Αλκυονίδες ψυχές

Ένα βιβλίο, με την ασθενή γραφή του μπορεί να χαλάσει την καλή ιστορία του. Υπάρχουν και βιβλία που κάνουν το ίδιο, με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο: Χαλάνε την καλή ιστορία τους, με την υπερβολικά «καλή» γραφή τους. Πώς γίνεται αυτό; Κι όμως, γίνεται.
Το απλό λεξιλόγιο δε σημαίνει -και δεν πρέπει να σημαίνει- φτώχεια στις προτάσεις, τις εκφράσεις και τελικά κακογραμμένο κείμενο. Άλλο το απλό, άλλο το φτωχό (προμηθευτείτε ένα λεξικό γραμματικής κι ένα λεξικό συνωνύμων. Είναι θησαυρός). Από την άλλη, πλούσιο λεξιλόγιο δε σημαίνει -και δεν πρέπει να σημαίνει- δυσνόητες, τεράστιες λέξεις και μακροσκελείς προτάσεις. Όταν κάποιος μας ρωτήσει «Πως είσαι;» λέμε «Είμαι καλά», ή «όχι και τόσο καλά». Δεν πρόκειται ποτέ να πούμε κάτι τέτοιο:
«Δεδομένων των συνθηκών και της παρούσης οικονομικής και κοινωνικοπολιτικής κατάστασης της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τη σταθερά καλή υγεία μου και αναβάλλοντας την ικανοποίηση των δευτερευόντων, προσωπικών αναγκών μου λόγω της οικονομικής στενότητας, θεωρώ πως είμαι καλά». For God’s sake, αφού δε μιλάμε ποτέ έτσι, γιατί πρέπει να γράφουμε έτσι; Simplify, simplify, is the secret -που λέει και ο William Zissner.
Θα μου πείτε, οκέι, αλλά εδώ δε μιλάμε, γράφουμε και δεν ακούμε, διαβάζουμε. Ε, guess what. Λάθος, λάθος, λάθος. Οι αναγνώστες διαβάζοντας, ακούνε την ιστορία μέσα στο μυαλό τους. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό, ο κάθε ένας που γράφει, ό,τι κι αν γράφει, είτε είναι άρθρο, είτε είναι έκθεση, είτε αναφορά, είτε βιβλίο, να χρησιμοποιεί κατάλληλες λέξεις, σωστές και με το σωστό τρόπο. Άλλωστε το παν σε ένα κείμενο είναι να καταφέρει τον αναγνώστη να μείνει μαζί του ως το τέλος, όποιο κι αν είναι το θέμα του. Και ο μέσος αναγνώστης, έχει μόλις 30 δευτερόλεπτα υπομονής να διαθέσει για οποιοδήποτε κείμενο -κι εκεί παίζονται όλα. Μετά το πέρας του χρόνου αυτού, αν ο αναγνώστης δεν είναι εκεί, έχει φύγει για πάντα.
Δεν έχει να κάνει με το θέμα. Δεν έχει να κάνει με την ιστορία. Έχει να κάνει με το πώς θα ειπωθεί η ιστορία, το πώς θα γραφτεί το όποιο θέμα. Όλοι μας έχουμε γελάσει με εντελώς σαχλά ανέκδοτα, μόνο και μόνο επειδή αυτός που μας το είπε ήταν παραστατικότατος -κάνοντας τις ανάλογες κινήσεις, παίρνοντας το ανάλογο ύφος, αλλάζοντας ανάλογα τη φωνή του. Όλοι μας επίσης έχουμε μείνει σοβαροί με ένα πραγματικά καλό ανέκδοτο -μόνο και μόνο επειδή αυτός που μας το είπε, το έκανε σα να διαβάζει το μενού της ταβέρνας. See?
Οι «Αλκυονίδες Ψυχές» είναι ένα όμορφο βιβλίο, με όμορφο εξώφυλλο, πυκνό οπισθόφυλλο, προσεγμένο, με πλαγιαστή γραμματοσειρά και στίχους ανάμεσα στα κεφάλαια. Έχει πολύ συναίσθημα και προσωπική φροντίδα, και η γραφή του είναι σχεδόν εξ’ ολοκλήρου πολύ φορτισμένη και ποιητική -κι εκεί ακριβώς είναι που κουράζει. Ο πόνος, η απώλεια, οι μεγάλες αγάπες, είναι θέματα που πάντα μας αγγίζουν, όπως και ο φόβος, το κακό και ο θάνατος. Όμως το στήσιμο είναι βασική προϋπόθεση για να μη γίνεται η ιστορία μονότονη και συνεπώς κουραστική. Μικρά διαλείμματα αποφόρτισης για τον αναγνώστη, θα ήταν το ιδανικό, για να μπορεί να «ανασάνει».

Δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει ήδη ειπωθεί, τίποτα που να μην έχει ήδη γραφτεί. Η ιστορία της ανθρωπότητας και του κόσμου κάνει κύκλους κι επαναλαμβάνεται. Τα ίδια λέμε και τα ίδια γράφουμε ξανά και ξανά. Αν η επανάληψη αυτή ήταν κάτι το κακό, τότε δε θα υπήρχαν προ πολλού βιβλία. Οι άνθρωποι πάντα αγαπούσαν, πάντα απατούσαν, πάντα πονούσαν. Οι κοινωνίες πάντα ήταν προβληματικές. Οι πιο ανήσυχοι πάντα ονειρεύονταν ουτοπίες. Ο άνθρωπος πάντα θα φοβάται το θάνατο. Δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για τα χιλιοειπωμένα και να γράφουμε τα χιλιογραμμένα. Το βασικό είναι το πώς ο κάθε συγγραφέας θα προσεγγίσει το θέμα, πώς θα αποτυπώσει τη σκέψη του στο χαρτί, πώς θα χειριστεί το λόγο, τις λέξεις, τις προτάσεις, τις παραγράφους, τα κεφάλαια... Ουφ! Ώστε το αποτέλεσμα να δικαιώσει τον ίδιο αλλά και τους αναγνώστες.
Κλικ για περισσότερα της Κατερίνας