Το βίωμά μου από ένα βιβλίο που δε θα διαβάσω ποτέ...

Το άρθρο αυτό περικλείει μέσα του τους λόγους για τους οποίους ποτέ δε θα μπορέσω να διαβάσω το τελευταίο βιβλίο της τριλογίας του συγγραφέα Νίκου Γούλια, τη «Σμύρνα». Θα μπορούσε ωστόσο να έχει κάποιον άλλον τίτλο, όπως «Γράμμα στον Άνθρωπο Νίκο Γούλια».

Δε το συνηθίζω να αναφέρομαι στα άρθρα μου για την προσωπικότητα των συγγραφέων. Προτιμώ να αφήνω τις γραφές τους να μιλούν για αυτούς. Έτσι, αναλόγως τα βιώματά μου από το έργο τους, βαφτίζονται αντίστοιχα στο χαρτί και οι λέξεις με τις οποίες μεταφέρω τις απόψεις μου στους Φίλους αναγνώστες -αν και εφόσον είμαι ικανός τέλος πάντων να καταφέρω κάτι τέτοιο.

Όμως με το έργο του Νίκου τα πράγματα είναι διαφορετικά. Του χρωστώ πολλά. Και δυστυχώς δεν υπάρχει η δυνατότητα πια να τον ευχαριστήσω…
Αιτία γα την γνωριμία μας στάθηκε η απόκτηση του δεύτερου τόμου της τριλογίας του, «Στα χρόνια της ομίχλης 2 – ΧΑΤΙΣΕ».

Όταν έφτασε ταχυδρομικώς το αντίτυπο στα χέρια μου με την προσωπική αφιέρωση του, έζησα ένα βιβλίο όπου στις σελίδες του διαδραματιζόταν καταστάσεις της ζωής μου.

Αυτό αρκούσε για να με συνεπάρει.

Δεν χρειάστηκα πάνω από μια βδομάδα για να το τελειώσω και μες σε λίγη ώρα -κάτι λιγότερο από σαράντα λεπτά- γεννήθηκε και το βιωματικό μου άρθρο. Μάλιστα, λόγω της μεγάλης του έκτασης, «ψαλίδισα» κάμποσες παραγράφους για να μην παρεξηγηθεί ο αυθόρμητος ενθουσιασμός μου.

Όταν το άρθρο δημοσιεύθηκε στο αγαπημένο μας koukidaki,[1] ο συγγραφέας επικοινώνησε διαδικτυακά μαζί μου στέλνοντάς τον τηλεφωνικό του αριθμό. Φυσικά δεν γνώριζα με τι άνθρωπο θα έρθω σε επαφή και βεβαίως δεν είχα ακόμη ιδέα πόσο μπορεί να αλλάξει τη ζωή μου από την μια στιγμή στην άλλη…

Τον κάλεσα άμεσα, κι εκεί άρχισαν όλα.

Την σιωπή και τα μετέπειτα λόγια του Ανθρώπου Νίκου που υπήρχε στην άλλη τηλεφωνική γραμμή, θα τα κρατήσω μεταξύ μας. Το γεγονός είναι πως τότε γεννήθηκε ο σεβασμός η χαρά και αυτό που βίωσα ως -σύντομη λόγο των γεγονότων, μα εν τέλει ειλικρινή- φιλία.

Κι ακολούθησαν όλες εκείνες οι συμβουλές σου για τα προβλήματα γύρω μας, για την λογοτεχνία, για τις λάθος επιλογές που μας κάνουν μια ζωή να μετανιώνουμε γι’ αυτές και για το γεγονός πως όποιος αξίζει, αργά ή γρήγορα προκόβει.

Κι εσύ είχες προλάβει να κάνεις τόσα πολλά στη ζωή σου ως βραβευμένος αρχιτέκτονας, ως συγγραφέας μα και με την άλλη σου αγάπη, την ζωγραφική. Όλα με την επιμονή, το ταλέντο και πάνω απ’ όλα με την ψυχή σου και τον τρόπο που αντιλαμβανόσουν τα πράγματα και τις καταστάσεις.
Σύντομα έλαβα με ιδιόχειρη υπογραφή σου και το πρώτο χρονολογικά γραμμένο βιβλίο σου, το «Στα χρόνια της ομίχλης – ΙΑΣΜΗ». Ξεκίνησα ακόμη ένα λογοτεχνικό ταξίδι που αυτή τη φορά κράτησε μόλις πέντε μέρες, κι αυτό γιατί δύσκολα στο ενδιάμεσο άφηνα το βιβλίο από τα χέρια μου. Ήθελα αν ήταν δυνατόν να ζήσω μονομιάς όλη αυτή την διαδρομή των ηρώων, μες απ’ τα διλήμματα και τ’ απρόσμενα ηθικά εμπόδια που βρισκόταν στο διάβα τους. Όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε το ίδιο αγαπημένο με το προηγούμενο.

Έπειτα βρήκα το θάρρος και σου έστειλα γράμμα με μια πολυσέλιδη επιστολή που περιείχε όλα αυτά τα ανθρώπινα και λογοτεχνικά ερωτήματα που μου τριβέλιζαν το κεφάλι, μαζί με τις ομοιότητες που συνάντησα στους ήρωες σου και στη ζωή μου. Είχες την ευγένεια και την καλοσύνη να μου απαντάς πάντα με ένα τηλεφώνημα που τελείωνε με δυο χαμόγελα.

Ένα τσιγάρο δρόμος το δρομολόγιο Αθήνα – Θεσσαλονίκη, κι όμως όλο το ανέβαλα για ύστερα. Μα οι δύσκολοι καιροί πάντα θα είναι δύσκολοι και μετά δεν έχει ουσία όταν κάθεσαι να σκεφτείς γιατί άργησες να κάνεις αυτό που ήθελες.

Κι έπειτα ήρθε εκείνη η σκοτεινή μέρα που έφυγες ξαφνικά από κοντά μας. Μου τηλεφώνησε η Αγγελική και μου είπε αυτό που ήδη επαναλαμβανόταν και στο δικό μου μυαλό : «Όχι, δεν μπορώ να το πιστέψω…»

Κι ούτε συμβιβάστηκα ποτέ με αυτό. Γι’ αυτό σου μιλώ και απόψε εδώ και σου λέω τα παράπονά μου.

Μου χρωστάς Νίκο… Μου είχες πει πως θα καθίσουμε σε ένα μαγαζάκι στην παραλία και θα τα λέμε για ώρες ατέλειωτες. Αφήσαμε άλλωστε στη μέση τη συζήτησή μας για το θέμα του νέου σου βιβλίου. Όχι πως θα μπορούσα να σε βοηθήσω σε κάτι, -εντάξει, ίσως μόνο με τον ενθουσιασμό και την συγκίνηση μου ως ακροατής!- μα καταλαβαίνεις την τεράστια χαρά μου να γνωρίζω από κοντά ένα έργο σου την ώρα της γέννησής του, πριν ακόμη αυτό πάρει μορφή στο χαρτί!

Θεωρώ τυχερούς Νίκο τους κοντινούς σου Ανθρώπους. Εγώ σε έζησα ελάχιστα μα όπως όλοι γύρω σου, ήταν φυσικό να νιώσω αμέσως την δοτικότητα και την ανθρωπιά που εκπέμπεις.

Δεν είναι τυχαίο που με όλους όσους συνομιλώ για εσένα, έχουν μέσα τους ζεστή ακόμη την αίσθηση από το φως, τον αυθορμητισμό και την θετική σου αύρα.

Λυπάμαι που δεν είχα την τύχη να σου πω από κοντά το πόσο σε θαυμάζω.

Το τελευταίο σου βιβλίο παραμένει αδιάβαστο στην βιβλιοθήκη μου. Το κρατώ φυλαγμένο εκεί κι αδυνατώ να το ανοίξω, γιατί ξέρω πως όταν κλείσω την τελευταία σελίδα δεν θα είσαι εκεί να σου πω ένα ακόμη ευχαριστώ.

Δεν υπάρχει άλλη λύση από το να περιμένω την αφιέρωσή σου για να το διαβάσω. Και ξέρω πως θα γίνει όταν ανταμώσουμε εκεί ψηλά Φίλε μου.

Εύχομαι ειλικρινά να ζήσω και να φύγω όπως εσύ Νίκο:

Χαμογελώντας κι αφήνοντας πίσω μου μονάχα αγάπη…

Θεόφιλος
Κλικ για περισσότερα του Θεόφιλου
«Ο Νικόλας με την Ιάσμη χάθηκαν. Χάθηκαν στην ομίχλη που από αργά το βράδυ, εκεί γύρω στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα, ήρθε σιγά σιγά κι αθόρυβα από απέναντι και μέχρι το πρωί τα είχε σκεπασμένα όλα. Αδύνατο πια να ψάξουν έγκαιρα, αδύνατο να βρουν κάτι οι λιμενικοί, ούτε κανένας άλλος. Ακουγόταν που και που η μπουρού που φυσούσε μπας και υπήρχε απόκριση. Μα απόκριση, καμία...
Για μέρες και μήνες ψάχνανε στις ακτές,στα ακρογιάλια, στους κόλπους και στα πόρτα, ψάχναν στις γύρω θάλασσες και στις βραχονησίδες. Ποτέ δεν βρήκαν τίποτα.
Ο Νικόλας και η Ιάσμη είχαν χαθεί οριστικά. Μαζί είχαν αναληφθεί στο γαλαξία των μύθων...»
Καλό ταξίδι Νικόλα
3 Μαΐου 1955 - 14 Απριλίου 2015[2]

Το κείμενο του Θεόφιλου Γιαννόπουλου συνοδεύει έργο της φωτογράφου Αθηνάς Χλωρίδου © 2016
[1] Διαβάστε την ανάρτηση για το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας εδώ ενώ για το πρώτο δείτε εδώ
[2] Από την ανάρτηση στον προσωπικό λογαριασμό του Νίκου Γούλια στο facebook (15 Απριλίου 2015)