Μπορεί να έμεινε στη βιβλιοθήκη από τον Νοέμβριο που κυκλοφόρησε αλλά, όταν ήρθε η σειρά του να το κρατήσω στα χέρια μου, το απόλαυσα πραγματικά. Η Ελισάβετ Ιακωβίδου υπογράφει μία δυνατή ιστορία ζωής και το ίδιο δυναμικά ξεκινάει και την αφήγησή της καθώς, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο, μας παρουσιάζει όλη την εικόνα, τις συνθήκες επιβίωσης στον καταυλισμό και τα σημαντικότερα περιστατικά και πρόσωπα στη ζωή της ηρωίδας της.
Ξεδιπλώνεται το νήμα και όσο διαβάζω τόσο γεμίζουν τα μάτια μου από εικόνες των πλάνητων, όπως χαρακτηριστικά τους ονομάζει, και της βιοπάλης που αντιμετωπίζουν. Αναρωτιέται μαζί με την Καρμελίτα της -μα δεν περίσσευε ένα κομμάτι γης γι' αυτούς του πλάνητες πουθενά;- και φωτογραφίζει την λασπωμένη τους καθημερινότητα με εκφράσεις όπως: η φτώχεια και η αθλιότητα που μοιράζονταν μοίραζε και τα μυστικά τους έτσι απλόχερα.
Καθώς γυρίζουν οι σελίδες μιλάει για τις φυλές: Σίντι, Λαουτάρι, Ρόμηδες και άλλοι, και παράλληλα, σα να περπατώ -ξανά- τα στενά της Γρανάδας όπου μουσικοί παίζουν κιθάρα κι εκείνη ανταποδίδει στο άγγιγμά τους νότες μαγικές, άλλοι τραγουδούν σπαραξικάρδια και άλλοι χορεύουν φλαμένκο καταθέτοντας ψυχή στην μοναδικότητα των βημάτων τους. Γνωρίζω ανθρώπους με ονόματα όπως Φερδινάνδο, Γκαμπριέλα, Μάριον ή Φρικαντέλε αλλά και Χόμα, που θα πει γη, ενώ η ιστορία μοιάζει παραμυθένια μέσα στην τραγικότητά της. Οι όμορφοι διάλογοι μεταξύ των προσώπων έχουν κάτι το κινηματογραφικό, το ονειροπόλο, το ρομαντικό... όμως το "παραμύθι" κουβαλάει ένα σωρό δυσκολίες για την ηρωίδα του. Διαβάζοντας αναρωτήθηκα αν πρόκειται για μια Σταχτοπούτα ή για το κοριτσάκι με τα σπίρτα, αναλόγως της κατάληξης.
Η συγγραφέας δεν έχει σταθεί σε μία χώρα. Όπως και οι χαρακτήρες της, περιπλανιέται σε όλα τα σημεία του ορίζοντα και συναντά εκεί, στον κάθε τόπο, εκείνους με την άγραφη ιστορία και την ανύπαρκτη πατρίδα.
Στο δεύτερο μέρος καταλαβαίνω γιατί το μυθιστόρημα κέρδισε βραβείο.* Η εντυπωσιακή του εξέλιξη και κορύφωση της ιστορίας μέσα από τις πανέμορφες περιγραφές της Ελισάβετ Ιακωβίδου και ο απροσδιόριστος χρόνος του αναδεικνύουν τη γραφή της. Η αποφυγή αναφοράς στο χρόνο εκπλήσσει τον αναγνώστη που πρέπει να διαβάσει όλο το κείμενο για να κατανοήσει τη χρονική σειρά των γεγονότων και τη διάρκεια. Η αφήγηση που περνάει από τριτοπρόσωπη σε πρωτοπρόσωπη και τανάπαλιν μόνο θετικά λειτουργεί, γοητεύει και χαρίζει ποικιλία.
Η λάσπη χρύσιζε κατά καιρούς, απίστευτο ε; Χρύσιζε στον ήλιο κι είχα την ψευδαίσθηση ότι κρατούσα το χρυσάφι όλου του κόσμου στα χέρια μου.
Το χώμα συμβολίζει τη γέννηση και την ελπίδα και πάνω σ' αυτό έχτισα κι εγώ τη ζωή μου. Πάνω στη δική μου χρυσή λάσπη.
Ξεφυλλίστε το!
Αγοράστε το!
Οπισθόφυλλο
Χρυσή λάσπη είναι η έννοια του χώματος σαν ζωή, πορεία, δημιουργία και θάνατος.
Το χώμα αναμεμειγμένο με το νερό γίνεται λάσπη και βούρκος κι ένα μοναδικό παιχνίδι στα χέρια των παιδιών των τσιγγάνων όταν χρυσίζει την άνοιξη κάτω από τα χρώματα του ήλιου.
Δεμένοι αναπόσπαστα με τη λάσπη είναι οι τσιγγάνοι, από την οποία οι περισσότεροι δεν καταφέρνουν ποτέ να δραπετεύσουν.
Η τσιγγανοπούλα Καρμελίτα όμως το κατορθώνει περνώντας σε μια άλλη διάσταση χάρη στο ταλέντο της και τη δύναμη της αγάπης δαμάζοντας έτσι τη μοίρα της.
Στο διάβα της αυτό θα δοκιμαστεί και θα ματώσει ανεπανόρθωτα.
Η κάθαρση επέρχεται με τον καθαγιασμό της από εκείνους που είχε ευεργετήσει κι ανέλπιδα αγαπήσει.
Μια βαθιά διείσδυση στη ζωή των κατατρεγμένων Ρομά σε μια ιστορική πραγματικότητα στα βάθη των αιώνων με αφετηρία τον ελλαδικό χώρο, ενδιάμεσα περάσματα τα Βαλκάνια και τη χώρα των Ρως και τέλος την Κωνσταντινούπολη των ευγενών και των αυτοκρατόρων.
*Α' Βραβείο Μυθιστορήματος Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Τα πλαγιογραμμένα εδάφια προέρχονται από το μυθιστόρημα.
Ευχαριστώ τον Νικόλα Τελλίδη, εκδότη της Άνεμος εκδοτικής, για την προσφορά του βιβλίου.
Δείτε κι αυτό: