«...όχι λόγω αλαζονείας, ούτε από κάποια ματαιοδοξία ή να γραφτεί το όνομά μου στην ιστορία με μαύρα προφανώς γράμματα. Απλώς ήθελα όλη η Αθήνα να μιλάει για τον serial killer...»
Ο άντρας έχει στόχο. Αναλύει το έγκλημα, επιλέγει το θύμα προσεκτικά, εξετάζει όλες τις συνιστώσες, όλες τις πιθανότητες, οργανώνοντας το τέλειο σχέδιο. Ο ήρωας του συγγραφέα είναι ένας καθόλα συνηθισμένος τύπος -αυτό που λέμε "της διπλανής πόρτας"- και έχει μια καθόλα συνηθισμένη ζωή. Ένα σπιτικό που το μοιράζεται με την οικογένειά του, μία δουλειά που τον περιμένει κάθε πρωί για να βγάλει το ψωμί του, κάποιους φίλους, κ.ο.κ. Έχει όμως και ένα πανούργο σχέδιο που απαιτεί οργάνωση, προετοιμασία, πλάνο δράσης, μια σχετική ψυχολογία, καθαρό μυαλό και σίγουρη εκτέλεση για να πετύχει. Κι ενώ στα "χαρτιά" όλα υπολογίζονται λεπτομερώς, στην πράξη όλο και κάτι ξεφεύγει από το πρόγραμμα αλλάζοντας τα δεδομένα!
Το αστυνομικό μυθιστόρημα του Γιώργου Ζώτου διαβάζεται απνευστί καθώς δύσκολα το κλείνεις άπαξ και μπεις στον κόσμο του. Είναι γρήγορο, διαθέτει νεύρο και καλό υλικό. Ο συγγραφέας, και σε αυτό το βιβλίο, κρατά το στυλ του κατά το οποίο αναλώνεται μόνο την ουσία των ιστοριών χωρίς μεγάλες περιγραφές και τεράστιους διαλόγους ή επαναλήψεις, διαθέτει δράση και ανατροπές που συμβαίνουν πάνω από μία φορά και απρόβλεπτα, ενώ ξέρει πώς να κατευθύνει τον αναγνώστη εκεί που θέλει. Τα λίγα πρόσωπα που συναντάς στα έργα του σου επιτρέπουν να παρακολουθείς τα τεκταινόμενα ευκολότερα και η πρωτοπρόσωπη γραφή του κάνει την ανάγνωση πιο άμεση καθώς θα μπορούσες ακόμη και να ταυτιστείς με τους ομιλούντες του -παρόλο που πρόκειται για τους εγκληματίες! Περισσότερο, όμως, από όλα τα παραπάνω, ο Ζώτος διαθέτει καλές ιστορίες, όμορφα δομημένες, με ενδιαφέρουσα πλοκή που δε θα σε απογοητεύσουν. Εξάλλου, είναι πρωτόφαντες.
Επιστρέφοντας στον συγκεκριμένο τίτλο, πρόκειται για διασκεδαστικό ανάγνωσμα -ναι, ξέρω ότι δε του φαίνεται με την πρώτη ματιά- και παρόλο το ποτάμι αίματος που διατρέχει τις σελίδες του. Δεν είναι βιβλίο τρόμου, ούτε φρίκης, παρά τις φρικτές δολοφονίες του. Είναι η εξιστόρηση ενός άντρα χωρίς ψυχολογικά συμπλέγματα -που θα δικαιολογούσαν τις δραστηριότητές του σε ένα θρίλερ τρόμου-, που έχει σώας τας φρένας -δε κουβαλά κάποια τρέλα, παράνοια, μανιοκατάθλιψη ή διπολική διαταραχή... Ξέρετε. Τα γνωστά προβληματικά θέματα που λατρεύουν οι συγγραφείς βιβλίων φρίκης- και κοφτερό μυαλό το οποίο χρησιμοποιεί για να προσχεδιάσει το πλάνο δράσης του. Στην εκτέλεση είναι που τα χαλάει. Από τη μια ο απρόβλεπτος παράγοντας -ε, γι' αυτό τον λένε απρόβλεπτο!- κι από την άλλη ο ίδιος ο εκτελεστής του σχεδίου, δηλαδή ο εαυτός του, που προδίδει το μυαλό του, δηλαδή το σχέδιο, γιατί πολύ απλά δεν είναι δολοφόνος και καταλήγει να πρέπει να διαχειριστεί τις όποιες αλλαγές και αποκλείσεις.
«Τι σου είναι ο θάνατος! Ένα μαχαίρι που ξεχνάς να πάρεις μαζί σου...»
Το οπισθόφυλλο...
...γράφει ένα απόσπασμα του μυθιστορήματος που αφορά τη συνάντησή του με ένα υποψήφιο θύμα χαρακτηριστικό του ύφους του.
