Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Μια χαρούμενη τετραμελής συντροφιά ξεκίνησε για μια πενθήμερη εκδρομή στη Βενετία. Η Φρίντα, η Μίνα, ο Μάριος και ο Μίκυ, το πανέμορφο γιορκσάιρ σκυλάκι της Μίνας που δεν το αποχωριζόταν ποτέ παρά μόνο για εκεί που και οι Βασιλιάδες πηγαίνουν μόνοι τους! Αν και για να πούμε την αλήθεια, κανείς δεν το πίστευε αυτό ξέροντας την παθολογική αγάπη του κοριτσιού για τον τετράποδο αγαπημένο της.
Το πήρε λοιπόν μαζί της γιατί ένα ήταν το σίγουρο. Έτσι και το άφηνε σε κανένα από αυτά τα πανάκριβα resorts φύλαξης ζώων, αυτό όπως ήταν μαθημένο να ζει και ν’ αναπνέει μαζί της, από την στενοχώρια του νομίζοντας ίσως ότι το εγκατέλειψε θα πέθαινε από μαρασμό πριν η κυρά του επιστρέψει από την Βενετία.
Στο καράβι υπήρχαν απαγορεύσεις και ήταν αυστηρές. Δεν επιτρεπόταν τα ζώα να κυκλοφορούν είτε λυτά είτε δεμένα. Μια μεγάλη καμπίνα φιλοξενούσε τους παράξενους ταξιδιώτες κλεισμένους σε μεγάλα κλουβιά, υπό την επίβλεψη ενός ειδικά εκπαιδευμένου υπαλλήλου να τον πούμε, που ήταν επιφορτισμένος για την φύλαξη, την φροντίδα και την ασφάλεια των ζώων έναντι μιας καθόλου ευκαταφρόνητης αμοιβής που ισοδυναμούσε με το εισιτήριο και τα έξοδα ενός κανονικού επιβάτη.
Απολάμβαναν λοιπόν το ταξίδι τους με την Μίνα ναι μεν να μη το δείχνει, αλλά να την τρώει η έγνοια για τον Μίκυ που ασυνήθιστος καθώς ήταν σε ταξίδια και κλουβιά εκλάμβανε πιθανόν την νέα κατάσταση σαν εγκατάλειψη, σαν έλλειψη αγάπης, εκεί που από αγάπη άλλο τίποτα δεν είχε στην σκυλίσια του ζωή. Να ήταν κλάμα, να ήταν απορία να ήταν θυμός; Το έριξε στο γάβγισμα non stoρ. Μικρό το δέμας μεν αλλά έκανε φασαρία όσο δέκα σκυλιά μαζί. Έτσι η Μίνα με χίλιες δυο προφάσεις, που την έχανες που την έβρισκες ήταν στην ιδιότυπη αυτή φυλακή και προσπαθούσε με λόγια τρυφερά σαν αυτά που μια μάνα ψιθυρίζει με αγάπη στο νεογέννητό της να το ηρεμήσει. Αν της έλεγε κανείς να μπει και αυτή σε ένα από τα κλουβιά να κάνει παρέα στο παιδάκι της, συγγνώμη, στο σκυλάκι της, δεν το 'χε σε τίποτα να το κάνει. Έτσι δε επικοινωνιακή που ήταν και συγκινητική με την αγάπη της, γρήγορα κατάφερε να πιάσει φιλίες με το φύλακα και αυτός να πειστεί τελικά ότι ίσως για το καλό όλων τους θα ήταν προτιμότερο να το έπαιρνε στην καμπίνα της το ζωντανό και να έχει εκείνη την πλήρη και αποκλειστική του ευθύνη. Έπαιξε το ρόλο του και ένα γενναίο pour boire που αγογγύστως του προσέφερε η κοπελιά, που συν τοις άλλοις του είχε γυαλίσει κιόλας έτσι ομορφούλα και ξανθή πρασινομάτα που ήταν. Ο άντρας ο μερακλής δεν είναι παντός καιρού. Είναι… ευάλωτος. Γνωστά αυτά τοις πάσι.
Έτσι, τρισευτυχισμένη που πέτυχε το προσδοκώμενο ζήτησε μόνον ένα λεπτό καθυστέρηση να πάει μέχρι το μπάνιο. Γυρίζοντας βλέπει τον φίλο της το Μάριο περίλυπο να κρατάει το λουράκι του σκυλιού και να της λέει: «ΑΓΝΩΣΤΟΝ ΠΩΣ, Ο ΜΙΚΥ ΕΞΑΦΑΝΊΣΤΗΚΕ».
Η Μίνα πάγωσε.
Το μυαλό της αρνήθηκε να συλλάβει τα όσα άκουσε. Έπαψε να λειτουργεί φυσιολογικά και ίσως να ήταν μια αυτόματη άμυνα του οργανισμού για να αντέξει το shock. Ένιωσε να φεύγει η ψυχή από το κορμί της να παίρνει άλλη υλική υπόσταση και το ήρεμο αυτό κορίτσι να μετατραπεί σε μια μαινάδα που απειλούσε θεούς και δαίμονες ότι ΑΝ δεν βρισκόταν το σκυλάκι θα σκότωνε τον υπεύθυνο και μετά θα έπαιρνε και τη δική της τη ζωή. Ούρλιαζε, κτυπιόταν και σε τίποτα δεν θύμιζε το κορίτσι που όλοι ήξεραν μέχρι πριν τρία λεπτά περίπου.
Άρχισε απελπισμένα να ψάχνει παντού, βοηθούμενη και από αποσβολωμένους ναύτες, να φωνάζει σαν τρελή το όνομά του, μα δυστυχώς το μικρό σκυλί δεν βρέθηκε πουθενά. Όσο δε έβλεπε την ώρα να κυλάει και οι προσπάθειες των πάντων απέβαιναν άκαρπες αγρίεψε και βρίζοντας χυδαία (ποιος να το περίμενε από το ευγενικό και γελαστό κορίτσι) αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Είχε πια χάσει τον εαυτό της τελείως, γυρνούσε σαν χαμένη από το ένα κατάστρωμα στο άλλο με όψη τρελής και άλλοτε ψιθυριστά, άλλοτε ξεφωνίζοντας, καλούσε τα σκυλί με τα όνομά του. Δεν ήταν και λίγοι που έκλαιγαν μαζί της, έμοιαζε σαν περιφερόμενος πόνος. Άλλοι πάλι πικρόχολα την έψεγαν: "Σιγά μωρέ, πως κάνει έτσι για έναν κοπρίτη, τι μυαλό είναι αυτό που κουβαλάει!"
Ένα ολόκληρο καράβι σε πλήρη αναστάτωση.
Ο καπετάνιος βλέποντας ότι το πράγμα όσο πήγαινε έπαιρνε διαστάσεις ανεξέλεγκτες έκανε μια χαζομάρα πρώτης γραμμής. Της έστειλε με έναν ναύτη ένα ΆΛΛΟ σκυλάκι πανέμορφο. (αυτό πως και δεν ήταν στην "φυλακή";) Η Μίνα μόνο που δεν το έπνιξε το ζωντανό. Ο πλοίαρχος από θάλασσες και φουρτούνες σίγουρα ήξερε, αλλά από ψυχολογία ως φαίνεται ήταν αυτό που κοινώς λέμε "σκράπας". Αλλάζεις μωρέ το παιδί σου με ένα άλλο ομορφότερο ίσως, υγιέστερο, πιο καλόβολο και πριγκιπόπουλο ακόμα; (λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι στη ζωή της Μίνας το σκυλί ήταν καλύτερο κι από παιδί της).
Η άστοχη κίνησή του πυροδότησε νέα έκρηξη απελπισίας και πριν προλάβουν να την εμποδίσουν δίνει μια πηδάει το κιγκλίδωμα και ετοιμάζεται να φουντάρει. Ένας ήρωας ναύτης με ένα πλοζόν την πιάνει σχεδόν στον αέρα και την σώζει με κίνδυνο της δικής του ζωής υπό τις επευφημίες των δεκάδων επιβατών που κοιτούσαν live ένα πραγματικό θρίλερ.
Είχαν ακόμη αρκετές ώρες ταξιδιού και ο γιατρός του πλοίου έκρινε πως το κορίτσι χρειαζόταν μια ακινητοποίηση με μια ηρεμιστική ένεση γιατί η κατάσταση ξέφευγε αντί να καλυτερεύει.
Το γιορκσάιρ όχι, δεν βρέθηκε. Και βέβαια η Μίνα επέστρεψε Ελλάδα αμέσως, χωρίς ούτε καν να αποβιβαστεί. Οι άλλοι δυο φίλοι της δεν την συνόδεψαν δεν θα χαλούσαν την εκδρομή τους γα τη "λόξα" της φίλης τους. Σαν έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλεις τους εχθρούς;!
