Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Στο θεατρικό έργο του Sir David Hare υπάρχουν τρεις βασικοί χαρακτήρες που αντιστοιχούν σε τρεις προσωπικότητες του 19ου αιώνα. Κι ενώ η περίπτωση του Oscar Wilde είναι γνωστή σε όλους, οι βίοι των Robert Baldwin και του Lord Alfred Douglas δεν έχουν την ίδια δημοτικότητα όμως έχουν τεράστια αλληλεπίδραση με/στη ζωή του Όσκαρ. Ο Ντέιβιντ Χέαρ, πολυγραφότατος θεατρικός συγγραφέας βραβευμένος από νωρίς για τα έργα του, δημιούργησε μια ιστορία -το 1998-, που αφορά τους τρεις τους βασιζόμενος στα πραγματικά γεγονότα και στις όποιες αναφορές υπάρχουν για τη σχέση αυτών των ανθρώπων, καταφέρνοντας ένα δίπρακτο που κερδίζει γρήγορα την προσοχή του κοινού λόγω θεματολογίας και που τολμά να εκθέσει στην σκηνή την σκοτεινή πλευρά των ηρώων του χωρίς να μειώνει ούτε στο ελάχιστο την αξία του Όσκαρ Ουάιλντ ως καλλιτέχνη, συγγραφέα και εξαίσιου ταλέντου.
Για τον Όσκαρ Ουάιλντ...
Σπάνιος άνθρωπος με τεράστιο ταλέντο που όμως συμβαδίζει με την υπερβολή, την σπατάλη και την ακρότητα. Έκανε πολλούς μελετητές του να αναρωτηθούν αν χωρίς τα λάθη και πάθη της ζωής του θα ήταν το ίδιο δημιουργικός ή αν άφηνε μεγαλύτερο έργο σε περίπτωση που ζούσε περισσότερο από -μόνο- 46 χρόνια. Το 1891, κι ενώ έχει ήδη παντρευτεί την Constance Lloyd και αποκτήσει δύο γιους, γνωρίζει τον Λόρδο Alfred Douglas (Bosie). Οι δυο τους γίνονται ζευγάρι και αναμιγνύονται σε κυκλώματα ανδρικής πορνείας καθώς συναντούν νεαρούς χαμηλού μορφωτικού ή κοινωνικού επιπέδου. Αυτή η σχέση του τον οδήγησε στη φυλακή καθώς ο πατέρας του Bosie, πανίσχυρος άνδρας της εποχής, στράφηκε εναντίον του. Αποφυλακίστηκε το 1897 και πέρασε το μισό έτος με τον Robert Baldwin (Robbie). Από τον Αύγουστο όμως αυτής της χρονιάς επανασυνδέθηκε με τον Bosie και κατέφυγαν στη Νάπολη όπου έζησαν μαζί για λίγο καιρό. Έκτοτε, και μέχρι το θάνατό του το 1900, έζησε εξόριστος στη Γαλλία με το όνομα Sebastian Melmoth. Το ύστατο έργο του, "η μπαλάντα της φυλακής του Ρέντινγκ", γράφτηκε το 1897 μετά την αποφυλάκισή του.
Για τον Robert Baldwin (Robbie) Ross...
Σε ηλικία 19 ετών εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο και γνώρισε τον Όσκαρ -32 ετών τότε-, ο οποίος έγινε ο πρώτος του εραστής. Η σαφή εικόνα του έργου του Όσκαρ Ουάιλντ όπως την έχουμε σήμερα οφείλεται στον Robbie ο οποίος όχι μόνο στήριξε τον Όσκαρ ηθικά και οικονομικά μέχρι το τέλος της ζωής του αλλά ήταν ο άνθρωπος που πήρε τα πνευματικά δικαιώματα των έργων του Όσκαρ που είχαν ξεπουληθεί την εποχή της πτώχευσής του, ήταν εκείνος που κινήθηκε δικαστικά προς αυτούς που παρουσίασαν πορνογραφήματα ως έργα του Όσκαρ, εκείνος που έκανε τον επίσημο κατάλογο των έργων του Όσκαρ και, τέλος, εκείνος που εκχώρησε τα πνευματικά δικαιώματα στους γιους του Όσκαρ μαζί με τα όποια κέρδη είχαν προκύψει. Κυνηγήθηκε από τον Bosie, που επιχείρησε τη σύλληψη και καταδίκη του για ομοφυλοφιλική συμπεριφορά, χωρίς επιτυχία. Μερίμνησε ώστε να μεταφερθούν τα οστά του Όσκαρ στο νεκροταφείο των καλλιτεχνών του Παρισιού και ζήτησε -η τελευταία του επιθυμία- να δημιουργηθεί μια κρύπτη πάνω στο γλυπτό που στόλισε το μνήμα για να μπει η δική του στάχτη, όπως και έγινε το 1950 όταν έκλειναν 50 χρόνια από το θάνατο του Όσκαρ και 32 από τον δικό του.
Για τον Lord Alfred Bruce Douglas (Bosie)...
Ο μακροβιότερος όλων -πέθανε σε ηλικία 75 ετών- βίωσε τη μια τραγωδία μετά την άλλη μέσα στην οικογένειά του: ένας παππούς πέθανε από "τυχαίο" αυτοπυροβολισμό, ένας θείος -πάσχοντας από "προσκόλληση" στη δίδυμη αδερφή του- προσπάθησε να την απαγάγει και όταν εμποδίστηκε έγινε αλκοολικός ώσπου έκοψε το λαιμό του, ο μεγαλύτερος αδερφός του και κληρονόμος του τίτλου σκοτώθηκε σε κυνήγι ενώ υπήρχαν φήμες για ομοφυλοφιλική σχέση του με τον πρωθυπουργό της χώρας και ο ίδιος ο μοναχογιός του ήταν ψυχασθενής. Φαίνεται ότι έκανε περισσότερο κακό στον Όσκαρ παρά την εμμονή του δεύτερου να τον ακολουθεί και να του πληρώνει όλα τα καπρίτσια, τις διασκεδάσεις και τις χασούρες από το χαρτοπαίγνιο κατά τις καλές εποχές της δόξας του. Όταν άρχισε η κάμψη του Όσκαρ -και όταν τελείωσε η οικονομική ευρωστία- δεν άργησε να τον αφήσει και να επιστρέψει στην οικογένειά του και στην άνετη ζωή που του εξασφάλιζε. Ο Bosie φαίνεται ότι δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα ακόμα και μετά το θάνατο του Όσκαρ. Κι ενώ στην κηδεία του απαίτησε τον τίτλο του πιο στενού συγγενούς με επεισοδιακό τρόπο, στα χρόνια που ακολούθησαν δημοσίευε άρθρα κατηγορώντας τον Όσκαρ για ομοφυλοφιλία! Η επιθετικότητά του προς τον Robbie Ross συνεχίστηκε μέχρι το θάνατο εκείνου.
Στο έργο...
Πράξη πρώτη: Παρακολουθούμε τους τρεις φίλους την ημέρα που βγήκε το ένταλμα για τον Όσκαρ. Έχει βρει προσωρινό κατάλυμα στο ξενοδοχείο Cadogan και ετοιμάζεται να φύγει από τη χώρα σε μια προσπάθεια να αποφύγει τη σύλληψη. Δίπλα του τόσο ο Ρόμπι Ρος με σοφία, λογική και ψυχραιμία, όσο και ο Μπόζι με τον ατίθασο χαρακτήρα του που, σαν κακομαθημένος, απαιτεί να γίνει το δικό του ενώ αρνείται την "ήττα".
Πράξη δεύτερη: Μετά την αποφυλάκισή του, ο Όσκαρ, βρίσκεται σε ένα παραθαλάσσιο σπίτι κοντά στη Νάπολη μαζί με τον Μπόζι αλλά πλέον έχει να αντιμετωπίσει την οικονομική στενότητα σε συνδυασμό με τις "απιστίες" του Μπόζι που για άλλη μια φορά αδυνατεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Ο Ουάιλντ βρίσκεται πάντα ανάμεσα σε δύο φωνές. Εκείνη της λογικής, της σύνεσης, της πίστης, της σταθερότητας, της ιδανικής χρυσής τομής (Ρόμπι Ρος) κι εκείνη της ηδονής, της αμαρτίας, του πειρασμού, του κάλλους, του κολάσιμου, του αυθορμητισμού, της σαρκικής επιταγής (Μπόζι). Παράλληλα, γύρω από την τριάδα των βασικών ηρώων βρίσκεται ο περίγυρος -στο έργο εμφανίζεται ως μπάτλερ στο ξενοδοχείο και ως Ιταλός λαϊκός εραστής στη Νάπολη- που σχολιάζει, κοιτάζει περίεργα, κουτσομπολεύει και παρακολουθεί ή τρέφεται από την πτώση.
Ο συγγραφέας έχει μελετήσει τα ιστορικά πρόσωπα και έχει αποδώσει όλα τα γνωρίσματά τους, τους χαρακτήρες και τις αντιλήψεις τους πιστά ως προς κάθε στοιχείο που υπάρχει ή αναφέρεται σε αυτούς. Ό,τι είναι ως σήμερα γνωστό και κάθε πληροφορία σχετικά με τις συνήθειές τους αναγνωρίζεται μέσα στο κείμενο, το οποίο είναι ικανό να σταθεί ακόμα και για εκείνον που δεν έχει οικειότητα με τα πρόσωπα του έργου.
Θα καταλήξει και θα κορυφωθεί με το τελευταίο φιλί που θα λάβει ο Ουάιλντ από τον Μπόζι κατά τον αποχαιρετισμό τους. Όπως το φιλί που έλαβε ο Χριστός από τον Ιούδα. Το φιλί και η προδοσία σε ένα πικρό ραντεβού που γίνεται πικρότερο όσο πιο αγαπημένο είναι το πρόσωπο που το δίνει.
Ερμηνεύουν οι: Τίτος Λίτινας (Περίγυρος), Βασίλης Μαργέτης (Ρόμπι Ρος), Αλέξανδρος Αμερικάνος (Μπόζι) και Μάνος Καρατζογιάννης (Όσκαρ Ουάιλντ).
Μετάφραση, σκηνοθεσία, μουσική επιμέλεια: Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου
Σκηνικά, κοστούμια: Τόλης Τατόλας
Η διανομή έχει πετύχει να αναδείξει τις συναισθηματικές πλευρές των ηρώων και τους χαρακτήρες τους ή ό,τι αντιπροσωπεύουν. Ο Μάνος Καρατζογιάννης έχει καταφέρει έναν φορτισμένο Όσκαρ, όπως απαιτεί η περίσταση, χωρίς να υπερβάλει στο συναίσθημα και εκείνη την διαφορετική νότα που ξεχωρίζει τον ταλαντούχο άνθρωπο από το μέσο όρο. Η σοβαρότητα και η ήρεμη δύναμη της χροιάς του Βασίλη Μαργέτη ταιριάζει απόλυτα στο ρόλο του Ρόμπι και το ατίθασο βλέμμα του Αλέξανδρου Αμερικάνου στον Μπόζι. Ο Τίτος Λίτινας αναλαμβάνει ισάξια τον Περίγυρο με τις όποιες μορφές του.
Σκηνικά η παράσταση είναι λυτή σε σχέση με το πλούσιο Βικτωριανό στιλ της εποχής. Στην ίδια λογική και τα κοστούμια που, θα έλεγα, είναι προσαρμοσμένα περισσότερο στη σύγχρονη αισθητική παρά στον 19ο αιώνα χωρίς όμως να αποτελούν παραφωνία με το έργο. Μάλλον του δίνουν ένα διαχρονικό αέρα αφού τα θέματα που θίγει αφορούν κάθε εποχή.
Το έργο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Αθηναϊκό κοινό και αποτελεί μια φωνή ενάντια στην κάθε "εξουσία" που αντιμετωπίζει ως πρόβλημα τη διαφορετικότητα και την αποβάλει ή την τιμωρεί αλλά και μία βιογραφική ματιά για τον Όσκαρ Ουάιλντ μέσα από δύο άσχημες και δύσκολες στιγμές της ζωής του.