μια εξομολογητική διάθεση... μέχρι να κατασταλάξει στο αυτονόητο(;) σας μιλώ για το τίποτα... ...Αφού δεν ξέρω τίποτα παραφράζοντας την γνωστή φιλοσοφική ρήση* ενώ λίγο μετά θα αναλύσει ακόμη περισσότερο την σκέψη του οριοθετώντας τις προθέσεις της δήλωσής του όταν: Τι να ξέρω και πώς να το ξέρω; Αφού το τίποτα δεν μαθαίνεται. Το τίποτα πρωτίστως δεν αποκαλύπτεται, απλά υπάρχει. Βασικά ούτε υπάρχει το τίποτα.
Κάπως έτσι θα χαρακτήριζα και τη γραφή του έργου Ο αγγελιοφόρος. Αυθόρμητη ή σα να μην υπήρξε δεύτερη ανάγνωση/σκέψη. Ένας χείμαρρος καταθέσεων· αλλού μια εξομολογητική διάθεση... μέχρι να κατασταλάξει στο αυτονόητο(;) σας μιλώ για το τίποτα... ...Αφού δεν ξέρω τίποτα παραφράζοντας την γνωστή φιλοσοφική ρήση* ενώ λίγο μετά θα αναλύσει ακόμη περισσότερο την σκέψη του οριοθετώντας τις προθέσεις της δήλωσής του όταν: Τι να ξέρω και πώς να το ξέρω; Αφού το τίποτα δεν μαθαίνεται. Το τίποτα πρωτίστως δεν αποκαλύπτεται, απλά υπάρχει. Βασικά ούτε υπάρχει το τίποτα.
Τελικώς, πρόκειται για μια συλλογή που ταιριάζει με ένα φθινόπωρο, την εποχή που αποχωρούν ο δυνατός ήλιος και οι μεγάλες μέρες και έρχονται σιγά σιγά, ολοένα και πιο κοντά, το κρύο και η σκοτεινιά των μεγάλων βραδιών. Στο φθινόπωρο που σηματοδοτεί το μεταίχμιο της μετάβασης από έξω στο μέσα. Όπως και ο συγγραφέας που αφήνει το έξω (του), το φαίνεσθαι, την εμφάνιση -δεν τον απασχολεί καν- και πραγματεύεται ανθρώπινα εσωτερικά ζητήματα αφού περάσει υπογείως και τα θέλω του δηλώνοντας:
Επιθυμώ να ανήκω σε λίγους και όχι σε όλους.
Θέλω να πεθάνω στην ώρα μου. Μόνο όταν πρέπει να πεθάνω.
Σας ευχαριστώ που με ακούσατε θα πει κλείνοντας, επίτηδες λανθασμένα καθώς κανείς δεν τον άκουσε ποτέ, μόνο κάποιοι τον διάβασαν, όμως λόγω της αυθεντικότητας του κειμένου έπρεπε να δηλώσει εκείνο που αντιστοιχεί στην δημιουργία του έργου του, στην εικόνα που δομεί, δηλαδή τον εαυτό του να μιλάει προς ένα αθέατο(;) κοινό. Και, έχω την αίσθηση πως, όταν έλεγε -έγραφε- ότι πάει να προλάβει την εμφάνισή του στη σκηνή κυριολεκτούσε.
Του εύχομαι να προλάβει. Εκείνος ξέρει.
Η ποιητική συλλογή του Σπύρου Χαζβαντζή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις vakxikon.gr.
Δείτε το στις εκδόσεις vakxikon!
Preview
Δείτε το στις εκδόσεις vakxikon!
Preview
Το εξώφυλλο κοσμεί σκίτσο του Κώστα Παπαστεργίου. Σκίτσα έκδοσης: Αναστασία Αλεξανδρή.
Στο οπισθόφυλλο...
Αστραποβροντά στη χώρα που ερέβους
τι κι αν μου 'πανε για διάττοντες αστέρες
λυχνίες φωτισμού δεν στέκουν πια στο χέρι
ο θάνατος κάπου εκεί μου στήνει το καρτέρι.
Ανέμελο καλάηδισμα στα δέντρα η μουσική
ειν' η ζωή που κρώζει από παντού
και δυο στυφά αυτιά απ' του πολέμου τη βουή.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα του βιβλίου.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις vakxikon.gr για τη διάθεση του βιβλίου.
*Για τη φράση, Εν οίδα ότι ουδέν οίδα, του Σωκράτη.