«Κάποιες φορές, γι' αλλού ξεκινάμε κι αλλού καταλήγουμε...»
Με αυτή τη φράση του βιβλίου θα ξεκίναγα. Κάπως έτσι θα άρχιζα να σας γράφω για το νέο μυθιστόρημα της Αναστασίας Κορινθίου, που κυκλοφόρησε εδώ και λίγο καιρό από τις εκδόσεις Άνεμος. Άντε και με μια δεύτερη, επίσης απόσπασμα:
«Κάποιες φορές, άλλο βιβλίο ξεκινάς κι άλλο βιβλίο τελικά τελειώνεις...».
Στο νέο της πόνημα, η Αναστασία, γράφει την ιστορία του Φιλίππου και της Μαίρης. Δυο ανθρώπων που ερωτεύθηκαν σφόδρα και αγαπήθηκαν βαθιά παρά τις όποιες αντιξοότητες και διαφορές τους ενώ ο έρωτάς τους, τόσο μεγάλος και κυρίαρχος, θα παρέμενε ζωντανός ακόμη και στον θάνατο. Γιατί ο θάνατος είναι ένα τέλος «κάπως» οριστικό και αμετάκλητο αλλά ξεκαθαρίζει αναδεικνύοντας τα πραγματικά συναισθήματα και κίνητρα των ανθρώπων. Ποιος όμως από τους δύο είναι ο πιο δυνατός; Ο έρωτας ή ο θάνατος;
Στο νησί της Ρόδου δύο άνθρωποι αναμετρούνται με το χθες, το σήμερα και το αύριο. Με ό,τι έζησαν και ό,τι ένιωσαν. Με ό,τι αξίζει να σωθεί και ό,τι πληγώθηκε. Με τον εαυτό τους και με όλους τους άλλους. Με κάθε μεγάλη αγάπη από αυτόν τον κόσμο και κάθε σκιά από τον άλλο. Με τα λάθη και τα πάθη. Με τις μνήμες και τα θέλω. Με την πραγματικότητα και την επιθυμία.
Κι από τη Ρόδο, η αφήγηση μάς ταξιδεύει σε μπλε θάλασσες με μηνύματα σε μπουκάλια –ποιος ξέρει ποιος, πότε, πόσο και γιατί–, σε γόνδολες που διασχίζουν γαλήνια τα κανάλια της Βενετίας, σε μια μάγισσα που προσφέρει φυλαχτά για τον έρωτα, στους αμανέδες μιας Τουρκάλας... Υπέροχες εικόνες που ξεχειλίζουν ρομαντισμό; Ναι, αλλά και ένταση συνδυασμένη με ένα πέπλο μυστηριακής ομίχλης.
Είναι μια ιστορία αγάπης αλλά και η ιστορία μετά την ιστορία αγάπης. Είναι πολλές ιστορίες ερωτευμένων ζευγαριών που καρδιοχτύπησαν πάνω στην ίδια γη και άλλων ψυχών που δε συνάντησαν ή δεν συνδέθηκαν με το άλλο τους μισό για να γίνει και πάλι ένα ολόκληρο. Είναι η μοίρα, το πεπρωμένο, το κισμέτ, η τύχη και η θέληση μαζί. «Το τυχαίο συμβαίνει μόνο όταν ο Θεός ταξιδεύει ινκόγκνιτο.» Είναι τα λάθη –και του μυαλού– και οι ατέλειες του ανθρώπου. «Οι τέλειες ζωές είναι τόσο λάθος φωτισμένες.» Είναι ο φόβος και η υπέρβαση. «Ο άνθρωπος πάντα φοβάται το άγνωστο, κι ας είναι τα γνωστά που θα έπρεπε να φοβάται.» Είναι το πνεύμα και το σώμα που υπερβαίνουν τα ανθρώπινα υλικά όρια. Είναι ο κεραυνοβόλος, ανυπέρβλητος έρωτας που σε αρπάζει και σε στριφογυρίζει στη δύνη του και αρνείται να σε αποχωριστεί... Ακόμα και στο θάνατο; Ακόμα και στο τέλος του κόσμου.
Κάπου, σε κάποια άλλη διάσταση ή στο μέσα δωμάτιο –εδώ ή σε ένα παράλληλο σύμπαν– μια καρδιά κάνει κρακ ραγίζοντας εκεί που γράφει το όνομά του. «Οι λέξεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ γίνονται σφαίρες και μετά αίμα. Μικροί φόνοι είναι οι λέξεις που χρωστάς. Μικρά εγκλήματα, οι λέξεις που σου χρωστάνε.»
