Κάπως έτσι συνέβη και με το βιβλίο της συγγραφέως Ελένης Στασινού «Η αυτοκρατορία των δήθεν» που εκδόθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, και συγκεκριμένα το 2003. Πάει αρκετός καιρός που πρωτοκυκλοφόρησε, μα θαρρώ πως πρόκειται για ένα έργο προορισμένο για τους ανθρώπους του σήμερα. Κι αυτό, γιατί πιστεύω πως είναι καταλληλότερες οι συνθήκες τώρα για να κατανοήσουμε γύρω μας και μέσα μας το βαθύτερο νόημά του σχετικά με την «Αυτοκρατορία των δήθεν». Αυτό το παιχνίδι ρόλων και προσωπείων που δυστυχώς έχει επικρατήσει σε μεγάλο μέρος της επικοινωνίας μας με τους άλλους.
Φαντάζει αναπόφευκτο να μην ταυτιστούμε με κάποιον ή κάποιους απ’ τους ήρωες τούτης της ιστορίας. Υπάρχουν περιπτώσεις χαρακτήρων που η αναζήτηση για το όνειρο καταλήγει σε εφιάλτη ή σε άλλες, απρόσμενες καταστάσεις γεμάτες εκπλήξεις, συναισθήματα εγκατάλειψης, χαράς, θυμού, ζήλειας, σιωπής ή δυστυχίας.
Οι εξομολογήσεις που βιώνουμε γίνονται σε γλώσσα και ύφος τόσο γλαφυρά στην αποτύπωσή τους, τσακίζοντας βίαια την επιφάνεια και εισχωρώντας στην καρδιά όλων των πραγματικών αιτιών και αποτελεσμάτων. Έτσι οι καταστάσεις που μας αναλύονται δεν μπορούν παρά να είναι απολύτως συμβατές με την καθημερινότητά μας, ταυτοποιώντας τες παράλληλα αυθόρμητα τόσο με άτομα του κοινωνικού περιβάλλοντός μας, όσο και με εμάς τους ίδιους.
Σε αυτό συνηγορούν και οι διάφορες συνθήκες που εξιστορούνται είτε σε πρώτο πρόσωπο από τους ήρωες, είτε από άλλους για αυτούς, αναφερόμενες πάντα σε πολλές διαφορετικές φάσεις της ζωής, όπως την παιδική ηλικία, την εφηβεία και την ενηλικίωση.
Κι αυτό που διαπίστωσα είναι πως ένα κοινό συστατικό που συνοδεύει πάντα την μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη είναι το εξής: Ο φόβος για το άγνωστο και το μόνιμο άγχος να αποδείξουμε και να επιδείξουμε όσα είμαστε.
-…ή τέλος πάντων, ό,τι νομίζουμε ή νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε…-
Τα θέματα που αναλύονται είναι πολυπληθή: Ματαιοδοξία, ψεύτικες ελπίδες και αγώνες για ένα καλύτερο αύριο, με τελικό στόχο την αναζήτηση και κατάκτηση όλων εκείνων που μας αξίζουν. Αυτών δηλαδή, που για λόγο αδιανόητο, κάθε που πλησιάζουμε και φτάνουμε σε απόσταση αναπνοής απ’ το ποθούμενο αποτέλεσμα, η Μοίρα φροντίζει να μας στερεί ή να καθυστερεί την λύτρωση μας, δοκιμάζοντας όλο και συχνότερα τις αντοχές μας.
Γιατί η έννοια της Ιθάκης είναι διαφορετική για κάθε άνθρωπο. Ο προσωπικός Παράδεισος που αναζητούμε μπορεί να στέκει αδιάφορος κι άστοχος για τον συνάνθρωπό μας. Μπορεί να θεωρηθεί ακόμη και χάσιμο χρόνου για κάτι μη πραγματοποιήσιμο και απατηλό, φέρνοντας τον αντίστοιχο χλευασμό.
Φυσικά ισχύει και τ’ αντίθετο, για να έχει πάντοτε δικαίωμα η ζωή να ειρωνεύεται τους ανθρώπινους κανόνες και τα όνειρα…
Κλείνοντας το βίωμά μου για το έργο της συγγραφέως Ελένης Στασινού, θεωρώ απολύτως σίγουρο πως στο άμεσο μέλλον θα αναζητήσω να διαβάσω ξανά και τα υπόλοιπα έργα της. Ο λόγος απλός και ουσιαστικός. Η δημιουργός κατάφερε να αναστήσει στο μέγιστο την «Αυτοκρατορία των δήθεν» στο έργο της, όντας η ίδια ανθρώπινη, αυθόρμητη και ειλικρινής στην γραφή της και στον αναγνώστη.
Στο οπισθόφυλλο λέει...
Ο πατέρας είχε φέρει υλικά από παντού. Αυτό καθόλου δεν εμπόδισε το αποτέλεσμα να είναι ογκώδες και κακόγουστο. Εκείνος, βέβαια, δεν το έβλεπε έτσι. Το 'λεγε "τ' αρχοντικό μου". Τότε ήταν που τη θέση του στέγαστρου πήρε μια ράμπα τσιμεντένια που διέσχιζε όλο το κτήμα και που μπορούσε να παρκάρει την καινούργια του Μερσεντές που 'φερε από τη Γερμανία, όπως και τα αυτοκίνητα όσων φιλοξενούσε. Δηλαδή κανενός. Γιατί ποτέ δε φιλοξένησε άνθρωπο, προφυλάσσοντας έτσι την τιμή του σπιτιού του από επίδοξους ανταγωνιστές και αντεραστές.
Ο φράχτης του οικοπέδου έγινε μάντρα με δύο πλίθες, που μετά γίνανε τέσσερις κι ύστερα έξι και σοβαντισμένες. Μια νύχτα έγινε κι ένα "μεγάλο θαύμα" που ο πατέρας τους όρκισε να μην το πουν σε ψυχή. Επειδή ο καλός Θεός τους αγαπούσε, μεγάλωσε το κτήμα τους κάπου δέκα μέτρα κι εκεί που μια ψωμωμένη συκιά ήταν έξω από το σπίτι, τώρα είχε φυτρώσει στο μέσα ακριβώς μέρος της μάντρας τους.
Ένα πρωί μάλιστα, μετά από μια νύχτα χειμωνιάτικη που ακούγονταν παράξενα χτυπήματα, σαν ανοίξανε τα παράθυρά τους προς το βουνό, είδαν πως η μάντρα είχε ψηλώσει δύο σειρές ακόμα και πως στην άκριά της είχαν φυτρώσει γυαλιά. Πολλά γυαλιά. Λεπτά και χοντρά γυαλιά. Τότε ήταν που η μητέρα Σεμέλη είχε πει σε κάποια φίλη της στο τηλέφωνο: "Νομίζει ότι επειδή σηκώνει τοίχους, μπορεί να μας φυλακίσει..."
Από την Εμπειρία Εκδοτική
Περισσότερα από/για την Ελένη Στασινού:
Η Ελένη Στασινού και Ο χορός των κρυστάλλων
Οι πιρογιέριδες του έρωτα
Από την Εμπειρία Εκδοτική
Περισσότερα από/για την Ελένη Στασινού:
Η Ελένη Στασινού και Ο χορός των κρυστάλλων
Οι πιρογιέριδες του έρωτα