«Πρώτη μαχαιριά στην κοιλιά. Λάθος μου, δεν πεθαίνει έτσι και σίγουρα δεν πεθαίνει αθόρυβα. Το διόρθωσα αμέσως με τη δεύτερη στο λαιμό της. Μία. Δύο. Η απορία πλέον είχε διαλύσει όλους τους άλλους μορφασμούς της. Ένα "Γιατί εμένα;" που το έβρισκα απόλυτα φυσιολογικό και μακάρι να είχα το χρόνο να της εξηγήσω. Αν και φαντάζομαι ότι ούτε και τότε θα με δικαιολογούσε. Στην τρίτη μαχαιριά, ίσως και από τη δεύτερη, ήταν νεκρή. Συνέχισα μετρώντας "Έξι, επτά, οκτώ..." Όταν σταμάτησα, σκέφτηκα ότι μάλλον ήμουν ξανά στο γρουσούζικο δεκατρία. Έχωσα μία τελευταία κάπου κοντά στην καρδιά. Το μαχαίρι σφήνωσε ανάμεσα σε δύο πλευρά και δεν μπορούσα να το τραβήξω. Τι σκατά; Μ' έπιασε πανικός. "Δεν είναι δυνατόν να μην μπορείς να το τραβήξεις", σκέφτηκα, "σιγά το δύσκολο πια"...»
Κι αν αυτό το απόσπασμα δίνει την εντύπωση παρωδίας το βιβλίο δεν είναι τέτοιο. Ναι, διαθέτει χιούμορ -όλα τα καλά αστυνομικά οφείλουν να διαθέτουν μια δόση καλού χιούμορ- αλλά αφορά έναν πολύ κανονικό άνθρωπο με υπολογιστική σκέψη. Καταλήγει δε σε μια περιπέτεια ζωής, ή θανάτου.
Προτείνεται ανεπιφύλακτα και όχι μόνο για λάτρεις του είδους.
Αν ήταν φαγητό θα είχε πικρόξινη γεύση -ναι, μια πίκρα μένει στο στόμα. Αν ήταν ταινία θα ήταν του Γούντι Άλεν. Αν ήταν παιχνίδι θα ήταν μονόπολη. Στρατηγική και τύχη μαζί -ενίοτε και ατυχία.
...γράφει ένα απόσπασμα του μυθιστορήματος που αφορά τη συνάντησή του με ένα υποψήφιο θύμα χαρακτηριστικό του ύφους του.
«Πρώτη μαχαιριά στην κοιλιά. Λάθος μου, δεν πεθαίνει έτσι και σίγουρα δεν πεθαίνει αθόρυβα. Το διόρθωσα αμέσως με τη δεύτερη στο λαιμό της. Μία. Δύο. Η απορία πλέον είχε διαλύσει όλους τους άλλους μορφασμούς της. Ένα "Γιατί εμένα;" που το έβρισκα απόλυτα φυσιολογικό και μακάρι να είχα το χρόνο να της εξηγήσω. Αν και φαντάζομαι ότι ούτε και τότε θα με δικαιολογούσε. Στην τρίτη μαχαιριά, ίσως και από τη δεύτερη, ήταν νεκρή. Συνέχισα μετρώντας "Έξι, επτά, οκτώ..." Όταν σταμάτησα, σκέφτηκα ότι μάλλον ήμουν ξανά στο γρουσούζικο δεκατρία. Έχωσα μία τελευταία κάπου κοντά στην καρδιά. Το μαχαίρι σφήνωσε ανάμεσα σε δύο πλευρά και δεν μπορούσα να το τραβήξω. Τι σκατά; Μ' έπιασε πανικός. "Δεν είναι δυνατόν να μην μπορείς να το τραβήξεις", σκέφτηκα, "σιγά το δύσκολο πια"...»
Κι αν αυτό το απόσπασμα δίνει την εντύπωση παρωδίας το βιβλίο δεν είναι τέτοιο. Ναι, διαθέτει χιούμορ -όλα τα καλά αστυνομικά οφείλουν να διαθέτουν μια δόση καλού χιούμορ- αλλά αφορά έναν πολύ κανονικό άνθρωπο με υπολογιστική σκέψη. Καταλήγει δε σε μια περιπέτεια ζωής, ή θανάτου.
Προτείνεται ανεπιφύλακτα και όχι μόνο για λάτρεις του είδους.
Αν ήταν φαγητό θα είχε πικρόξινη γεύση -ναι, μια πίκρα μένει στο στόμα. Αν ήταν ταινία θα ήταν του Γούντι Άλεν. Αν ήταν παιχνίδι θα ήταν μονόπολη. Στρατηγική και τύχη μαζί -ενίοτε και ατυχία.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βασιλείου
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Βασιλείου και τον Γιώργο Βασιλείου για την προσφορά του βιβλίου.
Περισσότερα από/για τον Γιώργο Ζώτο: