Πώς σας ήρθε η ιδέα;
Μ.Σ.: Στην αίθουσα διδασκαλίας γυμνασίου. Ενώ συζητούσα με τους μαθητές την παραλογή Του γιοφυριού της Άρτας, ένας απ’ αυτούς, μεταξύ αστείου και σοβαρού, ρώτησε: «Τελικά, πέρασε ο αδερφός από το γεφύρι;» Εκείνη τη στιγμή έπεσε ο σπόρος.
Πού γράψατε το βιβλίο σας;
Μ.Σ.: Στην Αθήνα, στο γραφείο μου.
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Μ.Σ.: Έρευνα και συγγραφή περίπου τρία χρόνια και κάτι μήνες. Κατόπιν άφησα το κείμενο στην άκρη ένα εύλογο χρονικό διάστημα, για να το «ξεχάσω». Τέλος, επί ένα χρόνο σχεδόν έκοβα και πετούσα ό,τι έκρινα περιττό ή συμπλήρωνα ό,τι θεωρούσα απαραίτητο. Παράλληλα, έκανα δομικές, γλωσσικές, εκφραστικές και λοιπές αναπροσαρμογές. Να προσθέσω εδώ ότι η έρευνα, ως την ώρα που το μυθιστόρημα μπήκε στο τυπογραφείο, ποτέ δεν σταμάτησε.
Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Μ.Σ.: Μια συνάντηση του μύθου και της ιστορίας.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Μ.Σ.: Επιγραμματική. Ο Κωνσταντίνος ξορκίζεται να εκτελέσει την τελευταία επιθυμία του νεκρού πατέρα. Να πάει δηλαδή στα τρία γεφύρια –του Δούναβη, του Ευφράτη και της Άρτας– όπου θυσίασαν τις αδερφές του και να φέρει από εκεί λίγο χώμα και λίγο ασβέστη για να τα βάλει στο μνήμα του. Ένα περιπετειώδες ταξίδι από τη μια ως την άλλη άκρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας γεμάτο κινδύνους, απρόοπτα και ανατροπές.
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Μ.Σ.: Την απόφαση του Κωνσταντίνου να περάσει από Λαιστρυγόνες και Συμπληγάδες για κάτι που στην ηλεκτρονική εποχή μας ίσως φαντάζει ξένο και μάλλον θα μας άφηνε αδιάφορους.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Μ.Σ.: Πλην του κεντρικού ήρωα –του Κωνσταντίνου– και όλους τους άλλους τους αγαπώ. Ίσως λίγο περισσότερο τον παππού Ονούρ… Θα προτιμούσα να το πω αλλιώς: αγαπώ το κάτι ιδιαίτερο που έχει ο κάθε ήρωας. Όσο για το γιατί ξεχώρισα τα δυο ονόματα: Ο μεν Κωνσταντίνος διακινδύνευσε τη ζωή του για την εντολή ενός νεκρού (για ένα τίποτα θα έλεγε ο ρεαλιστής), ο δε Ονούρ με τα λόγια του και τη στάση του συμβολίζει τον αγώνα για τη συμφιλίωση των δυο λαών, των Ελλήνων και των Τούρκων. Αποτελεί, θα έλεγα, ο παππούς μια άλλη εκδοχή του γεφυριού, την προσωποποίησή του.
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Μ.Σ.: Απόλαυση ψυχής, κέντρισμα νου.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Μ.Σ.: Αν μιλάμε γενικώς, η πορεία της χώρας μας, η τύχη του λαού μας.
Φοβάστε...
Μ.Σ.: Τους φοβισμένους.
Αγαπάτε...
Μ.Σ.: Αυτούς που αγαπούν χωρίς να ξέρουν το γιατί.
Ελπίζετε...
Μ.Σ.: Ότι το κακό δεν είναι κορακοζώητο.
Θέλετε...
Μ.Σ.: Ν’ ανοίγω το παράθυρο και να μπαίνει ο ήλιος στο σπίτι.
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Μ.Σ.: Όλοι (αστειεύομαι)... Ελπίζω οι «ταξιδιάρηδες» της ψυχής. Και μάλιστα αυτοί που θέλουν με το ένα πόδι να πατούν σε στέρεο έδαφος (ιστορία) και με το άλλο στο μύθο. Και να αναπνέουν συνεχώς καινούργιο αέρα με όσες μυρουδιές αυτός φέρνει. Πάντως οι αναγνώστες θα δουν ότι, ενώ ταξιδεύουν στο παρελθόν, δεν θα είναι λίγες οι φορές που (πλαγίως) θα βρίσκονται σε σημερινά «τοπία».
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Μ.Σ.: Διαβάζοντάς το κάνεις έναν κύκλο (όπως συμβαίνει, φυσικά, και με άλλα μυθιστορήματα): Φεύγεις από το σήμερα που παραείναι φορτωμένο με ανάγκες και δεινά, χάνεσαι σε άγνωστους τόπους και παλιούς χρόνους, αιφνιδιάζεσαι, γνωρίζεις, συμπάσχεις, απολαμβάνεις, νιώθεις να αναμετριέσαι με ποικίλους εχθρούς, θυμώνεις, συγκρίνεις, κατανοείς… Ύστερα, επιστρέφοντας στο σήμερα από μονοπάτι που θα έχεις ανακαλύψει στις σελίδες του βιβλίου, αισιοδοξώ ότι θα σου γίνει ελαφρότερο αυτό το φορτίο των δεινών και των αναγκών, που όλοι (οι περισσότεροι τουλάχιστον) αντιμετωπίζουμε στις μέρες μας. Έστω λίγο ελαφρότερο. Για τούτο το λίγο λοιπόν αξίζει να το διαβάσεις. Αυτό θα είναι το ένα κέρδος σου. Το άλλο θα είναι η ξεχωριστή μαγεία που θα συναντάς καθώς θα ταξιδεύεις στο Αιγαίο, στην Ανατολή, στα Βαλκάνια, μεσούσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Γιατί δεν πρέπει;
Μ.Σ.: Αν κάποιος γυρεύει εύπεπτα υλικά και συνήθη συνταγή (έρωτα, μια μοιραία συνάντηση, μια εκκρεμότητα από τα παλιά, μοιχεία, χωρισμό, κλάμα, νοσταλγία, αμαρτωλή αγκαλιά, και τα συναφή), δεν πρέπει να το διαβάσει. Θα τον βλάψει.
Πού/πώς μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Μ.Σ.: Στα βιβλιοπωλεία και στον εκδοτικό οίκο ΔΙΟΠΤΡΑ.
Πού μπορούμε να βρούμε εσάς;
Μ.Σ.: Στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: manthoskar@yahoo.gr και στο facebook
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Μ.Σ.: Αυτό του εξωφύλλου. «Έδεσε».
Ποια μουσική;
Μ.Σ.: Με ήχους λάφτας (πολίτικου λαούτου) και βιολιού.
Ποιο άρωμα;
Μ.Σ.: Των χρυσανθέμων.
Ποιο συναίσθημα;
Μ.Σ.: Της κυμαινόμενης αγωνίας.
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Μ.Σ.: Τραγούδι καμηλιέρη στους δρόμους της Ανατολής.
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας, τι θα μπορούσατε να είστε;
Μ.Σ.: (Υποθέτω πως η ερώτηση δεν αφορά το καθαυτό επάγγελμα.) Συλλέκτης εγκαταλειμμένων παιδικών παιχνιδιών. Ή δουλευτής ορεινής γης.
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Μ.Σ.: Συγγραφέας του οποίου όλα τα έργα να είναι αριστουργήματα ή να μου αρέσουν δεν υπήρξε ούτε, φαντάζομαι, θα υπάρξει ποτέ. (Το ίδιο, εξάλλου, ισχύει για όλες τις μορφές τέχνης.) Γι’ αυτό επιλέγω τι θα διαβάσω και όχι ποιον θα διαβάσω. Προτιμώ λοιπόν να διαβάζω ανελλιπώς βιβλία στην αξία των οποίων πιστεύω. Κι αν διαψευσθώ, δεν πειράζει. Και το αρνητικό, η απογοήτευση, κέρδος είναι.
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Μ.Σ.: Αρκετοί συγγραφείς, Έλληνες και ξένοι. Ενδεικτικά: Θεοτόκης, Παπαδιαμάντης, Καζαντζάκης, Βενέζης, Κοτζιούλας, Ντοστογιέφσκι, Γκόρκι, Στάιμπεκ, Χαλίλ Γκιμπράν, Μααλούφ. Από τα έργα αυτών και πολλών άλλων αντλήθηκαν, με τρόπο ανεπαίσθητο, χρήσιμα στοιχεία. Στοιχεία όμως που λειτούργησαν (πιστεύω) ως απλές αφορμές και ζυμώθηκαν εντός μου με ό,τι διέθετα εγώ. Με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί (όσο διαμορφώθηκε) ο δικός μου λόγος. Και δεν με ενδιέφεραν μόνο τα καλά στοιχεία που έβρισκα στους δημιουργούς και στα βιβλία τους, αλλά και τα λιγότερο καλά. Ακόμα και οι ατέλειες και τα ψεγάδια ενός έργου έχουν την «αξία» τους γι’ αυτούς που ξέρουν να διαβάζουν. Πόσο μάλλον γι’ αυτούς που γράφουν. Πάντως, το ζητούμενο είναι να καταφέρει κανείς να πλάσει το προσωπικό του ύφος. Εν κατακλείδι, ούτε ένας ήταν ο συγγραφέας που με επηρέασε ούτε ένα το βιβλίο.
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Μ.Σ.: Οι ήρωές μου κι εγώ βρισκόμαστε σε αγαστή κι ακατάπαυστη συνεργασία. Όλοι οι «εμπλεκόμενοι» στη δημιουργία του μυθιστορήματος έχουμε δικαιώματα και λόγο. Διαφορετικά, η «εσωτερική κοινωνία» του βιβλίου θα βίωνε τον αυταρχισμό, τη δικτατορία του συγγραφέα. Οπότε, οι ήρωες θα ήταν απλώς ενεργούμενα, δηλαδή ψεύτικοι.
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Μ.Σ.: Και τα δυο. Χωρίς φαντασία δεν μπορείς να γράψεις. Είναι θεμελιακό συστατικό στοιχείο όχι μόνο του λογοτέχνη, αλλά κάθε δημιουργού (και πνεύματος και ύλης). Η εμπειρία, από την άλλη, περιέχει τα υλικά για να χτίσεις εκείνο που με τη φαντασία σχεδίασες και σχεδιάζεις διαρκώς μέχρι να τελειώσει το έργο.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Μ.Σ.: Η ειλικρίνεια του συγγραφέα, ο εκ μέρους του σεβασμός στην αλήθεια του. Και φυσικά η αξία του έργου. Αν όμως κρίνουμε την επιτυχία μόνο με βάση τις πωλήσεις, τότε στην ειλικρίνεια και στην αξία πρέπει να προσθέσουμε κι άλλες προϋποθέσεις: τον τίτλο, το εξώφυλλο, την προώθηση, την παιδεία και τις απαιτήσεις του αναγνωστικού κοινού, τις συγκυρίες. Συμβαίνει όμως και το εξής: Να λείπει η ειλικρίνεια και η αξία, αλλά το έργο να διαγράφει πορεία ουράνιου τόξου. Αυτό είναι από τα παράδοξα, που όμως συνάδουν στο χαρακτήρα του Έλληνα.
Τι την αποτυχία;
Μ.Σ.: Τα αντίθετα της προηγούμενης απάντησης.
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Μ.Σ.: Να πάσχει κανείς από «βιβλιοφαγία» είναι ευλογία.
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Μ.Σ.: Άτιτλο.
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο
Για το μυθιστόρημα...
"Τι έχω αδερφό στην ξενιτιά μη λάχει και περάσει".
Ο Κωνσταντίνος Ντούλας έχει μόλις γυρίσει από τα ξένα αλλά ξορκίζεται να εκτελέσει την ύστατη επιθυμία του πατέρα του, δηλαδή να πάει στα γεφύρια του Δούναβη, του Ευφράτη και της Άρτας για να φέρει ασβέστη και χώμα. Πριν από κάποια χρόνια οι τρεις αδερφές του θυσιάστηκαν για να στεριώσουν αυτά τα γεφύρια.
Ένας δρόμος γεμάτος με κινδύνους και περιπέτειες τον περιμένει, από την Ήπειρο ως τις παραδουνάβιες χώρες και τη Μεσοποταμία και διάφορες συναντήσεις με δουλεμπόρους, ιεροφάντες, βεδουίνους, ληστές, πειρατές, καλόγερους, καμηλιέριδες, μάγους, δερβίσηδες... με έρωτες, ανατολίτικη λαγνεία, φιλίες... αλλά και απαγωγές.
Θα καταφέρει να επιστρέψει στην πατρίδα όπου τον περιμένει μια μάνα και μια αρραβωνιαστικιά αλλά και ένας δήμιος για ένα έγκλημα που έγινε την ημέρα της αποχώρησής του και μαζί ο προδότης της παιδικής φιλίας;
Ο Μάνθος Σκαργιώτης γεννήθηκε στο χωριό Μονολίθι Ιωαννίνων το 1952. Σπούδασε φιλολογία. Ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει επτά μυθιστορήματα και δυο ποιητικές συλλογές ενώ ποιήματά του περιλαμβάνονται σε ανθολογίες. Δημοσίευσε εισαγωγικές μελέτες για έργα του Κ. Θεοτόκη, του Κ. Κρυστάλλη και του Γιώργου Κοτζιούλα, καθώς και πορτρέτα ηπειρωτών δημιουργών. Αφηγήματά του είναι δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά. Επίσης, ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά.
Εργογραφία: Το λαθραίο (Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991), Ουδέτερη Ζώνη (Κέδρος, Αθήνα 1995), Η αλάνα με τις ακονόπετρες (Δωρικός, Αθήνα 1995), Δώδεκα μήνες, δεκατρία φεγγάρια Εμπειρία Εκδοτική, Αθήνα 2001, Το παρελθόν επιστρέφει από τον άλλο δρόμο (Εμπειρία Εκδοτική, Αθήνα 2004), Ένα κλειδί, τρεις πόρτες (Μεταίχμιο, Αθήνα 2009).
Ποιήματα: Ματωμένοι Σάρακες
Κριτήριο, Αθήνα 1974
Στο ρυθμό της Κύπρου
Ιδιωτ. έκδοση, Γιάννενα 1978
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Διόπτρα και την Αλεξάνδρα Αυγερινού για την προσφορά του βιβλίου