Γράφει ο Θεόφιλος Γιαννόπουλος
Το κρύο και η υγρασία μου τρυπούν τα κόκαλα τούτο το πρωινό. Το λεωφορείο περνά από μια εκκλησία που απ’ την ανοιχτή της πόρτα λαμπυρίζουν όμορφα οι φλόγες απ’ τα κεριά. Έσκυψα στο ανοιχτό βιβλίο που είχα μαζί. Μου το είχαν προτείνει γιατί ήταν αυτό ακριβώς που έψαχνα για να ταξιδέψω μακριά από τις έγνοιες που με έζωναν αυτό το διάστημα. Συγκέντρωνε τόσο τα μυστηριακά χαρακτηριστικά που με γοητεύουν, όσο και την ανθρώπινη, ευαίσθητη φύση π’ αναζητώ. Στη διάρκεια της ανάγνωσής του όμως βρήκα κι ακόμη ένα κοινό σημείο σύνδεσης: Την αρχική σκηνή ενός νοσοκομείου. Εκεί δηλαδή που θα βρισκόμουν κι ο ίδιος σε λίγο…
Το ξεκίνησα το προηγούμενο βράδυ και το άφησα από τα χέρια μου μονάχα σαν βάρυναν τα μάτια μου τα ξημερώματα. Η αλήθεια είναι πως το βρήκα δίπλα μου το πρωί κι ήταν από τα λιγοστά που έβαλα στην τσάντα μου πηγαίνοντας προς την στάση. Όσο περίμενα στο παγκάκι, ξαναπέρασα από τα μάτια μου τις πρώτες σελίδες στεκούμενος στις κυριότερες στιγμές που έμεναν ακόμη γλαφυρά αποτυπωμένες απ’ την πρώτη μου ανάγνωση.
Η αρχική αναφορά και επεξήγηση της κατάρας του Τουταγχαμών που πλανιέται ως σκιά στα τεκταινόμενα της ιστορίας που μας παρουσιάζεται, μόνο ως τυχαία δε μπορεί να εκληφθεί. Βρίσκεται σε κάθε βήμα της Κατερίνας, της κεντρικής ηρωίδας που η ζωή της μοιάζει όμοια με θάλασσα: Άλλοτε με ήρεμα και γαλήνια νερά κι έπειτα με κύματα μεγάλα και φουρτούνες, γεμάτα ανατροπές.
Γιατί, αυτή ήταν τώρα ναυαγός και πάλευε να επιβιώσει.[1]
Η ιστορία ξεκινά από γεννησιμιού της, κοντά στο 1970 στην Ελλάδα της δικτατορίας. Από μικρή φαίνεται πως θα ‘ναι ανήσυχο πνεύμα για την υπόλοιπη ζωή της. Δυο φορές περισσότερο παρορμητική απ’ ότι η μεγαλύτερη αδερφή της η Γεωργία, κι άλλο τόσο από τον συντοπίτη της και μετέπειτα παιδικό της έρωτα, τον Σωτήρη. Μεγαλώνουμε μαζί τους, συμπονώντας και κατανοώντας μέσα από τις δυσκολίες της περιόδου εκείνης που διαμορφώνει και τον μετέπειτα χαρακτήρα τους.
Επόμενη στάση, στα φοιτητικά της χρόνια στην Θεσσαλονίκη. Κοιτώ τους περαστικούς πίσω απ’ το τζάμι και νιώθω πως είμαστε όλοι συμμέτοχοι στη ζωή της ηρωίδας. Εδώ βρήκε τον δεύτερο έρωτά της. Εδώ άνθισαν τα όνειρα που έκανε κι εδώ τα πότισε με τα δάκρυα της απογοήτευσης της.
….άραγε, πόση θλίψη ν’ αντέξεις όταν τα μάτια π’ αγαπάς κρύβουν τόσα σκοτεινά μυστικά κι οδυνηρές αλήθειες;
Το τρένο της μοίρας την φέρνει στην Αθήνα υπό την προστασία της αδερφής της. Θέλει να ξεχάσει. Θέλει να ζήσει. Κι έτσι, σαν ευχή και σαν κατάρα συνάμα, ένας νέος έρωτας ανθεί στην καρδιά της: Ο Μάνος.
Δίνεται… Και δίνεται ολόψυχα, γιατί αυτό μονάχα αποζητά ο άνθρωπος που έχει πληγωθεί. Ν’ αναστήσει τα χαμένα του συναισθήματα ακόμη κι αν κάνει λάθος…
Κάπου εδώ συμβαίνει και το πρώτο της αντάμωμα με την αθέατη σκιά που την συντροφεύει από γεννησιμιού της. Της γνέφει προσκαλώντας την να μάθει περισσότερα για την παράξενη κατάρα του Τουταγχαμών. Την στοιχειώνει η ιδέα. Την συναρπάζει, νιώθοντας μια ιδιαίτερη έλξη για τούτο τον μύθο. Ενός μύθου που όπως θα αποκαλυπτόταν στο μέλλον, ήταν και η ίδια ένα πολύτιμο γρανάζι του αόρατου μηχανισμού του κι ας η ίδια τ’ αγνοούσε…
Μετά από αυτή τη συνάντηση τίποτε δεν θα είναι πια ίδιο. Τα σημάδια που άλλοτε προσπερνούσε αδιάφορα στην καθημερινότητά της, τώρα την σημαδεύουν. Την ακολουθούν σε κάθε της απόφαση και την δικάζουν, δίνοντας όλο και αυστηρότερη ποινή κάθε φορά. Αφού η μοίρα είναι απρόβλεπτη κι εκεί που θεωρείς πως σ’ ανταμείβει για τον πόνο που σε προίκισε, γυρνά και σε πληγώνει ακόμη περισσότερο με τις αλήθειες που σου έκρυβε τόσο καιρό.
…κλείνω το βιβλίο και ετοιμάζομαι να κατεβώ στην επόμενη στάση. Μπρος μου βρίσκεται ο τελικός μου προορισμός. Το νοσοκομείο. Στο ίδιο σημείο που άφησα και την ηρωίδα στο βιβλίο.
Υψώνω το κεφάλι και βλέπω μερικές σκόρπιες ηλιαχτίδες στο μουντό ουρανό. Τις κρατώ όλες μέσα μου και τις μοιράζομαι με την Κατερίνα προσδοκώντας την ίδια λύτρωση και για τους δυό μας.
Όλοι έχουν ανάγκη από ένα δικό τους μύθο[2] άλλωστε…
….γνωρίστε την συγγραφέα
Η Διαμαντή Βασιλική γεννήθηκε στην Καρδίτσα. Σπούδασε Hλεκτρολόγος Mηχανικός και Μηχανικός Η/Υ στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Είναι παντρεμένη, έχει τρία παιδιά και ζει μόνιμα στη Νέα Μαγνησία Θεσσαλονίκης. Από το 2000 και μετά εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διετέλεσε σύμβουλος Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού στα σχολεία της περιοχής της και υποστήριξε τις καινοτόμες και βιωματικές δράσεις στο χώρο των σχολείων. Το μυθιστόρημα «Μοιραίες Παρεμβάσεις» είναι το πρώτο βιβλίο της που εκδίδεται. Από τις εκδόσεις Πηγή.
[1] Σελ.299 Μοιραίες παρεμβάσεις», Βασιλική Διαμαντή, Εκδ. Πηγή, 2015
[2] Σελ269 «Μοιραίες παρεμβάσεις», Βασιλική Διαμαντή, Εκδ. Πηγή, 2015
Δείτε κι αυτό:
Η Βασιλική Διαμαντή και οι Μοιραίες παρεμβάσεις
Περισσότερα από τον Θεόφιλο Γιαννόπουλο:
Δείτε κι αυτό:
Η Βασιλική Διαμαντή και οι Μοιραίες παρεμβάσεις
Περισσότερα από τον Θεόφιλο Γιαννόπουλο: