Την ώρα που η χώρα βρίσκεται σε οικονομικό πόλεμο με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μού ήρθε να καταπιαστώ με ένα νεοκυκλοφόρητο μυθιστόρημα το οποίο χρονικά τοποθετείται σε δύο άλλους, προηγούμενους, οδυνηρούς πολέμους που πέρασε τούτος ο λαός. Την κατοχή του 1940 και τον εμφύλιο που ακολούθησε την ελευθερία μας. Το αποτέλεσμα, είτε του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου με αντιπάλους άλλες χώρες, είτε του εμφυλίου με αντίπαλο τον "άλλο" Έλληνα ήταν το ίδιο σπαρακτικό, αποκρουστικό και άδικο.
Στο μυθιστόρημά της η Βάσω Παπάκου μάς ταξιδεύει στη Θεσσαλονίκη και τις φτωχογειτονιές τής τέταρτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα. Η Ευανθία είναι αποφασισμένη να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον, αξιοπρεπή και άνετη ζωή. Δέχεται να παντρευτεί τον αεροπόρο που την φλερτάρει ανοιχτά ενώ, από την πρώτη ματιά, η καρδιά της χτυπά για τον φίλο του. Ο Ευάγγελος θα την αγαπήσει πολύ, θα της προσφέρει μια λατρεμένη οικογένεια, θα την κερδίσει. Εκείνη όμως, πάντα θα επιστρέφει με τις σκέψεις της στον Περικλή που δεν έγινε δικός της.
Μέσα από τη ζωή της ηρωίδας και τις περιπέτειες των αεροπόρων ξεδιπλώνεται ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας, αναδεικνύονται αξίες όπως το ήθος, η ανδρεία και το θάρρος των ιπτάμενων ενώ ο έρωτας και η αγάπη καθορίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων. Όπως άλλωστε γινόταν, αλλά και θα γίνεται, πάντα.
Η συγγραφέας φανερώνει ανοιχτά την αγάπη της για τους αεροπόρους της από τον τρόπο που σκύβει επάνω τους με απέραντη φροντίδα, στοργή και συμπάθεια ενώ προβάλει ό,τι τους αφορά σε σχέση με τις ιδιαιτερότητες της ιδιότητάς τους αλλά και την τεράστια αυτοθυσία και συμμετοχή τους στους πολέμους, τις αιχμαλωσίες και τους ηρωισμούς τους. Πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά αφού και η ίδια έχει εργαστεί ως αεροσυνοδός της Ολυμπιακής!
Έτσι, μάς δίδαξε τον τρόπο ζωής και τις ιδιαιτερότητες αυτού του επαγγέλματος, τον ύμνο και την προσευχή των ιπτάμενων -για την τελευταία δεν είχα ιδέα-, τον ριναίο τροχό και άλλες ορολογίες ενώ, με τον τρόπο της, μας πέρασε τις άχρωμες εικόνες των ταινιών εκείνου του καιρού δημιουργώντας την κινηματογραφική ατμόσφαιρα κάθε φορά που έφτιαχνε τις περιγραφές της σα να παρακολουθείς ένα δελτίο ειδήσεων. Οι προσφιλείς εκφράσεις των δημοσιογράφων δίνουν την αίσθηση της ασπρόμαυρης εικόνας μιας ταινίας εποχής και δημιουργούν στο μυαλό αντίστοιχες εικόνες.
«Μπροστά στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση χοροστατούντος του αρχιεπισκόπου κι έγινε κατάθεση στεφάνων. Στη συνέχεια ακολούθησε παρέλαση των ενδόξων αξιωματικών της αεροπορίας μας.»
Αγάπησα την ανάδειξη των κακών κειμένων του εμφυλίου που μόνο κακό έκαναν στην κοινωνία, τα τραγούδια του Αττίκ που συνέβαλαν στο χρώμα της εποχής, τη μικρή ξενάγηση στην Πόλη, την απίστευτα καλότυχη νονά που λειτουργεί ως από μηχανής Θεός στις πιο κατάλληλες στιγμές και πρόσεξα ότι πολλά ονόματα χαρακτήρων άρχιζαν από Ε. Μου άρεσε το ρομάντζο, η γλυκανάλατη αθωότητα ακόμα και στις πιο μύχιες ή πονηρές σκέψεις των ηρώων που ταιριάζει με το χρόνο της διήγησης και το τέλειο τέλος του που λάτρεψα, καθώς θεωρώ ότι έσωσε όλο το βιβλίο.
Κι επειδή μου αρέσει να υπογραμμίζω τις όμορφες στιγμές, έχω κρατήσει και μερικές γραμμές θρησκευτικής τοποθέτησης που πρέπει να μείνουν.
«Όλες οι θρησκείες είναι καλές και όλες προβλέπουν στην ανύψωση, στην ανάταση του ανθρώπου προς το θείο. Τα τελετουργικά και οι γιορτές είναι λεπτομέρειες. Όταν μπορούμε να δώσουμε χαρά, πρέπει πρόθυμα να τη δίνουμε. Όταν μπορούμε να κάνουμε το καλό, πρέπει πρόθυμα να το κάνουμε. Δεν υπάρχουν απαγορευτικά στο καλό και στη χαρά.»
Για τις ιστορικές στιγμές έχει πατήσει πάνω σε σοβαρότατη βιβλιογραφία και, τέλος, αν πρέπει να μείνει μία φράση από όλο το βιβλίο προσωπικά θα κράταγα αυτό:
«Ό,τι ξεθωριάζει θα σβήσει, ό,τι πονάει θα κλείσει, ό,τι αξίζει θα ζήσει.»
Σημειώσεις:
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Δείτε το μυθιστόρημα στις εκδόσεις Διόπτρα.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Διόπτρα και την Αλεξάνδρα Αυγερινού για την προσφορά του βιβλίου.