Όσοι έχετε διαβάσει την τριλογία του Λάρσον «Millenium», θα θυμάστε ίσως στο πρώτο βιβλίο της σειράς την εξαιρετική εισαγωγή του Μανώλη Πιμπλή, στην οποία μέσα σε άλλα σχόλια, αναφέρει πως αυτό που κάνει τη διαφορά ανάμεσα στο σκανδιναβικό αστυνομικό μυθιστόρημα και το μεσογειακό, είναι απλά… ο γενναιόδωρος μεσογειακός ήλιος.
Κάθε συγγραφέας καλού αστυνομικού μυθιστορήματος δεν καταπιάνεται μόνο με τη λύση του μυστηρίου δημιουργώντας το ανάλογο σασπένς, αλλά προσπαθεί να κατανοήσει τους μηχανισμούς -κοινωνικοπολιτικούς, οικονομικούς- που παράγουν το σύγχρονο έγκλημα.
Η ψυχοπαθολογία των εγκλημάτων στις χώρες της βόρειας Ευρώπης μπορεί να συγκριθεί (κι ενίοτε ταυτιστεί) μόνο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι δολοφόνοι που σκοτώνουν από ευχαρίστηση, είτε αυτή προέρχεται από τα «ιδιαίτερα» παιδικά χρόνια του δράστη είτε από κάποιου είδους φανατισμό -θρησκευτικό ή πολιτικό-, σπάνια αποτελούν τη βάση για το χτίσιμο του χαρακτήρα ενός φονιά από συγγραφέα μεσογειακής χώρας. Κι αυτό γιατί οι εξωστρεφείς φωνακλάδες μεσογειακοί λαοί ηλιόλουστων χωρών, δεν κρύβουν κάτω από την επιφανειακή ηρεμία και την τακτικά οργανωμένη ζωή αβυσσαλέα σκοτάδια στην ψυχή τους.
Ανέκαθεν θαύμαζα περισσότερο τους συγγραφείς αστυνομικών από άλλους κι αυτό γιατί μπορεί ένα βιβλίο να προκύψει απλά και μόνο από μια καλή ιστορία όμορφα δοσμένη, αλλά είναι και οι γνώσεις και η απίστευτη δουλειά στο background που θεωρούνται απαραίτητα στοιχεία για να γραφτεί ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα.
Σαφώς και σε άλλα είδη είναι απαραίτητη μια σχετική έρευνα και η απόκτηση ορισμένων γνώσεων, με πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα τα ιστορικά μυθιστορήματα (που επίσης θεωρώ από τα πιο δύσκολα είδη, με πολύ αυστηρά όρια και απαραίτητη την εξαιρετική γνώση της ιστορίας). Αλλά το μοντέρνο αστυνομικό -πόσο μάλλον όταν μιλάμε για καλό αστυνομικό μυθιστόρημα- πρέπει να συνδυάσει αυτά, μαζί με το αριστοτεχνικό στήσιμο των χαρακτήρων -ειδικά του δράστη και φυσικά του επιθεωρητή, την ψυχολογία, τη δημιουργία ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος, ακόμα και τα μαθηματικά- για την ύπαρξη έξυπνων γρίφων.
Ο λόγος πρέπει να «ρέει» και να μη σκαλώνει, ακριβώς γιατί ο αναγνώστης σε όλη την πορεία του βιβλίου παρακολουθεί την εξέλιξη της έρευνας της αστυνομίας, την αποκωδικοποίηση των στοιχείων και πάντα προσπαθεί να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τους ερευνητές -ασυναίσθητα, εγωιστικά, δεν έχει σημασία, όλοι το κάνουμε.
Όπως και να ‘χει, τα βασικότερα όλων των «εργαλείων» ενός συγγραφέα είναι η ίδια του η φαντασία και η τεχνική της πένας του. Αν αυτά τα δύο χρησιμοποιηθούν σωστά, για τα πάντα μπορεί να μας πείσει και το ταξίδι μας να είναι μοναδικό, δραστηριοποιώντας όλες μας τις αισθήσεις. Η Giambanco έχει τις πετυχημένες σπουδές πάνω στη λογοτεχνία και την εμπειρία πίσω από τις κάμερες -«εξτρά» εφόδια που μπορούν να φτάσουν την ανάγνωση σε άλλο level, κι ένιωσα πως διαβάζω περισσότερο σενάριο ταινίας.
Οι προτάσεις της είναι μικρές και κοφτές. Τα πρόσωπα πολλά, με πολύ μικρά κεφάλαια που κόβονταν απότομα -οι αναδρομές στο παρελθόν που σχηματίζουν τους χαρακτήρες των βασικών ηρώων ξεδιπλώνοντας την προσωπική τους ιστορία ήταν συνεχείς. Κι όμως κάθε φορά που πήγαινα να αρχίσω να «αισθάνομαι»… έμενα με το βιβλίο στο χέρι. Στα μισά περίπου σταμάτησα το διάβασμα, μπήκα στην ιστοσελίδα της Giampanco και διάβασα το δωρεάν απόσπασμα στο πρωτότυπο, για να δω τη διαφορά στη μετάφραση και να διαπιστώσω αν για την «έλλειψη» συναισθήματος που αντιμετώπιζα οφειλόταν σε κακή μετάφραση, ή σε ακατάλληλη διάθεση δική μου. Έψαξα κάθε πληροφορία για τη συγγραφέα, παρουσίαση του βιβλίου στη χώρα της και κριτικές αναγνωστών.
Τελικά δεν κατάφερα να αποδώσω αυτά που δεν ένιωσα, κάπου. Το βιβλίο είναι καλογραμμένο, η ιστορία πολύ καλή, παρόλα αυτά δεν ταυτίστηκα με την κεντρική ηρωίδα (επιθεωρητή Μάντισον), χάθηκα στην πορεία της έρευνάς της, δεν μπόρεσα να ακολουθήσω των ειρμό των συλλογισμών της και της υπόθεσης και μου έλειψε αυτό το γνωστό σασπένς που οι πιο «καμένοι» από μας προσπαθούμε και artificially να το στήσουμε, σβήνοντας τα φώτα και τρώγοντας τα νύχια μας με αγωνία περιμένοντας να βρεθεί ο δολοφόνος.
Παρόλα αυτά ο χειμώνας από μόνος του στήνει το ιδανικό background και την απαραίτητη ατμόσφαιρα για σκοτεινά βιβλία και οι 13 μέρες με το καταπληκτικό εξώφυλλο και τη δυνατή τους υπόθεση είναι ένα καθαρά dark, ομιχλώδες και πολύπλοκο βιβλίο που θα πρότεινα για τους «δυνατούς λύτες».
Στο οπισθόφυλλο...
Πριν από είκοσι πέντε χρόνια στο δάσος
κοντά στον ποταμό Χόου, στο Σιάτλ,
τρία αγόρια έπεσαν θύματα απαγωγής.
Το ένα δεν γύρισε σπίτι...
Λίγα χρόνια αργότερα, μια τετραμελής οικογένεια βρέθηκε δολοφονημένη ένα πρωί με άγριο τρόπο, ενώ κοντά στα άψυχα σώματά τους ήταν χαραγμένες οι λέξεις «Δεκατρείς μέρες».
Η ντετέκτιβ του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Άλις Μάντισον, έχοντας ζήσει διαταραγμένα παιδικά χρόνια, ως ενήλικη έχει ανακτήσει την ισορροπία της κυνηγώντας το πιο αποτρόπαιο πρόσωπο του κακού που έχει να επιδείξει η ανθρωπότητα. Η Μάντισον πιστεύει ότι οι φόνοι αυτοί συνδέονται μεταξύ τους. Και έχει μόνο δεκατρείς μέρες για να το αποδείξει.
Προκειμένου να σταματήσει έναν ψυχοπαθή, η Μάντισον είναι αναγκασμένη να επιστρέψει στο δάσος και να έρθει αντιμέτωπη με το άλυτο μυστήριο των αγοριών του ποταμού Χόου. Πρέπει να ξεχάσει την εκπαίδευσή της και να ακολουθήσει το ένστικτό της μέχρι το ανατριχιαστικό τέλος, όπου οι εχθροί γίνονται σύμμαχοι και ο χρόνος ένας αμείλικτος αντίπαλος.
Διαβάστε ΔΩΡΕΑΝ το prequel, Το βάπτισμα του πυρός, του αστυνομικού θρίλερ 13 Μέρες εδώ. Ένα ebook που προσφέρουν οι εκδόσεις Διόπτρα για την πρώτη βραδιά της αστυνόμου Άλις Μάντισον.
Η V. M. Giambanco γεννήθηκε στην Ιταλία και πήγε στο Λονδίνο για να σπουδάσει Αγγλικά και Λογοτεχνία. Αφού δούλεψε ως πωλήτρια εξειδικευμένη στην κλασική μουσική και σε βιβλιοπωλείο, η Giambanco ξεκίνησε να εργάζεται στον κινηματογράφο ως βοηθός μοντέρ σε ταινίες 35mm και έκτοτε έχει συνεργαστεί σε πολλές βραβευμένες βρετανικές και αμερικανικές ταινίες ? σε μικρές ανεξάρτητες παραγωγές αλλά και σε παραγωγές μεγάλων στούντιο. Ανάμεσά τους τα Ντόνι Μπράσκο, Τέσσερις γάμοι και μία κηδεία και Μυστικά και ψέματα. Επισκέπτεται συχνά την οικογένειά της στο Σιάτλ και λατρεύει τοπικά κέντρα όπως τα Eagle Harbor Book Co., Athenian Inn, την αγορά του Πάικ Πλέις και Steelhead Diner. Το πρώτο βιβλίο της V. M. Giambanco Δεκατρείς μέρες έχει εκδοθεί σε δώδεκα χώρες ενώ στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα. Ζει στο Λονδίνο.