Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Τ.Α.: Τα εσωτερικά δαιμόνια που συνεχίζουν να με επισκέπτονται ζητώντας μου να γράφω –όχι για συγκεκριμένο θέμα– επιλέγοντας αρνητικούς ήρωες με αδιέξοδα, προβλήματα αλλά με χιούμορ και διάθεση να τα υπερκεράσουν.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τ.Α.: Φιλία.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που πρόκειται να το διαβάσει;
Τ.Α.: Να είναι έτοιμος για έντονη δράση, γρήγορους, μεστούς διαλόγους, σκληρές κάποιες στιγμές περιγραφές αλλά και ήρωες που παλεύουν να τους συμπαθήσεις παρά το βαρύ background τους.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Τ.Α.: Οπουδήποτε στον κόσμο χωρίς συγκεκριμένο προορισμό λόγω της θεματολογίας του βιβλίου. Αυτό που σίγουρα θα ευχόμασταν θα ήταν κρατήσει τόσο όσο χρειάζονται οι ήρωες να ξεφύγουν από τη μοίρα τους και η φιλία να επιβιώσει παρά τις δυσκολίες.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Τ.Α.: Τους γκρέμισαν την παιδικότητα, την ηθική τους. Το μόνο θετικό τότε μέσα στη φρίκη ήταν ότι ήταν οι δυο τους, όχι ένας ή κανένας.
Περισσότερες μικρές συνεντεύξεις μεγάλων βιβλιοταξιδιών εδώ
Στο οπισθόφυλλο γράφει...
Είναι μαζί από μικρά παιδιά. Από το ίδρυμα. Προσπαθούν να ξεχάσουν τις μέρες που αγκαλιάζονταν, έπιανε ο ένας το χέρι του άλλου για να λιγοστέψει ο πόνος, να αντιμετωπίσουν το κακό, αλλά δεν μπορούν. Ο Τέλης θέλει να πιστεύει πως είναι όλα ψέματα, αποκυήματα της μεγάλης του φαντασίας. Παραμύθια όπως αυτά που γράφει για να ξεχνιέται, όμως και σε αυτά του βγαίνουν ήρωες πάντα οι κακοί. Ο Ξενοφώντας επηρεάστηκε περισσότερο, είναι χειρότερος από τους ήρωες του Τέλη. Ντίλιγκερ, σκορπάει τον θάνατο. Κατάντησε να γίνει υποχείριό τους, αν και είχε όλες τις προϋποθέσεις να δημιουργήσει κάτι καλό. «Τέλη, τελευταία φορά και με αποδεσμεύουν» του επαναλαμβάνει όταν εκείνος κάνει προσπάθειες να τον μεταπείσει. Ούτε η Δανάη κατάφερε να του αλλάξει ρότα. Αν και την αγαπούσε, την άφησε να φύγει. Ο Τέλης τουλάχιστον, παρά τις «ιδιορρυθμίες» του, έχει τη Σοφία και τον γιο τους τον Γιώργο. Τους γκρέμισαν την παιδικότητα, την αθωότητα, την ηθική τους. Τους έκαναν σκάρτους. Το μόνο θετικό τότε μέσα στη φρίκη ήταν ότι είχε ο ένας τον άλλον, μετά έπρεπε να αντιμετωπίσουν το δίλημμα: ένας ή κανένας.
Ο Τόλης Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε το 1973 στην Αθήνα. Σπούδασε Διοίκηση Νοσοκομείων και έκανε μεταπτυχιακά στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στα Οικονομικά της Υγείας. Εργάστηκε πολλά χρόνια στην οικονομική διεύθυνση μεγάλων ιδιωτικών νοσοκομείων. Το τελευταίο διάστημα προσαρμόζεται σε λογικές και απαιτήσεις του δημόσιου τομέα. Στο θέμα της οικογένειας τον ανέχονται μια γυναίκα και δυο μικρά αγόρια, χωρίς να ελπίζουν σε τίποτα καλύτερο από το να γράφει για να τους αφήνει ήσυχους. Παρακολουθεί σεμινάρια δημιουργικής γραφής και γράφει ασταμάτητα, όχι πολύ αισιόδοξα αλλά με δόσεις χιούμορ. Προτιμά το βουνό από τη θάλασσα, το ποδήλατο από το αυτοκίνητο, το εσπρέσο από το νεσκαφέ, τη lowbap μουσική από τη ροκ. Πιστεύει στη φιλία. Αν και οι πραγματικοί του φίλοι είναι πολύ λιγότεροι από τους διαδικτυακούς και απαιτούν περισσότερα από ένα follow ή ένα like. Το Ένας ή κανένας είναι το πρώτο μυθιστόρημα που αποφάσισε να βγάλει από τα συρτάρια του.