Μια φορά κι έναν καιρό στην καρδιά της ιστορίας μας ζούσε η Αλέξια. Προκομμένη κόρη εύπορης οικογενείας, μορφωμένη και νεοδιορισμένη σε κάποιο απόμακρο νησί της χώρας. Γεμάτη όνειρα και προσμονή να γνωρίσει τη νέα της ζωή, το σχολείο, τους μαθητές… δεν περιμένει ότι σ’ εκείνο το νησί, σε έναν ψηλό λόφο, μέσα σε ένα υπέροχο αρχοντικό ζει ο μεγάλος έρωτας. Ένας ώριμος και γοητευτικός άντρας, ο Νικολάι που δεν έχει άσπρο άλογο αλλά άσπρο πιάνο(!) θα την μαγέψει με τα μελωδικά του δάχτυλα… Ο καπετάν Βαγγέλης, η κυρά-Βαΐτσα και ο μικρός Παύλος, πρόσωπα που θα παίξουν ρόλο και θα προχωρήσουν την ιστορία καθώς όλοι τελικά συνδέονται μεταξύ τους έτσι όπως ξετυλίγει το κουβάρι η συγγραφέας. Μυστήρια, πάθη, λάθη, έρωτας, μοίρα… Το παρελθόν εδώ, με τα μυστικά που κρύβει θα φέρει εμπόδια στο παρόν και θα μολύνει το μέλλον… Κι ενώ η ιστορία δεν ξαφνιάζει, το τέλος δεν είναι αυτό που συνηθίζεται…
Ένα βιβλίο που ξεχειλίζει μελωδικότητα και έντονη ποιητική διάθεση. Αν το έντυνα με μουσική θα ήταν σίγουρα η ηχητική ζώνη της ταινίας Μαθήματα Πιάνου. Το βιβλίο ξεκινά με τα λόγια του Σαίξπηρ: Αν η μουσική είναι η τροφή της αγάπης, παίξε κι άλλο. Από τα πρώτα ίχνη ψυχανεμίζεσαι το θέμα έρωτας και μουσική ή η μουσική του έρωτα. Ένας έρωτας που όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο αναδύεται σε ρυθμούς πιανίσιμο, αντάντε, κρεσέντο... Όχι, όχι μην ταράζεστε! Δεν επιβάλλονται γνώσεις μουσικής για να διαβάσετε άνετα αυτό το βιβλίο!
Ακολουθούμε μαζί την συγγραφέα στη σελ. 32, καθώς μας γράφει για την πρώτη γνωριμία της ηρωίδας με την μουσική του Νικολάι: Μαγεύτηκε από τη μελωδία που εξέφραζε ένα συνονθύλευμα συναισθημάτων που εκρήγνυνται από τα αγγίγματα των ακροδαχτύλων στα πλήκτρα του πιάνου, για να υποδηλώσουν το πέρασμα από την πληρότητα στην απουσία, από τη ζωή στο θάνατο, από την ευτυχία στη θλίψη, από τον Παράδεισο στην Κόλαση.
Και λίγο μετά στη σελ. 35, το πρώτο βλέμμα της Αλέξιας στο νέο της σπίτι: Καθώς ο ήλιος έλαμπε από ψηλά, το δίπατο σπιτάκι λαμπύριζε όπως λαμπυρίζει ένα βότσαλο που βρέχεται από το κύμα. Μια υπέροχη παρομοίωση...
Σιγά σιγά η Αλέξια φαίνεται εξαρτημένη από την μουσική αυτή του άγνωστου πιανίστα και στη σελ. 52 αναφέρει: Κάθε μέρα περίμενε την στιγμή που τα μυστηριώδη δάχτυλα θα πατούσαν τα πλήκτρα που με τη σειρά τους θα εξέπεμπαν τη μουσική του κόσμου, του ουρανού και της γης. Τη μουσική που κραύγαζε από πόνο και ταυτόχρονα φόρτιζε τις αισθήσεις για να ξεσπάσουν με μια λυτρωτική άνθηση της ψυχής.
Στα ερωτικά της αδιέξοδα στη σελ. 76 έχει αρχίσει ήδη το μαρτύριο πριν το σμίξιμο: Ήθελε να σταθεί δίπλα στη γέννηση του παραδεισένιου ήχου, ήθελε να τον δει με τα μάτια της να ακουμπάει τα πλήκτρα του πιάνου σαν να χαϊδεύει κορμί γυναίκας που απομακρύνεται, ήθελε ν’ αφουγκραστεί εξ επαφής τον σπαραγμό της ψυχής του και ταυτόχρονα της λύτρωσής του, ήθελε να τον συναντήσει, ήθελε να τον αγγίξει, ήθελε να βυθιστεί στα μεγάλα γαλάζια μάτια του και να ταξιδέψει στη χώρα των θαυμάτων, ήθελε να τον χαϊδεύει με το βλέμμα του καθώς τα χέρια του θα χτύπαγαν τα πλήκτρα μόνο για κείνη. Είχε τρυπώσει σ’ ένα όνειρο και δεν ήθελε να βγει πριν αυτό ολοκληρωθεί.
Και μετά από αυτό το πρώτο άγγιγμα κάθε βράδυ η ίδια μουσική την καλούσε να πάει κοντά του (Σελ. 131): Το φεγγάρι κύλησε την αντανάκλασή του στη σκούρα θάλασσα και την έβαψε ασημιά. Μια μουσική δημιουργία επενδυμένη με τους ήχους της προσμονής μιας κοινής καρδιάς απλώθηκε στον αέρα. Η Αλέξια αναρίγησε. Το κάλεσμα του ήχου φώτισε τα βήματά της, η εικόνα του εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια της για να σταλάξει ευτυχία στην ψυχή της.
Και κλείνοντας εδώ την μεταφορά αποσπασμάτων θα αντιγράψω από την σελ. 179 Το ρόδο σαν θρυμματίζεται αφήνει τα αγκάθια που γδέρνουν τη σάρκα. Έτσι ξεσκίζεται η ψυχή όταν της ξεριζώνεις τα όνειρα.
Η Κοκκινοσκουφίτσα όμως με το καλαθάκι της γεμάτο καλούδια εδώ μας αφήνει… γιατί κάνει την εμφάνισή του Ο ΚΑΚΟΣ ΛΥΚΟΣ…
ΚΑΚΟΣ ΛΥΚΟΣ: Στα μείον του βιβλίου είναι θα έλεγα οι πολύ λεπτές ισορροπίες, το βιβλίο ταλαντεύεται στο να βρει την ταυτότητά του. Η συγγραφέας συχνά επηρεασμένη από την έντονη ποιητική της διάθεση προχωρά σε στομφώδη λόγο και σε υπερβολικές εκφράσεις που σε σημεία δεν βγάζουν και νόημα… Αυτό είναι πολύ γοητευτικό σε ποιήματα αλλά ενοχλητικό θα έλεγα σε μυθιστόρημα. Για παράδειγμα σας μεταφέρω έναν διάλογο ανάμεσα στην ηρωίδα και στην κυρά-Βαΐτσα, η οποία είναι μια απλή μεγάλης ηλικίας γυναίκα μεγαλωμένη στο νησί. Η Αλέξια θέλει να μάθει από πού προέρχεται η μουσική και ρωτά την γυναίκα. Σελ.63: Να… ξέρεις Βαϊτσα ήθελα να σε ρωτήσω για το μεγάλο σπίτι πάνω στο λόφο. Μένει κάποιος εκεί; Τα παράθυρά του είναι μονίμως κλειστά κι όμως, κάποιες φορές μια παράξενη μελωδία βγαίνει από εκεί. Είναι μια μουσική που μοιάζει να εξυμνεί κάτι που αναπτύχθηκε και μαράθηκε, που δημιουργήθηκε κι εξαϋλώθηκε, που γεννήθηκε και πέθανε, μοιάζει να υμνεί και ταυτόχρονα να πενθεί έναν έρωτα που ανέτειλε και έδυσε. Νομίζω πως αν μίλαγε πραγματικά έτσι μια γυναίκα στην γιαγιά μου στο νησί θα έμενε να την κοιτά με γουρλωμένα μάτια. Αυτός λοιπόν ο επιτηδευμένος λόγος πρωταγωνιστεί και σε άλλους διαλόγους και ξενίζει απότομα σε σημεία το έργο… Σα να κάνει απότομα φρεναρίσματα.
Επίσης, λείπουν λίγο οι περιγραφές, ή για το πω πιο σωστά… υπάρχει ανισορροπία στις περιγραφές. Ενώ η συγγραφέας είναι φειδωλή στις περιγραφές όταν μπαίνει σε σπίτι... της έρχεται μια διάθεση απίστευτη να περιγράψει! Δηλαδή πολύ αναλυτική στην διακόσμηση των σπιτιών αλλά μετρημένη π.χ. στις περιγραφές του νησιού…
Τέλος ο κακός λύκος θέλει να αναφέρει πως βρήκε αμέτρητα λάθη σε όλο το κείμενο (Σε δυο σελίδες μέτρησε 6! Ο δαίμων του τυπογραφείου;) και θέλει να γκρινιάξει λίγο για το κάπως βιαστικό κι απότομο τέλος.
Αν λοιπόν εξαιρέσουμε τον υπερβολικά ποιητικό λόγο που οι λάτρεις όμως του λυρισμού θα το λατρέψουν και τα αμέτρητα τυπογραφικά, το βιβλίο έχει ρυθμό, σε παρασύρει και είναι σίγουρο πως δεν πρόκειται να χάσετε την ώρα σας διαβάζοντάς το! Να ευχηθούμε καλοτάξιδο και πάντα επιτυχίες στην κυρία Μαίρη Γκαζιάνη και στις εκδόσεις Όστρια.
Στελλίτσα Ζαχαρίτσα
Περισσότερα από/για τη Μαίρη Γκαζιάνη:
Η Μαίρη Γκαζιάνη για το Σου γράφω...
Η Μαίρη Γκαζιάνη και Τα πλήκτρα της σιωπής
Περισσότερα από/για τη Μαίρη Γκαζιάνη:
Η Μαίρη Γκαζιάνη για το Σου γράφω...
Η Μαίρη Γκαζιάνη και Τα πλήκτρα της σιωπής