Η Μίνα είχε ξοδέψει πάνω από 500 ευρώ εμφυτεύοντας στο σωματάκι του σκυλιού ένα τσιπάκι με όλα τα στοιχεία τα απαραίτητα, τηλέφωνα, ονόματα, διευθύνσεις για την περίπτωση που θα χανόταν να είναι εύκολη η ανεύρεση το ιδιοκτήτη. Μα για να είχε χαθεί ή κλαπεί λίγο δύσκολο για έναν χώρο τέτοιο, επομένως όλα έδειχναν ότι ο Μίκυ κολυμπούσε πια στο πουθενά ή θα είχε ήδη πνιγεί έτσι όπως ήταν μια μπουκίτσα. Κάποιος θα το πέταξε στο νερό είτε ενοχλημένος από τα γαβγίσματά του, είτε γιατί πιθανόν ζήλευε την αγάπη του κοριτσιού για τον τετράποδο φίλο της. Έτσι, καιροφυλακτώντας και αδράχνοντας την ευκαιρία της ταυτόχρονης ανάγκης φύλακα και ιδιοκτήτη για την τουαλέτα, το άρπαξε και μην τον είδατε που λένε το Μίκυ πια. Γιατί, το να άνοιξε το σκυλάκι μόνο του το κλουβί, να απαλλάχτηκε από το λουρί του που κλείδωνε στο λαιμό του με ειδικό κωδικό, κομματάκι δύσκολο. Και πες ότι το κατάφερνε, να θέλησε στη συνέχεια να τερματίσει την ζωή του κάνοντας βουτιά πόσων μέτρων για να τον φάνε τα ψάρια; Δεν γίνονται τέτοια πράγματα ούτε σε παραμύθια θρίλερ. Και τούτο εδώ δεν είναι παραμύθι, αλλά μια αληθινή ιστορία.
Κάθε 10 Οκτώβρη και ώρα 10:30 η ηρωίδα μας φροντίζει να βρίσκεται κοντά σε θάλασσα. Ποντίζει ένα τριαντάφυλλο να πάει να συναντήσει την ψυχούλα του Μίκυ.
Δέκα έξι χρόνια πέρασαν από τη θλιβερή εκείνη μέρα. Που σημαίνει ότι και να μην είχε χαθεί με τον τρόπο που είπαμε ότι χάθηκε και πάλι τώρα πια θα είχε "φύγει" αφού ως γνωστόν κάθε χρόνος του ανθρώπου ισοδυναμεί με 7 σκυλίσια χρόνια.
Η Μίνα είναι ποιήτρια και σαν τέτοια επόμενο ήταν να του αφιερώσει τρυφερά της κείμενα. Υποψιαζόμαστε δε ότι ο πόνος ο μεγάλος της ήταν που την οδήγησε να γράψει. Δεν θέλησε να τα δημοσιοποιήσει δεν ήταν αυτή η πρόθεσή της, ήθελε γράφοντας αφ’ ενός να ξαλαφρώσει την ψυχή της από το ασήκωτο βάρος αλλά και να "επικοινωνήσει" με το σκυλάκι της πνευματικά με ποιητικό τρόπο γιατί δεν νομίζουμε να υπάρχει ωραιότερος τρόπος επικοινωνίας, ούτε πιστεύουμε ότι μόνον ο άνθρωπος έχει πνεύμα και ψυχή.
Και τώρα, τόσα χρόνια μετά, ναι μεν οι ουλές υπάρχουν βαθιά χαραγμένες, αλλά η Φύση εν τη σοφία της φρόντισε να σταματήσει την αιμορραγία τους εδώ και καιρό. Την βοήθησε δε να ξεφυλλίσει με τρυφερότητα και πόνο το άλμπουμ των αναμνήσεών της και να μοιραστεί μαζί μας την ιστορία της.
Να λοιπόν που και ένας τετράποδος φίλος μπορεί με την Αγάπη του να εμπνεύσει και να κάνει ποιητή τον άνθρωπο φίλο του.
Το εντυπωσιακό δε είναι ότι, η Μίνα, έτσι αγνό και καλό κορίτσι που είναι μπορεί να μη μισεί και αυτούς που την έβλαψαν, όμως μια ανώτερη δύναμη κάθε φορά φροντίζει να ΤΙΜΩΡΕΊ ΟΠΟΙΟΝ της ΚΑΝΕΙ ΚΑΚΟ. Το επίσης εντυπωσιακό είναι ότι ο τιμωρούμενος έχει πλήρη συναίσθηση του για ποιον λόγο τιμωρείται και απελπισμένα απευθύνεται στο κορίτσι εκλιπαρώντας να τον συγχωρήσει. Για λόγους που μόνον η ίδια ξέρει και κρατά μυστικούς, πιστεύει ότι πίσω από αυτόν τον τιμωρό κρύβεται η μετουσιωμένη σε άγγελο ψυχή του πιστότερου και πιο αγαπημένου φίλου που της πρόσφερε η ζωή. Αυτή του Μίκυ της…