Ένα βιβλίο με 24 μυθιστορήματα του ενός λεπτού, όπως δηλώνει η συγγραφέας του, που περιλαμβάνει ιστορίες απλών καθημερινών ανθρώπων της πόλης γίνεται θεατρική παράσταση με τη συμμετοχή δέκα νέων ηθοποιών. Ο όρος "μυθιστορήματα του ενός λεπτού" μπορεί να λύνει το πρόβλημα του προσδιορισμού μιας ιστορίας που δεν είναι διήγημα, ούτε αφήγημα αλλά ούτε νουβέλα ή κάτι από τα γνωστά ήδη πεζογραφήματος αλλά σίγουρα κουβαλά μια μεγάλη ευθύνη, καθώς πρέπει ο αναγνώστης του μέσα σε τρεις-τέσσερις σελίδες να νοιώσει κάτι δυνατό, τόσο, ώστε να του φανεί ότι διάβασε ολόκληρο μυθιστόρημα. Η Κατερίνα Έσσλιν μιλώντας για το βιβλίο της λέει ότι "η εμμονή στο λεπτό έχει να κάνει με τη σκέψη μου ότι η ποιότητα ενός συναισθήματος δεν σχετίζεται με το πόσο διαρκεί (κι αυτό είναι λες και είναι απόκριες και το λεπτό ντύθηκε αιώνας). Προσωπικά νομίζω πως μέσα σε ένα λεπτό μπορείς να νιώσεις λες και αγαπάς χρόνια." Αυτό είναι το στοίχημα στο Γαμ. Και στο βιβλίο Γαμ. της Κατερίνας Έσσλιν αλλά και στην παράσταση Γαμ. του σκηνοθέτη Δημήτρη Μπογδάνου.
Οι ιστορίες είναι ανθρώπινες, αστείες, τραγικές, συγκινητικές, γλυκές, πικρές, κυνικές, ρομαντικές, ρεαλιστικές και σουρεαλιστικές ταυτόχρονα.
Τι είναι το Γαμ;
«Γαμ.» δε σημαίνει απολύτως τίποτα και ποτέ, παρά μόνο κάθε νύχτα στις τρεις και πέντε τα ξημερώματα, η λέξη «γαμώτο» τρώει μια τσεκουριά και σπάει στα δύο. «Γαμ.» είναι μια λέξη σε εκκρεμότητα.[1]
Οι ιστορίες εναλλάσσονται στη σκηνή με την ίδια ταχύτητα που γράφτηκαν. Ή που διαβάζονται. Και με την ίδια ένταση και πυκνότητα. Μέσα σε λίγα λεπτά έχουμε μάθει πως γνωρίστηκε ένα ζευγάρι σε μια πτήση, έχουμε γίνει μάρτυρες στο γάμο τους, στη γέννηση του πρώτου τους παιδιού αλλά και στη συντριβή τους και όλα αυτά μέχρι να προσγειωθεί το αεροπλάνο τους. Μόνο λίγα λεπτά και γνωρίζουμε ολόκληρες ζωές.
Το κίτρινο -λένε πως- είναι το χρώμα της προσωπικότητας. Είναι και ο λόγος που η σκηνή γεμίζει με κίτρινα χρυσάνθεμα, που φουσκώνουν κίτρινα μπαλόνια άνθρωποι που φορούν κίτρινα καπελάκια και τρώνε ηλιόσπορο μέσα από κίτρινα σακουλάκια, που λαμβάνουν προσκλήσεις γραμμένες σε κίτρινο χαρτί και απολαμβάνουν μια δόση γλύκας από τις κίτρινες καραμέλες τους, που μαραίνονται τα κίτρινα λουλούδια, που ξεφουσκώνουν τα κίτρινα μπαλόνια, που πετιούνται τα κίτρινα καπέλα, που τσαλακώνονται οι κίτρινες προσκλήσεις, που τελειώνουν οι κίτρινες καραμέλες προτού ξεβάψουν τα πρόσωπα από τις κίτρινες φωτογραφίες.
Οι ιστορίες ζωντανεύουν από ηθοποιούς που βρίσκονται ανάμεσά μας. Παίζουν από τις ίδιες θέσεις που καθόμαστε κι εμείς. Μπερδεύονται με το κοινό ενσωματώνοντάς το στην παράσταση που συμβαίνει εκεί και τότε αλλά και παντού και πάντοτε, σε έναν χώρο που είναι θέατρο αλλά δεν έχει σκηνή, ούτε σκηνικό έχει, γιατί η δύναμη της φαντασίας είναι μεγαλύτερη από το οποιοδήποτε σκηνικό και από το κάθε τετριμμένο. Η συγγραφέας άλλωστε έχει τοποθετηθεί πως "η γραφή είναι ποινή, αλλά ευτυχώς η φυλακή της είναι στα σύννεφα. Εκεί δε μου βάζει κανείς πρόστιμο αν φερ' ειπείν γράψω μια ιστορία όπου η θάλασσα βρίσκεται κάθετα μέσα στο σπίτι σου, σαν ταπετσαρία πίσω από τους καναπέδες ή αν γράψω για δυο ανθρώπους που κάνουν μαζί παιδί λίγα λεπτά μετά τη γνωριμία τους. Αυτό με κρατά στη συγγραφή: το ότι δεν με κρατάει τίποτα απ' το λαιμό..." και με αυτό το σκεπτικό, ποιος θα μπορούσε να αποδώσει καλύτερα την κάθετη θάλασσα αν όχι η φαντασία; Ή, ακόμη καλύτερα, η ελεύθερη φαντασία. Η άνευ ορίων σκέψη.
Κάπως έτσι είναι οι ιστορίες. Απροσδιόριστων ορίων και αναπάντεχες, σκοτσέζικο ντουζ συναισθημάτων και γεύσεων, γρήγορες όσο κρατάει ένα λεπτό και απέραντες όσο μια ολόκληρη ζωή. Το Γαμ. είναι μια παράσταση που περιμένει να την αισθανθείτε με τα μάτια που κρύβετε κάτω από την μπλούζα σας, παρά να την παρακολουθήσετε. Αν τυχόν οι σκηνές της σας φανούν κομμένες ή κοφτερές, είναι γιατί κάτω από τη φόδρα τους κρύβουν ξυραφάκια. Αν σας φανούν απαλές, είναι γιατί στα κρυφά καταπίνουν καραμέλες.[1]
Το κίτρινο -λένε πως- είναι το χρώμα της προσωπικότητας. Είναι και ο λόγος που η σκηνή γεμίζει με κίτρινα χρυσάνθεμα, που φουσκώνουν κίτρινα μπαλόνια άνθρωποι που φορούν κίτρινα καπελάκια και τρώνε ηλιόσπορο μέσα από κίτρινα σακουλάκια, που λαμβάνουν προσκλήσεις γραμμένες σε κίτρινο χαρτί και απολαμβάνουν μια δόση γλύκας από τις κίτρινες καραμέλες τους, που μαραίνονται τα κίτρινα λουλούδια, που ξεφουσκώνουν τα κίτρινα μπαλόνια, που πετιούνται τα κίτρινα καπέλα, που τσαλακώνονται οι κίτρινες προσκλήσεις, που τελειώνουν οι κίτρινες καραμέλες προτού ξεβάψουν τα πρόσωπα από τις κίτρινες φωτογραφίες.
Το εξώφυλλο του Γαμ. της Κατερίνας Έσσλιν |
Κάπως έτσι είναι οι ιστορίες. Απροσδιόριστων ορίων και αναπάντεχες, σκοτσέζικο ντουζ συναισθημάτων και γεύσεων, γρήγορες όσο κρατάει ένα λεπτό και απέραντες όσο μια ολόκληρη ζωή. Το Γαμ. είναι μια παράσταση που περιμένει να την αισθανθείτε με τα μάτια που κρύβετε κάτω από την μπλούζα σας, παρά να την παρακολουθήσετε. Αν τυχόν οι σκηνές της σας φανούν κομμένες ή κοφτερές, είναι γιατί κάτω από τη φόδρα τους κρύβουν ξυραφάκια. Αν σας φανούν απαλές, είναι γιατί στα κρυφά καταπίνουν καραμέλες.[1]
Έπαιξαν οι Χάρης Αττώνης, Ναταλία Καλημερατζή, Αγγελική Μαχαίρα, Ιωάννα Μπακαλάκου, Ιωάννα Νασιοπούλου, Νικολίτσα Ντρίτζη, Φάνης Παυλόπουλος, Γιώργος Στάμος, Υβόννη Τζάθα, Στέλιος Ψαρουδάκης.
[1] Όλα τα αποσπάσματα προέρχονται από το δελτίο τύπου της παράστασης και το βιβλίο.