Ξέρω ότι όλα τα παραπάνω δε σας βοηθούν, αλλά ούτε και το οπισθόφυλλο μπορεί να βοηθήσει. Πρόκειται για βιβλίο που το παίρνεις ρισκάροντας να μη σου ταιριάζει αλλά είναι σίγουρα ένα βιβλίο που θα διαβάσεις απνευστί και θα κρατήσεις για πάντα στη βιβλιοθήκη σου. Επειδή σε αγγίζει με έναν τρόπο μαγικό και φορτισμένο με ιονισμένες κόκκινες καρδιές ερωτευμένων ζευγαριών που οδεύουν στο άγνωστο –αν υποθέσουμε ότι το μέλλον είναι πάντα άγνωστο– μαζί, ενωμένες και αδιάσπαστες. Η γραφή της θλιμμένη, θλιβερή. Μια αδιόρατη θλίψη διατρέχει κάθε σελίδα ενώ όταν αντιληφθείς την άυλη φύση εκείνου σε αντιπαραβολή με την υλική του πραγματικότητα αποκτά άλλο χρώμα. Περισσότερο κόκκινο. (Όπως ο μεγάλος έρωτας. Μα, και το αίμα κόκκινο δεν είναι;)
Τα κεφάλαια ξεκινούν με εδάφια από το ίδιο βιβλίο τοποθετημένα σε άλλα κεφάλαια. Πόσο όμορφα δένουν τη μία στιγμή με την άλλη, τον έναν χρόνο με τον άλλο! Πόσο ιδανικά δημιουργούν την αίσθηση ότι ξαναγυρνάς –ντεζαβού;– ή ότι βλέπεις λίγο από το παρακάτω ή ότι κάνεις κύκλους! Ένα μικρό παράθυρο σε κάτι που βρίσκεται στο μέλλον ή μια ανάμνηση από κάτι που έγινε στο παρελθόν.
Και μέσα στην ιστορία της αγάπης τους, στο μοναδικό δέσιμο των κορμιών και των ψυχών τους, ο κυρίαρχος θάνατος. Κυρίαρχος γιατί είναι απόλυτος. (;) Γιατί είναι μη αναστρέψιμος. (Είναι;)
«Πεθαίνουμε όσο ζούμε κάθε μέρα λίγο λίγο...» θα γράψει και οπωσδήποτε είναι έτσι ενώ μετά, κάπου αλλού, θα ολοκληρώσει όταν: «Δεν φοβάσαι τον θάνατο, αν είσαι ήδη νεκρός. Δεν είσαι νεκρός, αν ξέρεις πως οι μνήμες δεν πεθαίνουν.». Κι ύστερα απλά επιβεβαιώνεις ότι δε φοβάσαι. Ή ότι δε χρειάζεται να φοβάσαι.
Αυτό.
Δε θα εκπλαγείς όταν θα καταλάβεις ότι η μπουνάτσα έρχεται μετά τη μπόρα, μετά τις συμπληγάδες και κάθε δυσκολία. Ούτε όταν θα καταλήξεις ότι η λύτρωση φτάνει μετά τον πόνο. Ούτε όταν σου πει ότι η αγάπη πάντα νικά, ότι ενώνει όλους τους ανθρώπους, όλους τους λαούς και διαλύει όλες τις διαφορές. Αυτά τα ήξερες, τα είχες υποψιαστεί αν και δε θα μπορέσεις να προβλέψεις τη συνέχεια της ιστορίας. Θα ενθουσιαστείς με τον αισθαντικό της λόγο και τις δυνατές εικόνες. Με το συγγραφικό της ύφος που σε παρασέρνει όπως και όποτε εκείνη θέλει μέχρι να βρει την κατάλληλη στιγμή για να σου διαλύσει την ομίχλη. Τότε που θα σου επιτρέψει να δεις αυτό που πραγματικά είναι.
«Ο έρωτας είναι άναρχος, άφοβος, αφόρετος, αδοκίμαστος, άτρωτος, ανυπεράσπιστος και άδολος, με όλα τα άλφα τα στερητικά μπροστά του, χωρίς όμως να στερεί τίποτα.»
«Ο έρωτας είναι άναρχος, άφοβος, αφόρετος, αδοκίμαστος, άτρωτος, ανυπεράσπιστος και άδολος, με όλα τα άλφα τα στερητικά μπροστά του, χωρίς όμως να στερεί τίποτα.»
Σημειώσεις:
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Φωτογραφία Αναστασίας Κορινθίου by Dimitris Bilias
Δείτε κι αυτό:
Δείτε κι αυτό: