Πως σας ήρθε η ιδέα;
Μ.Π.: Κάποτε βρέθηκα στο Κίεβο της Ουκρανίας για οικογενειακούς λόγους. Η προσαρμογή μου σε χώρα διαφορετικής κουλτούρας και δύσκολων συνθηκών ζωής και καιρού, δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου για μένα. Έπιασα λοιπόν τον εαυτό μου να λέει κάθε μέρα «Μα τι γυρεύω εγώ εδώ, ρε παιδί μου;» Για να εκτονωθώ και να νιώσω καλύτερα, άρχισα να γράφω ότι έβλεπα και βίωνα. Σιγά-σιγά οι σελίδες πληθαίνανε, ώσπου κάποια μέρα κατάλαβα πως τελικά αυτό που έγραφα μπορούσε κάλλιστα να γίνει βιβλίο. Γύρεψα τίτλο κι’ έκανα γκάλοπ σε φίλους και γνωστούς για να καταλήξω στον καλύτερο. Την απάντηση όμως, μου την έδωσε η ίδια η ζωή. Κράτησα το «Τι γυρεύω εγώ εδώ», που νομίζω πως όλοι μας λίγο- πολύ τόχουμε πει κάποια στιγμή και βάφτισα το μυθιστόρημά μου.
Που γράψατε το βιβλίο σας;
Μ.Π.: Στο Κίεβο της μακρινής Ουκρανίας, όπως σας είπα και προηγουμένως. Μια χώρα πολύ όμορφη, αλλά με λαό πεινασμένο και πλούσιους που δεν είχαν τι να κάνουν τα λεφτά τους. Η πορνεία να... μυρίζει παντού λόγω πείνας και τα πρόσωπα των ανθρώπων σκυμμένα και μελαγχολικά, να σου δίνουν γροθιά στο στομάχι σε κάθε βλέμμα που σου 'ριχναν.
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Μ.Π.: Το «Τι γυρεύω εγώ εδώ» το έγραφα τρία χρόνια. Όσο έμεινα δηλαδή στο Κίεβο. Πήρε πολύ χρόνο η συγγραφή του, γιατί έπρεπε να βγω να κάνω έρευνα, να βιώσω τους χαρακτήρες των ανθρώπων, να παρατηρήσω, να δω, ν’ ακούσω πράγματα, που μέχρι πριν φτάσω στο Κίεβο, μου ήταν εντελώς άγνωστα.
Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Μ.Π.: Αυτοβιογραφικό μέχρις ένα σημείο. Μια μέρα όμως εκεί που έγραφα, η Εύη η ηρωίδα μου, απαίτησε να βγει στο περιθώριο. Δεν της έφταναν πια οι σελίδες. Συναναστράφηκε λοιπόν φανταστικούς ήρωες και ηρωίδες και ταξίδεψε στη χώρα του μύθου. Έτσι το ιστόρημά μου έγινε μυθιστόρημα.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Μ.Π.: Βεβαίως. Η Εύη, σύζυγος ακολούθου άμυνας στην Ελληνική πρεσβεία στο Κίεβο, δυσκολεύεται να προσαρμοστεί σε καταστάσεις δύσκολες και σε συνθήκες ζωής και καιρού υπό του μηδενός. Το φαρδύ περβάζι ενός παράθυρου έχει γίνει... μόνιμη κατοικία της. Από κει παρακολουθεί τα δρώμενα στο δρόμο, που είναι τόσο παράξενα μα και τόσο όμορφα! Ο χειμώνας είναι βαρύς και γεμάτος χιόνι! Οι φιγούρες των ανθρώπων... σχεδόν εξωπραγματικές, βγαλμένες από ταινίες, γυρισμένες σε μακρινές πανέμορφες στέπες. Τα καρότσια για μωρά... έλκηθρα κόκκινα, φλογάτα, που τα τραβάνε μαμάδες όμορφες, ντυμένες με χοντρά παλτά και καπέλα γούνινα. Το τραμ που περνάει κάθε λίγο και λιγάκι κάτω απ’ το παράθυρό της Εύης... τρύπιο και κακορίζικο. Το χιόνι που μπαίνει απ’ την οροφή του και στρώνεται στα πόδια των επιβατών, που πάνε στη δουλειά τους τρέμοντας απ’ το κρύο, φανερώνει τη μιζέρια και τη φτώχεια αυτής της κακομοίρας χώρας, που περνούσε και περνάει δια πυρός και σιδήρου... Κάποια στιγμή, η Εύη τολμά να βγει απ’ το σπίτι. Στον κόσμο που αντικρίζει και φαντάζει στα μάτια της... άγνωστος πλανήτης, την περιμένει ένας έρωτας παθιασμένος και μυστηριώδης, που κάνει την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή και ολόκληρο το «είναι» της να δονείται! Φυλακισμένη στα πλοκάμια του πάθους της... μεταλλάσσεται. Γίνεται ριψοκίνδυνη! Υψώνει το ανάστημά της και ρίχνεται σε μια περιπέτεια που δεν έχει ιδέα που θα την οδηγήσει. Μπλέκεται σε μυστικά και ίντριγκες, που αρχίζουν από την πρεσβεία κι’ έχουν να κάνουν με τις πανέμορφες, άτυχες νεραϊδούλες αυτού του παράξενου τόπου, που ενδίδουν σε παντός είδους υποσχέσεις και πουλάνε τα κορμιά και τα νιάτα τους αντί... πινακίου φακής. Ένας φόνος στις όχθες του Δνείπερου, του ποταμού που σκίζει στα δυο το Κίεβο, αναστατώνει την πόλη και την Εύη, που σχεδόν υποψιάζεται ποιοι μπορεί να ευθύνονται. Δεν μπορεί να το πει όμως. Φοβάται πολύ! Σκοτεινοί τύποι την πλησιάζουν! Φοβερές αλήθειες την απειλούν! Ζει ανάμεσα σε θεριά ανήμερα, που είναι έτοιμα να την κατασπαράξουν! Ζει ανάμεσα στο καθήκον και τον έρωτα! Τι θα γίνει αν ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο; Να σιωπήσει δηλαδή και να συνεχίσει τη ζωή της ανώδυνα, κρύβοντας στην ψυχή της όσα ξέρει; Και τι θα γίνει αν ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο; Να μιλήσει! Να ξεσκεπάσει βρομιές και ψέματα; Τι θα γίνει αν ακολουθήσει τον έρωτα τον κρυφό, τον παθιασμένο κι’ όπου βγει; Και τι θα γίνει αν επιστρέψει στη ζωή που φτιάξανε άλλη γι’ αυτήν; Θ’ αντέξει; Θα σηκώσει το κεφάλι για να δει τ’ αστέρια ή με χαμηλωμένο το κεφάλι θα συνεχίσει να χαίρεται μονάχα το χώμα; Η συνέχεια... όχι επί της οθόνης μα επί του... βιβλίου!
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Μ.Π.: Αγάπησα τα συναισθήματα που μου προκαλούσε η γραφή του! Τους δρόμους του, που με οδήγησαν πολλές φορές στην ευτυχία μέσα από δυσκολίες αλλά και χαρές! Αγάπησα το ίδιο το βιβλίο απ’ την πρώτη μέχρι την τελευταία του λέξη και χαίρομαι γιατί εισπράττω την ίδια αγάπη κι’ απ’τους αναγνώστες μου! Αγάπησα εμένα μέσα απ’ αυτό το βιβλίο κι’ αυτό θεωρώ πως είναι το μεγαλύτερο επίτευγμά μου ως άνθρωπος και ως γυναίκα.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Μ.Π.: Πρώτα απ’ όλα αγάπησα την Εύη, γιατί μέχρις σ’ ένα σημείο την ένοιωσα... σάρκα εκ της σαρκός μου! Τη Μάγδα, τη φιλενάδα τη μαγκιόρα, την άνετη, που μοιάζει με τον κρυμμένο μου εαυτό, που δεν θα τολμούσε ποτέ να ξεμυτίσει απ’ τα σπλάχνα μου και να δηλώσει την παρουσία του, αν δεν τούδινε μια στα πισινά η Μάγδα και τον ανάγκαζε να βγει επιτέλους στο φως! Μέχρι που συνδιαλεγόμουν με τη Μάγδα όσο έγραφα το βιβλίο! Τι μυστικά δεν μου είπε και της είπα! Γελάσαμε και κλάψαμε μαζί! Ζήσαμε μαζί! Αγάπησα τον Αλιόσα, το γλυκό και παράξενο τροβαδούρο, γιατί μ’ έκανε να σκιρτήσω κι’ εγώ μέσα απ’ την καρδιά της Εύης και να βιώσω έναν μεγάλο έρωτα! Το Μάνθο, την προσωποποίηση της αγάπης, το στήριγμα, τον άνθρωπο της ζωής της Εύης, που πέρασε απ’ την κόλαση αλλά δεν την ξέχασε ούτε μια στιγμή! Τη Σμυρνιά γιαγιά, που ύψωνε το ανάστημά της και δασκάλευε την Εύη πως να ζει και να νικά! Το ξωτικό, το αλητάκι, που όσο κι’ αν το μάλωνε η Εύη, αυτό κρατούσε πεισματικά τις βαριές αλήθειες στο στόμα του και τις φώναζε δίχως φόβο και πάθος! Το μπαμπά, το λατρεμένο γεννήτορα, που ζούσε τώρα πια μόνο για κείνη και της κρατούσε το χέρι στις κακοτοπιές! Όλους τους ήρωές μου τους αγάπησα, άλλον πιο λίγο κι’ άλλον πιο πολύ! Ακόμα και τους κακούς τους αγάπησα, γιατί η κακία τους ήταν η αφορμή να δουν οι καλοί καινούργιους δρόμους ν’ ανοίγονται μπροστά τους και μέσα τους. Γιατί χωρίς την κακία, δεν θριαμβεύει η καλοσύνη, χωρίς το χειμώνα δεν φαντάζει... λύτρωση η άνοιξη, χωρίς το σκοτάδι δε λάμπει το φως!
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Μ.Π.: Θα προτιμούσα αυτό να μου το πουν αυτοί που θα το διαβάσουν. Ότι και να πω εγώ ότι προσφέρει, δε νομίζω να 'χει την ίδια αξία όσο εκείνο που θα πουν οι αναγνώστες μου ότι τους πρόσφερε.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Μ.Π.: Να μη μείνω κάποια στιγμή μόνη και... άδεια από φίλους κι’ από αγάπη...
Φοβάστε...
Μ.Π.: Ναι, φοβάμαι διάφορα πράγματα! Άλλα πιο πολύ, άλλα πιο λίγο! Αυτό τον καιρό τρέμω όλα αυτά που γίνονται πίσω από την πλάτη μας, αλλά και μπροστά μας μ’ όλο το θράσος που μπορεί να διακρίνει μια εξουσία- θηλιά!
Αγαπάτε...
Μ.Π.: Πολύ! Ανθρώπους, ζώα, πράγματα, καταστάσεις, τη μουσική, τα βιβλία, τη συναναστροφή με φίλους καλούς, τα ταξίδια, τη μελωδία της φύσης, τη ζωή!!
Ελπίζετε...
Μ.Π.: Βεβαίως και ελπίζω! Θέλω να πιστεύω ότι είμαι από τους αισιόδοξους! Ακόμα πιστεύω πως όποιος δεν ελπίζει, βιώνει έναν μικρό θάνατο κάθε μέρα, αν και μπορεί να μην το καταλαβαίνει.
Θέλετε...
Μ.Π.: Θέλω! Να 'χω υγεία! Να μπορώ να χαίρομαι την οικογένεια και τους φίλους μου! Να μπορούσα να βάλω έστω κι’ ένα μικρό λιθαράκι με κάποιον τρόπο, για ν’ αλλάξει λιγάκι ετούτος ο σκληρός ο κόσμος. Να συνεχίσω να ζω μέσα στη μουσική και το λόγο που λατρεύω...
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Μ.Π.: Νομίζω αυτοί που αναζητούν κάτι αληθινό, χωρίς φτιασίδια και λογοτεχνικούς γλωσσοδέτες προς εντυπωσιασμό. Αυτοί που αγαπούν να ταξιδεύουν, να αισθάνονται και να ονειρεύονται μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου.
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Μ.Π.: Κατ’ αρχάς, τη λέξη «πρέπει» αν μπορούσα να την αφαιρέσω απ’ όλα τα λεξικά του κόσμου θα το 'κανα ευχαρίστως! Θα έλεγα λοιπόν, γιατί προτείνω να το διαβάσετε. Γιατί κατά τη γνώμη μου... ανασαίνει! Και η ανάσα μεταδίδεται!
Γιατί δεν πρέπει;
Μ.Π.: Πάλι το «πρέπει»... Εγώ θα 'λεγα, ποιοί δεν συνιστώ να το διαβάσουν. Οι κακεντρεχείς και όσοι περιμένουν πως θα διαβάσουν ένα βιβλίο, που δεν θα τους βάλει στη διαδικασία να σκεφτούν και να νιώσουν!
Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Μ.Π.: Το «Τι γυρεύω εγώ εδώ» μπορείτε να το βρείτε στα βιβλιοπωλεία διαθέσιμο ή κατόπιν παραγγελίας και στο site των εκδόσεων «Φίλντισι» για την Ελλάδα και το εξωτερικό σε αυτό το link.
Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Μ.Π.: Μπορείτε να με βρείτε στο προσωπικό e-mail μου: papadaki123@gmail.com
Στο site των εκδόσεων «Φίλντισι»
Και στο Twitter.
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Μ.Π.: Το βαθύ κόκκινο!
Ποια μουσική;
Μ.Π.: Εκείνη που σε κάνει να κλείνεις τα μάτια και να ξεγυμνώνεις την ψυχή σου, για να τη... φορέσεις κατάσαρκα!
Ποιο άρωμα;
Μ.Π.: Το άρωμα που αναδύει το βρεγμένο χώμα!
Ποιο συναίσθημα;
Μ.Π.: Του κρυμμένου σκιρτήματος!
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Μ.Π.: Ταινία ίσως ή άγριο άλογο! Μπορεί και ξαφνική καταιγίδα! Ίσως βέβαια κι’ ένα ευχαριστημένο βράδυ! Το γέλιο στο ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας! Ένα σύννεφο που έχει το προνόμιο να ταξιδεύει όπου θέλει, δίχως να χρειάζεται εισιτήριο ή διαβατήριο...
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Μ.Π.: Ταξιδιωτικός ρεπόρτερ, χορεύτρια, μουσικός ή αρχαιολόγος! Αντιφατικά, αλλά μοιάζουν στη σκέψη μου...
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Μ.Π.: Μπορεί να φανεί κλισέ και χιλιοειπωμένο, αλλά θα το πω αφού είναι η αλήθεια! Λατρεύω τον Καζαντζάκη κι’ απ’ τους ποιητές τον Ελύτη!
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Μ.Π.: Φυσικά και μ’ έχει επηρεάσει. Όπως είπα και προηγουμένως λατρεύω τον Καζαντζάκη. Τα βιβλία του που μ’ έχουν επηρεάσει είναι η «Ασκητική» και «Οι αδερφοφάδες». Άλλα βιβλία που πολλές φορές διαφεντεύουν τη ζωή μου και τις νύχτες μου είναι η «Οδύσσεια» και η «Ιλιάδα». Χάνομαι κυριολεκτικά μέσα στις σελίδες τους και στην άφθαστη ικανότητά τους να σε κάνουν να σαστίζεις και να μην μπορείς να ξεχωρίσεις που σταματά η πραγματικότητα και που ξεκινά ο μύθος... Μα δε σε νοιάζει! Παραδίνεσαι στη γοητεία τους κι’ αυτό σου φτάνει. Υπάρχουν βέβαια και πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς πολύ άξιοι! Γενικά, περνάνε άπειρα βιβλία από τα χέρια μου και επηρεάζουν το γράψιμο και τον τρόπο ζωής μου. Είμαι αυτό που λένε... βιβλιοφάγος!
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Μ.Π.: Μπα, με κατευθύνουν πιο πολύ απ’ ότι τους κατευθύνω! Αυτοί μου υπαγορεύουν κι’ εγώ γράφω! Και μη με ρωτήσετε πως γίνετε αυτό. Δεν έχω ιδέα!
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Μ.Π.: Για να γράψει κάποιος, πρώτα χρειάζεται να 'χει ταλέντο! Αν δεν υπάρχει το ταλέντο και η ικανότητα, όσο κι’ αν προσπαθήσει να παγιδέψει τη φαντασία στο χαρτί, δεν θα μπορέσει. Και η πείρα βέβαια είναι καλή δασκάλα! Χτενίζει και ομορφαίνει ένα καλό γραπτό.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Μ.Π.: Η αμεσότητα στη γραφή του, το ταλέντο του συγγραφέα όπως είπα και προηγουμένως να κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και τα συναισθήματά του σε εγρήγορση! Να κάνει τον αναγνώστη διαβάζοντάς το, να ταυτιστεί με κάποιον ήρωα και να διεκδικήσει μαζί του τη λύση ή τη λύτρωση! Κακά τα ψέματα βέβαια, παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο και η διαφήμιση. Όσο καλό και να 'ναι ένα βιβλίο, αν δεν υπάρχει στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αν δεν... προτείνεται στους αναγνώστες, αν δεν προωθείται απ’ τους εκδοτικούς οίκους, δεν προχωρεί. Χάνεται και πολλές φορές άδικα. Αντίθετα, βιβλία που δεν είναι ούτε τόσο καλογραμμένα, ούτε έχουν την ικανότητα να τραβήξουν τον αναγνώστη, αν διαφημιστούν και προωθηθούν καλά, κάνουν επιτυχία. Μέχρις ενός σημείου βέβαια. Από κει και πέρα, το αναγνωστικό κοινό διαλέγει και ανεβάζει ή κατεβάζει βιβλία και συγγραφείς με τις προτιμήσεις του.
Τι την αποτυχία;
Μ.Π.: Την αποτυχία ενός βιβλίου, την καθορίζει πρώτα απ’ όλα το άκυρο περιεχόμενό του. Γιατί, όσο κι’ αν διαφημιστεί, δεν κάνει δεύτερο βήμα αν διαβαστεί από αναγνώστες και δεν αρέσει. Επίσης, όπως είπα και προηγουμένως, η έλλειψη προώθησης και διαφήμισης, μπορεί να χαρακτηρίσει ένα βιβλίο επιτυχημένο ή αποτυχημένο. Αν δεν... υπάρχει πουθενά, θα μυρίσει ο κόσμος τα νύχια του ή θα δουλέψει τυχόν κληρονομικό του χάρισμα για να το βρει; Αντίθετα, θα προτιμήσει βιβλία που είναι συνέχεια κάτω απ’ τη μύτη του στις τηλεοράσεις, στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και στους πάγκους... φανερά και προκλητικά!
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Μ.Π.: Μπορείτε να το πείτε κι’ έτσι καμιά φορά, όταν κάποιος διαβάσει ότι του πέσει στα χέρια του, χωρίς να το ψάχνει και να το αξιολογεί. Όμως, δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε... κατάχρηση όταν κάποιος διαβάζει πολύ! Μόνο θετικές επιρροές στη ζωή και το χαρακτήρα κάποιου μπορεί να έχει ένα καλό βιβλίο!
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Μ.Π.: Ταξιδεύοντας...
Εξώφυλλα βιβλίων της Μαρίας Παπαδάκη και φωτογραφία πορτραίτο από το προσωπικό της αρχείο. Στις έγχρωμες εικόνες το εξώφυλλο του νέου της μυθιστορήματος "Τι γυρεύω εγώ εδώ;" |
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Διανέμεται αποκλειστικά από το koukidaki.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ.
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο.
Οπισθόφυλλο
Είναι μια απ’ τις δύσκολες νύχτες που το ράδιο παίζει και το κρασί κυλά. Έξω απ’ το διαμέρισμα της οδού Ντιμίτριεφσκα 13 στο Κίεβο, την πρωτεύουσα της μακρινής Ουκρανίας, χιονίζει. Η Εύη σέρνεται από δωμάτιο σε δωμάτιο, παριστάνοντας την ευτυχισμένη σύζυγο και μητέρα, σε μια χώρα μίζερη που σκάβει λάκκο και θάβει το πεθαμένο της εγώ. Γελάει και κρύβει πληγές!! Σαν γυναίκα υποταγμένη, τη διατάζουν τα γονίδιά της να υπομένει.. Υποτάχθηκε απ’ τον ίδιο της τον εαυτό, τη στιγμή που είπε: ναι θάρθω κι’ ας μη θέλω. Με σπίρτο την ανάγκη να μην αφήσει μόνους τους οικείους της, άναψε φλόγες γύρω της που φούντωσαν πολύ. Δε μπορεί πια να δραπετεύσει κι’ αυτοκτονεί με τo ίδιο της το κεντρί, σκορπιός σ’ απόγνωση!! Τους αγαπά τους δικούς της. Τους λατρεύει. Όμως, έχει ξεχάσει ν’ αγαπά τον εαυτό της! Η μέρα της, είναι φαρδιά σα ρούχο τρία νούμερα μεγαλύτερο. Πώς να τη γεμίσει! Θέλει να σβήσει τους κανόνες απ’ το κιτάπι της ζωής. Μα η ζωή είναι η μεγαλύτερη σπασίκλα! Δεν αφήνει κανέναν ν’ αντιγράψει απ’ την κόλλα της! Κι’ αν πας ν’ αλλοιώσεις τη βαθμολογία που αυτή σούβαλε με το έτσι θέλω, σε καρφώνει και δικάζεσαι. Θα περάσει πολλά η Εύη στην παγωμένη χώρα του Βορρά. Θα βγει πληγωμένη από συμπληγάδες, ίντριγκες και καταστάσεις και θα νιώσει πως δεν μπορεί να τις αντέξει. Θα μετρηθεί με θεριά ψυχής. Θα τρέξει να γλυτώσει από ανθρώπους-θεριά, που απειλούν να την αφανίσουν. Θα μετρηθεί με έρωτες απελπισμένους. Ανοίγει το παράθυρο. Ο παγωμένος αέρας δροσίζει το φλογισμένο της πρόσωπο. «Υπάρχει κάνας άγγελος ή διάολος, ή όποιος θέλει ας είναι", φωνάζει, "να μου δείξει και μένα πως θα 'ταν η ζωή μου αν ακολουθούσα τα όνειρά μου; Υπάρχει;» Νοιώθει πως ήταν πλασμένη γι’ άλλα πράγματα. Κι’ είναι σίγουρη πως έτσι νοιώθουν κι’ άλλοι. Μα ο δρόμος πού χει πάρει, δεν έχει γυρισμό. Ή έχει;