Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Παραμυθένιες σκέψεις πάνω στο βιβλίο Καλό ταξίδι, κούκλα μου, του Ηλία Λ.Παπαμόσχου

Ζέστη πολύ στο δάσος και σήμερα. Οι λιγοστοί εναπομείναντες παραμυθοκάτοικοι προσπαθούν να βρουν τρόπους να περάσουν τις καλοκαιρινές ημέρες τους παρέα. Ο ήλιος στη χάση του πια, με μια υποψία απογευματινής δροσούλας και η παρέα μαζεύεται κάτω από την μαγεμένη μουριά για μια βιβλιοπαρουσίαση. Η Φίτσα (Κοκκινοσκουφίτσα) παρουσιάζει και μαζί της η Μένη (Ωραία Κοιμωμένη) και ο Αιωνόβιος (ο ένας από τα έξι ξαδέρφια των εφτά νάνων) που θα διαβάσουν αποσπάσματα από το βιβλίο…


ΚΣΚ: Σας καλησπερίζουμε στην σημερινή βιβλιοπαρουσίαση κι ευχόμαστε να περάσουμε ευχάριστα όλοι. Πρόκειται για ένα βιβλίο γεμάτο Διηγήματα, 16 στο σύνολο, που ενώνονται όμως μεταξύ τους με οικογενειακούς δεσμούς! Πρόκειται για μια γενεαλογία ξεκινώντας από τον προπάππου του συγγραφέα και καταλήγει στον ίδιο. Καλοδουλεμένο πόνημα, ζωντανός λόγος, γλαφυρές περιγραφές, εύστροφες παρομοιώσεις, ανθρωποκεντρικές ιστορίες, ανθρώπινες σχέσεις, πόνος, απώλεια, πόλεμος, ζωή και θάνατος, ταξίδι στον χρόνο, χνάρια οικογενειακά κι αναμνήσεις από αλλοτινές αγαπημένες εποχές, φωτογραφίες αλησμόνητες παιδικές… αλλά και κάποιες εικόνες ωμές, γλυκόπικρες όπως η ίδια η ζωή! Ο Αιωνόβιος θα ξεκινήσει να σας διαβάζει αποσπάσματα που διάλεξε από τα οχτώ πρώτα διηγήματα και μετά θα ακολουθήσει η Μένη. Ας βυθιστούμε στις υπέροχες σελίδες του βιβλίου…
ΑΙΝΒ: Από το πρώτο διήγημα με τον τίτλο ΝΑΟΥΜ διαβάζουμε: Έτσι πώς βγήκανε και τον παράτησαν απάνθρωπα, ειρήνεψε αντί να νευριάσει, γιατί, κοιτώντας ολόγυρα τα άψυχα, τη ζήλεψε τη μυστική ζωή τους έξω απ’ τα πάθη τα ανθρώπινα. Ήρθε στ’ αυτιά του μια μουσική που άκουσε πριν χρόνια στη Λιψία και την αισθάνθηκε σαν να μιλάει για τα πράγματα καθώς σκοτάδι τα σκεπάζει, σ’ ένα δωμάτιο απ’ όπου οι άνθρωποι έχουν φύγει. (Σελ.17)
Διήγημα ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ: Κατέβαινε κάθε πρωί στην παγωμένη λίμνη και άρχιζε το πετροβόλημα. Πετούσε πρώτα τις πλακουτσωτές που πάνε μακριά γιατί γλιστράνε, και στην ακρολιμνιά κατόπι τις κοτρόνες, που ράγιζαν ολόγυρα τον πάγο και μοιάζανε σαν γιγαντόκορμες αράχνες που στήνουνε καρτέρι στο κέντρο του ιστού τους. Η λίμνη, κοιλάδα κρουσταλλένια, ενώνοντας χερσόνησο κι αντικρινή στεριά, έζεψε και τις μοίρες τους, γιατί του κάρου οι τροχοί επάνω της κυλήσαν. (Σελ.22)
Διήγημα ΗΛΙΑΣ: Οι σχέσεις μας ήτανε καλές, υπήρχε βέβαια ανάμεσά μας η απόσταση που πάντοτε χωρίζει γιους με πατεράδες. Σαν άρχισα να βλέπω που μεγάλωνα κι ολόιδιος γινόμουνα, ένιωθα τον παλιό θυμό να καταντά αστείος. Γίναμε ένα όταν αρρώστησε και έπρεπε να τον φροντίσω, τότε που αλλάξανε οι ρόλοι μας, κι έγινα εγώ πατέρας κι εκείνος γιος μου. (Σελ.33)
Διήγημα ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ ΙΙ: Άμμος ψιλή σκέπαζε τον πάτο του σπηλαίου κι ανάρια από μέσα της ξεφύτρωναν κοτρόνες, που αντιστέκονταν στη διάβρωση. Από τους τελευταίους μπήκε μέσα, είδε μια άπιαστη κοτρόνα και βολεύτηκε. Έπλεξε τα ποδάρια της, έσιαξε και το φόρεμα κι έβαλε το παιδί ανάμεσα, έτσι που να μην ακουμπά στην πέτρα. Το λίγο φως που έμπαινε απ’ τ’ άνοιγμα φώτιζε τόπους τόπους το νερό που έτρωγε το βράχο -γυάλιζε σαν ασήμι- κι απ’ όπου πέρασε, ζωγράφισε τον ασβεστόλιθο με σχέδια αλλόκοτα, που τα τηρούσε το παιδί σαν μαγεμένο. (Σελ. 38)
Διήγημα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Τρέλα την είχε, γιε μου, τη λίμνη. Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, για ψάρεμα. Ξέρεις γερός που ήτανε; Τανάλια τον φώναζαν. Μη σου ‘σφιγγε το χέρι… Δάγκωνε του τραπεζιού το ποδάρι, το σήκωνε και χόρευε ζεϊμπέκικο. Η λίμνη όμως δε χωρατεύει. Ξέρεις πόσους έφαγε; Άλλους τους έπνιξε κι άλλους τους πούντιασε με τα’ αγιάζια της! (Σελ.47)
Διήγημα ΡΙΝΚΩ: Καθώς έσπρωξα την ξύλινη καμαρωτή μεσόθυρα για να μπω στο δωμάτιο, κάτι άκουσα να πέφτει κι έπειτα να κυλά επάνω απ’ το κεφάλι μου. Σηκώθηκα στις μύτες κι είδα στο βάθος του ραφιού, επάνω από την πόρτα, ένα αντικείμενο να λάμπει το φως αντανακλώντας, που έμπαινε άφθονο στο χώρο απ’ το καφασωτό παράθυρο. Ήτανε μια οβίδα. (Σελ. 54)
Διήγημα ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ: Σηκώθηκε η γιαγιά να ψήσει καφέ. Γέμισε το μπρίκι και το’ βαλε πάνω στη σόμπα. Πλήθυνε με το κόχλασμα η θαλπωρή της κάμαρας. Τον ζόριζε που καθόταν, είπε. Πούλησε και το γάιδαρο. Πόσα φορτώματα, πόσα πηγαινέλα ως να γεμίσει το υπόστεγο ξύλα για το χειμώνα. Και παλιά στα χωράφια όλ’ η φαμίλια. Νύφες, παιδιά, γαμπροί, παππούδες και γονιοί ένα σπίτι. Όλη μέρα έξω, μια ζωή έξω, πού ν’ αντέξει τώρα στους τέσσερις τοίχους μέσα! (Σελ.66)
Διήγημα ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ: Σαν έφτασε στο κέφι το τσακίρ, τραγούδησε έναν αμανέ στα τούρκικα. Πόσο γλυκά τον είπε, όλο τσακίσματα και νάζια η φωνή του! Όταν τελείωσε, προσπάθησε να κρύψει τη συγκίνηση σκύβοντας το κεφάλι, τονώσανε το κόκκινο των ρόδων τα δάκρυά του σα στάξαν στο τραπέζι. (Σελ. 76)
ΚΣΚ: Ευχαριστούμε Αιωνόβιε, εκπληκτικά τα αποσπάσματα που επέλεξες. Ακολουθούν αυτά που διάλεξε η Μένη.
ΩΚ: Ξεκινώ με ένα απόσπασμα από το ένατο διήγημα που τιτλοφορείται ΕΛΕΝΗ: Το ‘κανε σαν τυροπιτάκι, λευκό σαν το ζυμάρι στην αρχή, κιτρίνισε με τον καιρό σαν αλειμμένο βούτυρο, έκλεισε μέσα ξύλο τίμιο και το ’ραψε με κόκκινη κλωστή. ΄Ιδιο πανί μ’ αυτό που ντύνουνε τα προσκεφάλια, με παραμάνα στη φανέλα μου το πέρασε και είπε: «Μαξιλαράκι της καρδιάς, πάντα να το φοράς να σε φυλάει». Μετά το μπάνιο, που ξέχναγα να το φορέσω και ένιωθα γυμνός, όλο σκεφτόμουν: «Αν το κατάπινα, μέσα μου θα ’μενε παντοτινά». Με τον καιρό κατάλαβα πως, από το φυλαχτό, δώρο πολυτιμότερο ήταν που έσπειρε στα φυλλοκάρδια μου την πίστη. (Σελ. 82)
Διήγημα ΛΕΩΝΙΔΑΣ: Βάστηξα την ανάσα μου σαν να ‘ταν η στερνή και κοίταξα πλάι μου. Ένα τρέμουλο ανατάραξε την κουβέρτα. Ξαφνικά, ένα χέρι πετάχτηκε αστραπιαία και παραμέρισε το σκέπασμα, φανερώνοντας ένα πρόσωπο που δεν ξεχώριζε απ’ το ασβεστωμένο ντουβάρι. Έκρυψα το πρόσωπο στις χούφτες μου και παρακάλαγα το Θεό να μας σώσει. Μέσα στη σιγαλιά, ακούστηκε ένας πνιχτός λυγμός, σαν κράξιμο πουλιού σκιαγμένου που, λες κι ήταν γυάλινο, πέταξε κι έσπασε στο ταβάνι, την ίδια στιγμή που η παλάμη του τύραννου έσκαζε στο μάγουλο του συντρόφου μου. (Σελ.89)
Διήγημα ΡΕΓΓΙΝΑ: Είναι και η μητέρα μαζί μας, όμως σε μια καρέκλα κάθεται αμέτοχη. Η χαρά και τ’ αστεία μας ξεθυμαίνουν συναντώντας τη θλιμμένη της σιωπή. Το φως και τα χρώματα στροβιλίζονται και ρουφιούνται απ’ το μαύρο της φουστάνι. (Σελ. 95-96)
Διήγημα ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΙΙ: Πάνω από ένα χαμηλό μαντρότοιχο είδαν τις κυδωνιές χρυσόκαρπες, σαν πολυέλαιοι να λάμπουνε μέσα στο ηλιοβόλι. Μπήκανε στην αυλή κι έπιασαν ένα δέντρο. Ήταν πυκνόφυλλο, για να τους δουν δεν είχαν φόβο. Βολεύτηκαν σ ’ένα κλαρί χοντρό κι έφαγαν τον περίδρομο. Όταν κατέβηκαν, φούσκωναν σαν γκάιντες οι κοιλιές τους. (Σελ. 104)
Διήγημα ΡΕΓΓΙΝΑ ΙΙ: Είχε ένα σημειωματάριο, οδοιπορικό του πένθους το ‘λεγε, κι έγραψε κάποτε: «Μάνα μου! Τόσο νωρίς χαμένο λεξιλόγιο» και «Τα σκουλήκια που παίδευες μικρός τρώνε το πρόσωπό της». Όμως καθώς περάσανε τα χρόνια κι η μνήμη ξεσαρκώθηκε, σημείωσε: «Αν τ’ αφαιρέσεις όλα τι μένει; Η ΑΓΑΠΗ. Και αν κάποιος έφυγε, η αγάπη σου γι αυτόν να εκφραστεί σε χρόνο αόριστο δε γίνεται». (Σελ.114)
Διήγημα ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΙΙΙ: Το βογκητό μου λίγο ακόμη θα φιμώνει τη σιωπή, κι η μυρωδιά μου για λίγες μέρες κρεμασμένη στις ντουλάπες, μα μ’ ένα τρίξιμο της σκάλας τη νυχτιά, της μνήμης το αλέτρι θα βρίσκει πέτρα στο χωράφι της καρδιάς τους, το ρυθμό της αλλάζοντας. (Σελ. 120)
Διήγημα ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ: Όταν ξεμοναχιάζεις κάποιον και τον ρωτάς να σου πει την αλήθεια, για μια στιγμή η όψη σου πετρώνει, μοιάζει σαν μια παλιά αψίδα που κρύβει τα ερείπια μιας πόλης. (Σελ. 124)
Διήγημα ΝΟΣΤΟΣ: Μάζευα πέτρες σαν σάρκα σταρένιες, μα στο δωμάτιο θαμπώνανε, έμεναν μόνο βάρος, σαν την αγάπη μας. (Σελ.130)
ΚΣΚ: Πολύ καλή δουλειά Μένη… Πραγματικά εξαιρετικό βιβλίο από αυτά που ακούσαμε και είμαι σίγουρη όλοι θα θελήσετε να το διαβάσετε και να το έχετε στην βιβλιοθήκη σας! Σας ευχαριστούμε για την παρουσία σας εδώ σήμερα και τον χρόνο που μας διαθέσατε…
[………………………..}
-Φίτσααααααααα! Καλά θρίαμβος η πρώτη μου παρουσίαση ε;
-Μένη μου απόρησα πραγματικά! Είχα τον νου μου μη σε πάρει ο ύπνος πάλι!
-Αποκλείεται κανέναν να τον πάρει ο ύπνος με αυτό το βιβλίο! Ούτε ΚΑΝ εμένα! Μόνο που στενοχωρήθηκα που είδα στο κοινό τον Κακό Λύκο!
-Α! Μη στενοχωριέσαι καλή μου Ωραία! Κι εγώ με τόσο κόσμο δεν φοβήθηκα στιγμή! Μόνος είναι κι αυτός αυτές τις μέρες και ήρθε να περάσει η ώρα του… Λείπουν και όλα τα γουρουνάκια, τα κατσικάκια κ.λ.π. Κατάλαβες… αλλάζουν λίγο οι ρόλοι στις διακοπές!
-Καλά τα λες! Πάω να αγοράσω το βιβλίο… θα μου υπογράψει ο συγγραφέας... ήρθε;
-Όχι καλή μου! Είναι στην Καστοριά… γράφει απέναντι από την λίμνη…

Να ευχαριστήσω πολύ το Κουκιδάκι μου και βέβαια τον συγγραφέα Ηλία Παπαμόσχο που με ταξίδεψε πραγματικά. Υπέροχο βιβλίο, θα το λατρέψετε! Πάντα επιτυχίες και καλοδουλεμένα βιβλία από τον ΚΕΔΡΟ.
Η Στελλίτσα Ζαχαρίτσα θα ταξιδέψει με τον Σεβάχ της, τον πραγματικό, αλλά και τον μικρό της οχτάχρονο πειρατή στην πατρίδα της την Κρήτη, τον Αύγουστο, οπότε μείνετε καλοκαιρινά παραμυθιασμένοι ως τον Σεπτέμβριο που θα τα ξαναπούμε! Φιλιά μαγεμένα με αγάπη σε όλους!



Η Στελλίτσα Ζαχαρίτσα διάβασε το βιβλίο ακούγοντας το Να με θυμάσαι - Μελίνα Μερκούρη του Σταύρου Ξαρχάκου.
Σε ποιο ταξίδι κίνησες να πας;

Περιγραφή
Ο αφηγητής, σαν άλλος Οδυσσέας, χρόνια μετά την επιστροφή του στη γενέτειρα, αναθυμάται τους αγαπημένους του. Σπαράγματα από τις αφηγήσεις τους, τόποι όπου κατοικήσανε, λησμονημένα αντικείμενα γίνονται αφορμή για να διηγηθεί τις ιστορίες τους.
Κεντρικές μορφές, σ' αυτό το ταξίδι της μνήμης, οι γονείς, που σημαδεύουν για τον αφηγητή ένα διφυή νόστο· αυτόν που συνθέτουν η παιδική του ηλικία κι ο γενέθλιος τόπος που την έθρεψε· μνημονεύοντάς τους, λαμβάνει ως αντίδωρο το αμετάκλητο ρίζωμα στον τόπο, ρίζωμα που σηματοδοτεί την επιστροφή στο φως, το γυρισμό στο κορμί της αγαπημένης, σ' έναν άλλο Τηλέμαχο.
Το βιβλίο του Ηλία Λ. Παπαμόσχου "Καλό ταξίδι, κούκλα μου" έχει κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κέδρος.

Ο Ηλίας Λ. Παπαμόσχος γεννήθηκε το 1967 στην Καστοριά. Σπούδασε στο Τμήμα Γεωλογίας Πατρών και στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας το 1993. Εργάστηκε ως βιβλιοϋπάλληλος στην Αθήνα και από το 1997 επέστρεψε στη γενέτειρά του -όπου ζει μέχρι σήμερα- και ασχολήθηκε με την οικογενειακή εμπορική επιχείρηση. Έχει γράψει τις συλλογές διηγημάτων: Καλό ταξίδι κούκλα μου... (2004), Του χρόνου κυνήγια (2005), Λειψή αριθμητική (2009), Ο μυς της καρδιάς (2011) και Η αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες (2015).
Ο συγγραφέας έχει πει σε συνέντευξή του:
«…. το νόημα που δίνουμε σε αυτό που διαβάζουμε έχει να κάνει με την προσωπική προσέγγιση του καθενός μας, με το υπόβαθρο που κουβαλάει ο καθένας στην ανάγνωση, τα πράγματα είναι έτσι όπως τα έλεγε και ο Σεφέρης, έχουν να κάνουν με το τι κουβαλάμε μέσα μας όταν προσεγγίζουμε ένα ποίημα, ένα λογοτεχνικό κείμενο.»

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα