Πως σας ήρθε η ιδέα;
Δ.Β.: Η ιδέα γεννήθηκε αφού εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο. Η εποχή που έζησαν οι παππούδες μου και η γιαγιάδες μου σφραγίστηκε από δύο παγκόσμιους πολέμους, τον Α΄ και τον Β΄. Η Σμύρνη, η πόλη από την οποία έφυγαν (ο ένας παππούς με την γιαγιά μου), πάντα με γέμιζε ανάμικτα συναισθήματα. Έτσι λοιπόν, κάθισα κι έφτιαξα μια ιστορία, ένα σενάριο, που να συνδέει μέσα από μια ιστορία έρωτα και μιας ολόκληρης ζωής, την Σμύρνη, την καταστροφή της και τις μάχες του Ελ Αλαμέιν που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο.
Που γράψατε το βιβλίο σας;
Δ.Β.: Στο λάπτοπ (γελάω... γιατί γνωρίζω πως είναι η λάθος απάντηση και θα πάρω κακό βαθμό).
Γράφω όποτε μπορώ, στο σπίτι, στο αεροπλάνο, τα βράδια, νωρίς το πρωί. Μεγάλο μέρος του βιβλίου γράφτηκε στην Αθήνα, το Λουτράκι αλλά και στην Στούπα όπου έτυχε εκείνο το καλοκαίρι να πάμε για διακοπές.
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Δ.Β.: Περίπου ενάμιση χρόνο. Δεν είμαι ιστορικός οπότε έπρεπε να ψάξω αρκετά και να μαζέψω πληροφορίες για να μπορέσω να φτιάξω τον φόντο της ιστορίας. Να μεταφέρω, ή καλύτερα, να ταξιδέψω τον αναγνώστη στα μέρη και την εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία. Μέχρι και σε χάρτες της Σμύρνης ανέτρεξα για να μπορέσουν οι ήρωες να περπατήσουν σε υπαρκτούς δρόμους εκείνης της εποχής.
Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Δ.Β.: Μια ιστορία που συνδέει τον έρωτα, την απλή καθημερινότητα της εποχής εκείνης, την μάχη του «θέλω» και του «πρέπει» με φόντο ιστορικά γεγονότα που δένονται με την προσωπική ζωή των ηρώων.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Δ.Β.: Η Μαρία, το κύριο πρόσωπο, ορφανεύει την στιγμή της γέννησής της. Μεγαλώνει στην Σμύρνη με τον πατέρα της και την μητριά της, την Σουλτάνα, που θα είναι πάντα δίπλα της να την στηρίζει. Ο αναγνώστης θα περπατήσει στους δρόμους της Σμύρνης και θα γνωρίσει τη ζωή των Σμυρνιών. Εκεί θα γεννηθεί ο μεγάλος έρωτας. Με την καταστροφή της Σμύρνης θα γεννηθεί ένα μυστικό που η Μαρία θα πρέπει να κρατήσει σφαλιστό, μόνο δικό της και μια ζωή θα την ταλανίζει. Η ιστορία θα μεταφερθεί στην Κοκκινιά και από εκεί στην Αίγυπτο. Εκεί, οι ήρωες θα ζήσουν ξανά την πολυτέλεια και την ηρεμία, ώσπου θα συναντηθούν με τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Στις μάχες που θα διεξαχθούν στο Ελ Αλαμέιν ο αναγνώστης θα μεταφερθεί στην έρημο, στη φρίκη του πολέμου, θα διώξει την ψιλή άμμο από τους ώμους του και θα συγκλονιστεί ζώντας την εξέλιξη που θα έχει το μυστικό της Μαρίας, στο νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας. Η ιστορία θα συνεχιστεί με την πάλη του «πρέπει» και του «θέλω», με τον έρωτα του Κωνσταντίνου και της Αχλάμ για να τελειώσει στην Αθήνα.
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Δ.Β.: Τα όσα έμαθα για να μπορέσω να φτιάξω τον φόντο της ιστορίας.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Δ.Β.: Όλοι οι ήρωες είναι παιδιά της φαντασίας μου. Όλους τους αγαπάω το ίδιο, γιατί ένας αν έλειπε, η ιστορία δεν θα ήταν αυτή που είναι.
Ξεχωρίζω όμως την Σουλτάνα και τον Παύλο.
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Δ.Β.: Νομίζω πως όλοι μας έχουμε διαβάσει πολλά για την Σμύρνη και μάλιστα γραμμένα από αξιόλογους συγγραφείς (Έλληνες και ξένους). Οπότε από αυτό το κομμάτι της ιστορίας, θα φρεσκάρει τα γεγονότα και θα συμπληρώσει την εικόνα με τα στοιχεία της καθημερινότητας των Σμυρνιών που μάζεψα μελετώντας για την εποχή εκείνη. Το δεύτερο όμως τμήμα του βιβλίου, θα του προσφέρει αρκετές και ενδιαφέρουσες (νομίζω) πληροφορίες σχετικά με την ζωή των Ελλήνων στην Αίγυπτο, τις μάχες που έγιναν στη βόρειο Αφρική και ειδικά στην περιοχή του Ελ Αλαμέιν.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Δ.Β.: Αγωνιώ πάντα για το μέλλον των παιδιών μας, διότι δεν νομίζω πως το φροντίζουμε... Φοβάμαι πως μυαλό ο κόσμος δεν θα βάλει και θα δούμε κι άλλους πολέμους λησμονώντας την φρίκη τους. Ελπίζω πως οι νέες γενιές θα είναι καλύτερες από την δική μας. Αγαπώ την οικογένειά μου και θα ήθελα να γεράσω ανάμεσά τους, έχοντάς τους τριγύρω μου ευτυχισμένους.
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Δ.Β.: Νομίζω πως θα αρέσει σε όλους όσους θέλουν την ιστορία να τους κρατάει σε αγωνία συνεχώς. Σε όσους θέλοντας να ζήσουν έντονα συναισθήματα. Αν θα το λατρέψουν; Δεν ξέρω... Μου αρκεί να το διαβάσουν, να τους ταξιδέψει εκεί που ταξίδεψα κι εγώ γράφοντάς το και θα χαρώ πολύ να διαβάσω τα σχόλιά τους στο διαδίκτυο.
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Δ.Β.: Για να ξεχάσουμε την καθημερινότητα που ζούμε και να μεταφερθούμε σε μια άλλη εποχή. Να γευτούμε την χλιδή, τον μπακλαβά της Σουλτάνας, την ευμάρεια (τόσο στη Σμύρνη όσο και στην Αίγυπτο οι ήρωες ζούνε μια πλούσια και άνετη ζωή) αλλά και να φρεσκάρουμε κάποιες από τις λεπτομέρειες γύρω από την Σμύρνη και τις μάχες στο Ελ Αλαμέιν.
Γιατί δεν πρέπει;
Δ.Β.: Πολύ δύσκολη ερώτηση, δεν νομίζω πως ως συγγραφέας θα μπορέσω να βρω και να σας πω γιατί δεν πρέπει να το διαβάσετε (αν εννοείτε αυτό). Το αγαπάς αυτό που έχεις γράψει, κι όταν αγαπάς, έστω κι αν υπάρχει κάτι κακό προσπαθείς να το φτιάξεις πριν καν το εκδόσεις. Έτσι νιώθω...
Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Δ.Β.: Νομίζω όπου πωλούνται βιβλία του Εκδοτικού Οργανισμού Λιβάνη αλλά και μέσα από το διαδίκτυο.
Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Δ.Β.: Στο Facebook, στην Αθήνα, το αεροδρόμιο (ταξιδεύω πολύ συχνά)...
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Δ.Β.: Το θαλασσί χρώμα του εξώφυλλου και το μπορντώ που φοράει η γυναικεία φιγούρα που απεικονίζεται πάνω του.
Ποια μουσική;
Δ.Β.: Το κονσέρτο Νο 21, έργο 467 του Μότσαρτ και ειδικά το andante γνωστό ως Elvira Madigan.
Ποιο άρωμα;
Δ.Β.: H μυρωδιά του φρέσκου μπακλαβά, που κατά την Σουλτάνα, κρύβεται πίσω από κάθε γάμο και κάθε επιτυχία.
Ποιο συναίσθημα;
Δ.Β.: Η νοσταλγία για τα παλιά και η θλίψη του χωρισμού που νιώθει η Μαρία και η κόρη της στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Δ.Β.: Θα έλεγα Χολιγουντιανό φίλμ...
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Δ.Β.: Μα δεν είμαι... Η κύρια ενασχόλησή μου έχει να κάνει με την πληροφορική και τις υπηρεσίες υλοποίησης έργων.
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Δ.Β.: Πιστεύω στην διαφορετικότητα και την ομορφιά της. Προσπαθώ να διαβάζω πολλούς, Έλληνες και ξένους. Να παίρνω από καθέναν κάτι... να το ανακατεύω με τον εαυτό μου και να βγάζω αυτό που διαβάζετε.
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Δ.Β.: Μπορεί υποσυνείδητα χωρίς να το ξέρω, αλλά όχι συνειδητά για να σας πω το όνομά του.
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Δ.Β.: Νομίζω το δεύτερο... Αν κάποια στιγμή υπάρξουν είμαι σίγουρος πως θα με κυνηγήσουν, μερικοί για να με αγκαλιάσουν και οι άλλοι για να με χτυπήσουν από εκδίκηση για ότι τους έβαλα να περάσουν.
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Δ.Β.: Νομίζω και τα δύο αλλά κυρίως χρόνο, έναυσμα για να αρχίσει και όρεξη να μοιραστεί όσα θέλει να πει με πολλούς.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Δ.Β.: Όταν κάτι είναι καλό, νομίζω θα γευτεί την επιτυχία. Αρκεί λοιπόν να έχει γίνει με όρεξη, να έχει δουλευτεί αρκετά και να έχει κάτι να δώσει στον αναγνώστη. Εικόνες όμορφες, σκηνές που θα του μείνουν, έντονα συναισθήματα, πληροφορίες για κάτι άγνωστο. Από εκεί και μετά, πρέπει να βοηθήσουν και οι συγκυρίες ίσως και το όλο σύστημα (;), για να διαδοθεί. Δεν νομίζω πως αρκεί να το πει ο ένας φίλος στον άλλον.
Τι την αποτυχία;
Δ.Β.: Η προχειρότητα νομίζω είναι η συνταγή κάθε αποτυχίας, σε κάθε τι που κάνουμε. Ακόμη και τα πιο απλά πράγματα, αν δεν τα φτιάξεις με όρεξη, με μεράκι, θα βγουν άσχημα. Δεν συμφωνείτε;
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Δ.Β.: Όχι. Το βιβλίο πάντα κάτι έχει να μας προσφέρει. Είτε είναι μυθιστόρημα, είτε διήγημα, είτε μελέτη, είτε δοκίμιο, είτε κλαδικό...
Όσο περισσότερο διαβάζουμε τόσο περισσότερο καλλιεργούμε τον εαυτό μας. Λυπάμαι που βλέπω τη νέα γενιά να μένει στην επιφάνεια του internet. Θα χαιρόμουν να τους έβλεπα να διαβάζουν (ηλεκτρονικά) βιβλία στα iPAD, που έχουν καταντήσει προέκταση του χεριού τους.
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Δ.Β.: Τι άλλο μου κρύβεις για το μέλλον;
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Διανέμεται αποκλειστικά από το koukidaki.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ.
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο.
Οπισθόφυλλο
Η πολυτάραχη ζωή της Μαρίας, που ορφανεύει μόλις γεννιέται, αρχίζει στην ελληνική Σμύρνη, έπειτα στους καταυλισμούς των προσφύγων στη σημερινή Κοκκινιά, αργότερα στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια και τέλος στην Ελλάδα.
Λίγο πριν τον ξεριζωμό ένα μυστικό θα τη φέρει αντιμέτωπη με ένα φοβερό δίλημμα: να το μοιραστεί για να μετριάσει το βάρος του ή να το κρατήσει σφαλιστό μες στην καρδιά της;
Μια ζωή θα ταλαντεύεται ανάμεσα στον έρωτα που τη σημάδεψε και στην παιδική της αγάπη, που η μοίρα θα κάνει σύζυγό της.
Μια ολόκληρη ζωή ανάμεσα στα «πρέπει» και στα «θέλω». Στην Αίγυπτο, όταν της χαμογελάει η μοίρα και η ζωή της δείχνει να ηρεμεί από τις φουρτούνες, ο γιος της θα κληθεί να πολεμήσει με τους Συμμάχους στη Βόρεια Αφρική.
Τα μάτια του όμως θα της θυμίζουν πάντα το μεγάλο έρωτα, που η τύχη θα τον ξαναφέρει κοντά της στην πιο δύσκολη στιγμή.
Διάσπαρτα τα σημαντικά ιστορικά στοιχεία πλαισιώνουν την ιστορία της Μαρίας και δημιουργούν το φόντο της εποχής εκείνης, ενώ συχνά ο χρόνος γυρίζει πίσω και γίνεται Ενεστώτας.
«Ονειρεύομαι να γυρίσω πίσω το χρόνο. Να αγναντέψω τον κόλπο σου. Να βγάλω τα ρούχα μου και να βουτήξω στα νερά του. Να κολυμπήσω μέχρι το βάθος του. Να αφήσω το βλέμμα μου, πλησιάζοντας, να σε χαϊδέψει απ’ άκρη σ’ άκρη. Να αντικρίσω τη ράχη σου ακουμπισμένη στους δύο λόφους, όπως παλιά.
Να δω ξανά τις καφετιές στέγες των σπιτιών σου να χύνονται από εκεί ψηλά μέχρι το μπλε της θάλασσας. Να ανακατεύονται τα βαθυπράσινα λυγερόκορμα κυπαρίσσια με τους μυτερούς μιναρέδες. Να χάσω, όπως και τότε, το λογισμό μου από την αλλόκοτη ομορφιά σου, τόσο που να μην ξέρω πού τελειώνει η Δύση και πού αρχίζει η Ανατολή.
Να ξεκινήσω μια μεγάλη βόλτα από την τουρκική συνοικία, να περπατήσω στα σοκάκια σου, να περάσω από τη φημισμένη Γέφυρα των Καραβανιών, απ’ όπου ξεκινούσαν το ταξίδι οι καμήλες για τα βάθη της Ασίας, και ακολουθώντας τον ποταμό Μέλητα, που διασχίζει την πεδιάδα ελικοειδώς, να φτάσω έως τον όρμο του Μπουρνόβα. Να είναι χάραμα και να είναι η φύση τόσο γλυκιά, όπως εκείνη τη μέρα που σε πρωταντίκρισα».
Ο Δημήτρης Βαζελάκης γεννήθηκε από Έλληνες γονείς στο Κάιρο της Αιγύπτου, όπου μεγάλωσε και πέρασε τα «άγουρα κι ανέμελα» χρόνια της ζωής του. Τα σχολικά του χρόνια ξεκίνησαν στο δημοτικό της ελληνικής κοινότητας, την Αχιλλοπούλειο Σχολή, και ολοκληρώθηκαν το 1983 στην Αμπέτειο Σχολή.
Σπούδασε Electronics & Communication Engineering στο Πολυτεχνείο του Καΐρου (Cairo University – Faculty of Eng). Μιλάει αραβικά και αγγλικά. Αγαπάει πολύ τη μουσική, με την οποία ασχολείται κατά τον ελεύθερο χρόνο του μέσα από δύο μουσικά όργανα που γνωρίζει, το πιάνο και το μπουζούκι. Στο τέλος της φοιτητικής του ζωής, με λίγους και καλούς φίλους, σχημάτισε μια μικρή άτυπη ορχήστρα (“The Greeks”), που έπαιζε ελληνική μουσική σε όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις της ελληνικής παροικίας του Καΐρου, σε συλλόγους ή ξενοδοχεία που διοργάνωναν ελληνικές βραδιές.
Το 1988 επέστρεψε στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ξεκίνησε την καριέρα του στον τομέα της Πληροφορικής, εργαζόμενος στις μεγαλύτερες ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες του χώρου, όπου συνεχίζει να εργάζεται έως και σήμερα. Είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.
Από τις Εκδόσεις Λιβάνη κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του Μισές Αγάπες.