Πως σας ήρθε η ιδέα;
Λ.Τ.: Μια φευγαλέα σκηνή στο δρόμο. Μια γυναίκα εχθρική στο πεντάχρονο που συνόδευε. Η αυτόματη σκέψη "τι είδους μάνα είναι αυτή;" Ο συνειρμός, ίσως να μην είναι μάνα, ή να έχει κι αυτή τα δικά της φορτία. Ύστερα ακολούθησαν βροχή τα "αν".
Που γράψατε το βιβλίο σας;
Λ.Τ.: Στην Κέρκυρα, όπου ζω μόνιμα, σε ένα δωμάτιο του σπιτιού μου, που το έχω μετατρέψει σε γραφείο μου, με θέα τα δέντρα και τον ουρανό.
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Λ.Τ.: Περίπου τρία χρόνια, με κάποια διαλείμματα, καθώς η συγγραφή δεν είναι η μόνη και αποκλειστική μου απασχόληση.
Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Λ.Τ.: Ψυχογράφημα. Αν και δεν στερείται δράσης και σασπένς.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Λ.Τ.: Το βιβλίο πραγματεύεται κυρίως το θέμα της συγχώρεσης. Με τις δυσκολίες που έτσι κι αλλιώς φέρει η έννοια, αλλά πολύ περισσότερο όταν δεν μπορεί να δοθεί δια ζώσης, γιατί οι αποδέκτες δεν είναι πια παρόντες. Η συγχώρεση όμως, όχι με την Χριστιανική αλλά με την ψυχαναλυτική έννοια, είναι το κλειδί για την πόρτα του μέλλοντος.
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Λ.Τ.: Το ότι λειτούργησε σαν αφορμή για να κοιτάξω κι εγώ βαθύτερα μέσα μου, να φύγω από το προφανές, να δώσω χώρο και σε συναισθηματικό αντίλογο.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Λ.Τ.: Η νεαρή Άντρια. Παρότι πολύ πονεμένη και η πιο αθώα απ’ όλους, αποπνέει αγάπη για τη ζωή, δύναμη και αξιοπρέπεια. Ακόμη και η βίαιη ενηλικίωσή της γίνεται δώρο για τους άλλους.
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Λ.Τ.: Εκτός από τη μυθιστορηματική πλοκή, που ελπίζω πως θα απολαύσει, νομίζω πως δίνει τροφή για σκέψη για καταστάσεις που δεν είναι εύκολο να πεις ποιος είναι θύτης, ποιος είναι θύμα, ποιος και τα δυο, αλλά κυρίως θεωρώ πως δίνει τη συναισθηματική ταύτιση, ένταση και λύτρωση που όλοι προσδοκούμε από ένα μυθιστόρημα. Κι είμαι σχεδόν σίγουρη ότι θ’ αγγίξει και μια πιο προσωπική χορδή στον καθένα και την καθεμιά.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Λ.Τ.: Οι απώλειες.
Φοβάστε...
Λ.Τ.: Φοβάμαι πως δεν θα προλάβω να πω όλα όσα έχω να πω.
Αγαπάτε...
Λ.Τ.: Αγαπάω την ήρεμη ζωή, με ποιότητα κι αγαπημένους ανθρώπους κοντά μου.
Ελπίζετε...
Λ.Τ.: Ελπίζω πως οι δυσκολίες που περνάμε όλοι θα είναι προσωρινές και πολύ σύντομα θα ασχολούμαστε μόνο με ερωτήματα πάνω στην τέχνη ή σε αυτά που μας ευχαριστούν. Δεν θα χρειάζεται ν’ αγωνιούμε για τα καθημερινά.
Θέλετε...
Λ.Τ.: Θέλω να αφήνω ένα θετικό αποτύπωμα σε όλους τους χώρους που κινούμαι, να μη συγκαταλέγομαι στους αδιάφορους και τους εγωκεντρικούς.
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Λ.Τ.: Οι πιο υποψιασμένοι άντρες και νομίζω όλες οι γυναίκες.
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Λ.Τ.: Δεν υπάρχει πρέπει. Αλλά όποιος διαβάζει ένα καλό βιβλίο είναι σαν να έχει ζήσει άλλη μια ζωή, αυτήν του πρωταγωνιστή. Και επιπλέον πλουτίζει με την απόλαυση του κειμένου, της γλώσσας, των εικόνων, του συναισθήματος.
Γιατί δεν πρέπει;
Λ.Τ.: Δεν υπάρχει ούτε δεν πρέπει. Αλλά δεν θα το σύστηνα σε όσους/ες είναι συνηθισμένοι σε πιο εύπεπτα και ανώδυνα διαβάσματα. Είναι ένα βιβλίο που έχει έντονες έως και δύσκολες συναισθηματικά στιγμές.
Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Λ.Τ.: Στα μεγάλα βιβλιοπωλεία (Ιανός, Public, Παπασωτηρίου) αλλά και σε όποιο βιβλιοπωλείο να το παραγγείλετε θα σας το φέρουν σε τρεις ημέρες.
Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Λ.Τ.: Το μωβ. Εμπεριέχει το κόκκινο των έντονων συναισθημάτων και το μπλε της νύχτας και βρίσκεται στην άκρη του ουρανού τόσο στη δύση όσο και στην ανατολή.
Ποια μουσική;
Λ.Τ.: Ελένη Καραΐνδρου.
Ποιο άρωμα;
Λ.Τ.: Του χώματος με την πρώτη φθινοπωρινή βροχή.
Ποιο συναίσθημα;
Λ.Τ.: Χαρμολύπη.
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Λ.Τ.: Ταινία.
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Λ.Τ.: Ακτιβίστρια. Κυρίως για τα θέματα του περιβάλλοντος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Λ.Τ.: Την Ιωάννα Καρυστιάνη, τον Ισίδωρο Ζουργό και τον Αντρέα Καμιλέρι.
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Λ.Τ.: Στον τρόπο που γράφω ελπίζω πως όχι. Στον τρόπο που σκέφτομαι και που ζω ασφαλώς πάρα πολλοί. Αν έπρεπε να ονομάσω κάποιους θα ήταν ο Αναγνωστάκης και ο Τσίρκας.
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Λ.Τ.: Εγώ πλέκω τη βασική δομή τους και τη βασική στάση τους απέναντι στα πράγματα. Η αυτονόμηση τους μπορεί να υπάρξει για να εμπλουτίσει τον καμβά, αλλά με τρόπο και σε βαθμό που να μην αναιρεί την αρχική σύλληψη.
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Λ.Τ.: Και τα δυο. Φαντασία χωρίς εμπειρία μπορεί να είναι ένα παραλήρημα. Και εμπειρία χωρίς φαντασία μπορεί να είναι ένα άνευρο, σχολαστικό κείμενο.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Λ.Τ.: Πολύ συχνά το εμπορικό κύκλωμα, το όνομα, η προβολή, η διαφήμιση, δηλαδή παράγοντες άσχετοι με την ποιότητα του βιβλίου, αν μιλάμε για την εμπορική επιτυχία. Ή και τα κλισέ στον τίτλο, τον τόπο που διαδραματίζεται, το δημοφιλές θέμα. Αν μιλάμε για την ουσία της επιτυχίας, δηλαδή το κατά πόσο θα αγγίξει τους αναγνώστες, νομίζω η αυθεντικότητα και η ειλικρίνεια είναι το κλειδί.
Τι την αποτυχία;
Λ.Τ.: Πάλι με την έννοια της ουσίας και όχι της εμπορικότητας, όταν ένα βιβλίο είναι καλό μπορεί να υπάρξει προσωρινά το αίσθημα της αποτυχίας αν το μήνυμα ή ο τρόπος γραφής εμφανιστούν πρώιμα σε κοινό που δεν είναι έτοιμο να τα αποδεχθεί.
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Λ.Τ.: Όχι. Όσα βιβλία και να διαβάζει κανείς, κέρδος είναι, ακόμη κι αν δεν είναι όλα εξαιρετικά. Η μόνη περίπτωση να την ονομάσω κατάχρηση είναι αν γίνεται με τρόπο καταναλωτικό, ποσοτικό, χωρίς το χρόνο και τη σκέψη που απαιτούνται για την αφομοίωση.
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Λ.Τ.: «Πολύ νωρίς, πολύ αργά».
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο
Απόσπασμα
Της άφησα ένα φευγαλέο χάδι στο μαλλί, της ζέστανα μπιφτέκια και πουρέ, της έκοβα μια ντομάτα και ταυτόχρονα πάλευα να ξεμπλέξω τα μπερδεμένα μου συναισθήματα. Τόσα χρόνια αυτό με βασάνιζε, πως αγωνιζόμουν τόσο πολύ να ξαναεγκατασταθώ σε μια κανονικότητα, σε μια υποτυπώδη ηρεμία κι ωστόσο αρκούσε μια τυχαία σκέψη, μια τυχαία λέξη για να με πετάξει πίσω και να με βουλιάξει ξανά σε όλα όσα πάλευα να ξεχάσω. Σκεφτόμουν τώρα πως η Λίλα μου δεν είχε περιθώριο να συνεχίσει πέρα από την Πέμπτη δημοτικού. Μισοαγράμματη θα κυκλοφορεί αιωνίως στον παράδεισο. Μισοαγράμματο παιδί. Την ενηλικίωση δεν την πρόλαβε. Της την έκλεψε η Άντρια. Ναι, με αυτό το ρήμα.
Με ξύπνησε η Άντρια μια νύχτα, αρχές Σεπτέμβρη, διστακτική, όπως πάντα, αλλά και φοβισμένη αυτή τη φορά.
«Νναννά, συγνώμη που σε ξυπνάω. Δε ξέρω τι έπαθα. Διάβασα γι’ αυτό, μου έχει πει και κάποια πράγματα η θεία Νίκη, αλλά δεν είμαι σίγουρη αν είναι πραγματικά αυτό. Και δε ξέρω τι να κάνω… να μη λερώσω…»
«Ποιο αυτό και τι να μη λερώσεις; Τι μου παραμιλάς μέσα στην άγρια νύχτα;»
«Η περίοδος. Νομίζω». Ντροπαλά.
Σηκώθηκα, της είπα να πλυθεί, της έδειξα πώς να χρησιμοποιεί τις σερβιέτες, τη ρώτησα αν πονάει, αν θέλει ένα παυσίπονο. Πάλι σφαγμένη στα δυο. Από τη μια ο πόνος ξύπνησε, τη Λίλα θα την έπνιγα στα φιλιά και θα γιορτάζαμε την ενηλικίωσή της, αλλά δεν πρόλαβε. Από την άλλη η ενοχή. Την Άντρια ούτε που σκέφτηκα να την προετοιμάσω, πάλι καλά που το είχε σκεφτεί η Νίκη. Και τώρα φοβόταν ακόμη και που μου το ανακοίνωνε. Προσπάθησα να αγνοήσω το σφίξιμο στο στομάχι μου, να της χαμογελάσω και να της κάνω ένα βιαστικό αλλά ενθαρρυντικό αγκάλιασμα - πότε είχε ψηλώσει τόσο; - «μη φοβάσαι, απλώς έγινες κοπέλα πια», της είπα. Και της ξαναγύρισα την πλάτη. Σε μια εβδομάδα θα ξεκίναγε το γυμνάσιο.
Από το οπισθόφυλλο...
Δεκατρία ολόκληρα χρόνια το καλό και το σκοτεινό κομμάτι της ηρωίδας μάχονται μέσα της σε σύγκρουση εξουθενωτική και την οδηγούν σ’ ένα ατέλειωτο κι οδυνηρό εκκρεμές αντιφάσεων. Η συμφιλίωση, οι παραδοχές, η συγχώρεση συγκρούονται διαρκώς με τον θυμό, τη διάψευση, την προδοσία, σ’ έναν αγώνα με άδηλη έκβαση.
Πώς μπορεί μια γυναίκα, μια μάνα, να φέρεται έτσι σε ένα παιδί;
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιβίσκος.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιβίσκος.
Η Λιάνα Τσιρίδου γεννήθηκε στις Σάπες Ροδόπης. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Από το 1989 ζει στην Κέρκυρα και εργάζεται ως καθηγήτρια Αγγλικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ταυτόχρονα έχει ενεργή πολιτική δράση και ενεργή συμμετοχή στα κοινά. Είναι παντρεμένη και έχει δυο παιδιά. Το ΤΕΛΟΣ ΠΑΡΤΙΔΑΣ ήταν το πρώτο της μυθιστόρημα ενώ φέτος κυκλοφορεί το Δεκατρείς νύχτες πριν το ξημέρωμα από τις εκδόσεις Ιβίσκος.