Τόπος συνάντησης το σπίτι της. Μετά από την ετοιμασία των καφέδων και το σερβίρισμα των γλυκών που θα τους συνόδευαν, βολευτήκαμε στη βεράντα με τα άπειρα κοχύλια, με τα βότσαλα (και τη θαλασσινή αύρα) και μιλήσαμε για το μυθιστόρημά της.
Η Ειρήνη Φραγκάκη είναι ένας γλυκός άνθρωπος που έχει δημιουργήσει μια εκπληκτική οικογένεια -έχει τέσσερα παιδάκια- και ένα μικρό παράδεισο μέσα στην πόλη, που είναι το καταφύγιο, το ησυχαστήριο, η έμπνευση και η δύναμή της.
Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε το νέο της βιβλίο και, όπως αναφέρεται, από τον πρόλογο ακόμα, έχει βασιστεί σε πραγματικά γεγονότα. Η ηρωίδα του είναι υπαρκτό πρόσωπο που, γνωρίζοντας την Ειρήνη, της περιέγραψε τα βιώματά της.
Το μυθιστόρημα αφορά τη ζωή μιας Μάγδας, αλλά και κάθε Μάγδας, που στερήθηκε την ανεμελιά και τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα της εφηβείας της επειδή -κάπου μέσα στον κόσμο της δεν ήταν όλα αγγελικά πλασμένα- ένιωσε τον εφιάλτη. Αναζήτησε το χέρι εκείνου που θα φωτίσει το μέσα της και θα της ξαναχαρίσει τα όνειρα (ή το δικαίωμα στο όνειρο) αλλά η αθώα της ψυχή δεν της επέτρεψε να δει σωστά με τα μάτια. Χωρίς κριτήριο πορεύθηκε και εκμεταλλεύτηκε από τους ανθρώπους. Η πορνεία ήρθε μοιραία, τα ναρκωτικά αναπόφευκτο κακό και ο δρόμος προς εκείνο το φως όλο και ξεμακραίνει ενώ εκείνη περπατά με εύθραυστα βήματα, ισορροπώντας πάνω σε λεπτές κλωστές, προς το τίποτα.
Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε το νέο της βιβλίο και, όπως αναφέρεται, από τον πρόλογο ακόμα, έχει βασιστεί σε πραγματικά γεγονότα. Η ηρωίδα του είναι υπαρκτό πρόσωπο που, γνωρίζοντας την Ειρήνη, της περιέγραψε τα βιώματά της.
Το μυθιστόρημα αφορά τη ζωή μιας Μάγδας, αλλά και κάθε Μάγδας, που στερήθηκε την ανεμελιά και τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα της εφηβείας της επειδή -κάπου μέσα στον κόσμο της δεν ήταν όλα αγγελικά πλασμένα- ένιωσε τον εφιάλτη. Αναζήτησε το χέρι εκείνου που θα φωτίσει το μέσα της και θα της ξαναχαρίσει τα όνειρα (ή το δικαίωμα στο όνειρο) αλλά η αθώα της ψυχή δεν της επέτρεψε να δει σωστά με τα μάτια. Χωρίς κριτήριο πορεύθηκε και εκμεταλλεύτηκε από τους ανθρώπους. Η πορνεία ήρθε μοιραία, τα ναρκωτικά αναπόφευκτο κακό και ο δρόμος προς εκείνο το φως όλο και ξεμακραίνει ενώ εκείνη περπατά με εύθραυστα βήματα, ισορροπώντας πάνω σε λεπτές κλωστές, προς το τίποτα.
Διαβάζοντας το μυθιστόρημά σου... τρομάζω στην ιδέα ότι μόνο με μια-δυο κακές στιγμές, μια δόση αθωότητας, κανα-δυο λάθη και με -πόση!- ευκολία μπορείς να βρεθείς στη θέση τής πόρνης, του ναρκομανούς, του ζητιάνου, του κλέφτη...
Ε.Φ.: Κάποτε άκουγα τη λέξη πόρνη, ιερόδουλη και αυτομάτως μέσα μου τις συσχέτιζα με τη φράση "τα 'θελε και τα 'παθε". Ψάχνοντας όμως στην πορεία –γνωρίζοντας τη «Μάγδα» αλλά και με τις έρευνες που κάναμε με τον σύζυγό μου στους δρόμους με τις σκιές- κατάλαβα ότι όλες από κάπου ξεκινάνε και δεν γεννήθηκαν γι αυτό. Κάτι τις έχει οδηγήσει εκεί. Οπότε, έμαθα πλέον να δίνω και ελαφρυντικά αλλά έχω αναθεωρήσει και πάρα πολλά στο πως βλέπω τη ζωή.
Μίλησέ μου για την ιστορία πίσω από το βιβλίο.
Ε.Φ.: Εκτός από τα βιώματα της Μάγδας, είναι οι σκέψεις και κάποια θέλω της που μου είχε εκμυστηρευτεί. Η γνωριμία μας ξεκίνησε μέσω του διαδικτύου, συνεχίστηκε με συζητήσεις στο τηλέφωνο και κατέληξε σε πολύωρες συζητήσεις που ναι μεν έβγαζαν πόνο αλλά το παράπονο ήταν αυτό που έκανε τα μάτια της πολύ συχνά να βουρκώνουν.
Για παράδειγμα, η ιστορία με τη μάνα της. Εκείνη πίστευε ότι την προστάτευε αλλά τελικά, δεν το έκανε. Αυτό που λέμε, ότι οι γονείς στεκόμαστε δίπλα στα παιδιά μας και πιστεύουμε ότι κάνουμε το σωστό και το καλύτερο… τελικά ίσως να είναι η ιδέα μας, ίσως να μην το έχουμε ψάξει καλά.
Όπως διάβασες, το πρόβλημα της Μάγδας ξεκινάει από μια μικρή, τρυφερή ηλικία. Κουβαλώντας αυτόν τον σταυρό, φεύγει από το πατρικό της –και με πίκρα αλλά και με όρεξη για ζωή- αλλά δεν έχει μάθει πώς είναι τούτη η ζωή. Την είχαν στη γυάλα. Όταν ένας γονιός δεν οδηγεί το παιδί του να γνωρίσει τον κόσμο, να μάθει, να φάει και κάποιες σφαλιάρες… βγαίνει έξω κάποια στιγμή μοιραία μόνο του… και τις τρώει μια και καλή τις σφαλιάρες άλλοι περισσότερες, άλλοι λιγότερες.
Για τη Μάγδα οι έρωτες, δεν είναι έρωτες. Δεν ξέρει τι είναι… νομίζει ότι είναι, από την ανάγκη που έχει να νιώσει καλά, ότι την αγαπάνε, ότι θα την φροντίσουν, θα την προστατέψουν… Κι εκεί την πατάει. Ήρθαν και μερικές κακιές συγκυρίες, οι σχέσεις με τα λάθος άτομα… και έφτασε εκεί που έφτασε. Το βιβλίο εξ ανάγκης έχει αλλοτριώσει σε πολλά σημεία την πραγματικότητα γιατί αν είχα αποδώσει τα πάντα ως είχαν θα ήταν υπέρμετρα σκληρό για τον αναγνώστη.
Ακόμα θυμάμαι τα πρώτα βήματα στις έρευνες που έκανα με τη βοήθεια του συζύγου μου, -παρότι ήμουν έγκυος- κατηφορίζαμε τη Μενάνδρου, περνάγαμε ανάμεσά τους, δεν θα σβήσει ποτέ από τη μνήμη μου. Συναντήσαμε ναρκομανείς, μωρά λασπωμένα που θήλαζαν έξω από τα σουβλατζίδικα… και αυτή η… βρώμα… η δυσωδία! Ανάκατες μυρωδιές που θα μπορούσαν να έρχονται από τους κάδους των σκουπιδιών αλλά και από τον διπλανό σου...και όλα αυτά μόλις δύο στενά κάτω από την Ομόνοια... είδα ναρκομανείς, παιδιά και μεγάλους να τρυπιούνται μέσα σε εισόδους των πολυκατοικιών, σε τεκέδες, σε μισοερειπωμένα νεοκλασικά και σε κάθε σημείο του σώματός τους που είτε μπορεί είτε δεν μπορεί να φανταστεί κάποιος. Σκληρές εικόνες.
Και σκέφτομαι ότι, σε αυτή τη θέση –παρόλο που πιστεύεις ότι τα κάνεις όλα σωστά- μπορεί να βρεθεί το δικό μου το παιδί, το δικό σου το παιδί, αλλά και οποιοδήποτε παιδί… αυτή η σκέψη με τρομοκρατεί.
Αμφιταλαντεύτηκα στο ύφος που θα γράψω το μυθιστόρημα. Αποφάσισα ότι έπρεπε να δώσω την γενική εικόνα. Ξέρω ότι είναι ρίσκο το θέμα διότι δεν γνωρίζεις ποτέ το πως θα το εκλάβει ο αναγνώστης. Δεν είναι ένα απλό ταξίδι μέσα σ' ένα όμορφο παραμύθι που φαντάστηκε ο συγγραφέας, είναι σκληρή πραγματικότητα και ευθύνη.
Μου άρεσε που δε το "άνοιξες" με εικόνες -θα μπορούσες- και να το κάνεις μυθιστόρημα 600 σελίδων.
Ε.Φ.: Βεβαίως και θα μπορούσε αλλά δεν ήθελα να πλατειάσω ή να κάνει κοιλιά. Θα μπορούσα να συμπεριλάβω πολλά συγκεκριμένα περιστατικά … κ.ο.κ. αλλά το βιβλίο θα οδηγούνταν στην ωμή σκληρότητα και σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει λόγος.
Προτίμησα να μείνω σε συγκεκριμένα κομμάτια και να αφήσω τον αναγνώστη να σκεφτεί και ίσως να κοιτάξει με τα δικά του τα μάτια τι γίνεται στους δρόμους που βασιλεύουν οι σκιές. Κι έτσι ίσως οι αναγνώστες καταλάβουν γιατί ποτέ δεν γράφω μόνο αυτά που θα αρέσουν.
Happy end ή όχι στα βιβλία;
Ε.Φ.: Όπως και στη ζωή έτσι και στα βιβλία, πρέπει να σκεφτόμαστε πώς θα κάνουμε αυτό που… πρέπει, για να προλάβουμε το μοιραίο και το χειρότερο που δεν θα διορθώνεται με τίποτα.
Όπως λοιπόν στη ζωή τίποτα δεν εξασφαλίζει εκ των προτέρων την ευτυχή κατάληξη ή μη των γεγονότων έτσι κατά τη γνώμη μου ούτε στα βιβλία μπορεί να υπάρχει κάποιος κανόνας.
Η Μάγδα δεν έμεινε κοντά στον Αναστάση παρά το γεγονός ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να της προσφέρει μια αγκαλιά, σιγουριά, ασφάλεια, θαλπωρή...
Ε.Φ.:Γιατί φοβήθηκε. Για σκέψου να προχώραγε με τον Αναστάση, να έκαναν μια οικογένεια μαζί… τι θα έλεγε στα παιδιά της όταν κάποτε ίσως να μάθαιναν; Εξάλλου, η συνήθεια είναι ο χειρότερος σύμβουλος και η Μάγδα, έχοντας συνηθίσει μια τέτοια ζωή, δε μπορεί πλέον να βγάλει τη ρετσινιά από πάνω της, νοιώθει άσχημα με τον εαυτό της.
Αυτό το βιβλίο είχε ξεκινήσει πριν γνωριστώ με τη Μάγδα! Έψαχνα για στοιχεία στο διαδίκτυο, για ιστορίες σχετικές με το θέμα και πάνω στην αναζήτηση προέκυψε η γνωριμία με τη “Μάγδα” μου! Μάλιστα αυτό το μυθιστόρημα το είχα ξεκινήσει πριν το πρώτο. Αυτό ήταν το πρώτο! Το σταμάτησα γιατί ήθελε πολύ έρευνα. Έφτασε πρώτο στην έκδοσή του το «Η αγάπη που άνθισε στην ψυχή μου» και ακολούθησε «Η πεταλούδα της νύχτας».
Το βιβλίο μού ενέπνευσε κάποιους στίχους οι οποίοι μελοποιήθηκαν από τον Χρήστο Ρενιέρη.
Το τραγούδι θα το ακούσετε αν πατήσετε το αναπαραγωγή στο παραπάνω βίντεο.
Θυμάμαι που, στην παρουσίαση του μυθιστορήματος, είπες ότι ξεκίνησες πάλι να ταξιδεύεις...
Ε.Φ.:Ταξιδεύω εις διπλούν. Γράφω δύο!
Το ένα είχε ξεκινήσει σαν διήγημα για να το δώσω σε κάποιον διαγωνισμό. Στην πορεία με τράβηξε τόσο πολύ που θέλησα να το μεγαλώσω και ξέφυγε από διήγημα και γίνεται μυθιστόρημα, είναι ένα σύγχρονο ερωτικό δράμα που εξελίσσεται στη Ρόδο.
Αυτό όμως που με έχει συνεπάρει είναι το δεύτερο. Εκεί πάμε πίσω, πολύ πίσω. Στα 1200.
Πριν μερικούς μήνες σ' ένα φιλικό δείπνο, ο οικοδεσπότης, πολύ φίλος του συζύγου μου, μας τίμησε με το να μας δείξει κάποια χειρόγραφα απ' την ιδιωτική του συλλογή. Εκεί μέσα στον καλά φυλασσόμενο χώρο με τις απαλά φωτιζόμενες βιτρίνες, συνάντησα το «Άγιο δισκοπότηρο» αυτής της ιστορίας. Μία χειρόγραφη ερωτική επιστολή του 1204.
Την πραγματική αυτή ερωτική ιστορία, την εμπλέκω με άλλα πραγματικά ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της εποχής. Μέσα σε αυτό το βιβλίο συναντάμε Κρήτες, Γενοβέζους πειρατές, Ενετούς κατακτητές, Βυζαντινούς άρχοντες αλλά και την αγαπημένη μου Μονεμβασιά. Επέτρεψε μου προς το παρόν να μην αποκαλύψω περισσότερα για την ιστορία της Ελισάβετ και του Αλέξιου.
Πως ξεκίνησες να γράφεις;
Ε.Φ.: Πάντα έγραφα, άλλοτε δοκίμια, άλλοτε στο προσωπικό μου ημερολόγιο κι άλλοτε ποίηση. Κάπως έτσι ξεκίνησε το ταξίδι. Το πρώτο βιβλίο δεν ήθελα να το δώσω προς έκδοση. Αν δεν ήταν ο σύζυγός μου και η αγαπημένη Αναστασία Καλλιοντζή, οι οποίοι με βούτηξαν από τα μαλλιά για να το προχωρήσω θα είχε παραμείνει στο συρτάρι. Το ταλαιπώρησα τέσσερα χρόνια εκείνο το βιβλίο μέχρι να το πάω και χαίρομαι τόσο πολύ που ξεκίνησε το δικό του ταξίδι!
Από το μυθιστόρημα "Η πεταλούδα της Νύχτας" της Ειρήνης Φραγκάκη |
Στη πορεία της κουβέντας μού μιλάει για την αγάπη της για το νησί της, την Κρήτη, και τους ανθρώπους της. Για τα τραγούδια που της αρέσει να γράφει και μου ξεκαθαρίζει ότι μόνο αυθόρμητα μπορεί να γράψει και ποτέ κατά παραγγελία. Εξάλλου, μού λέει, από ένα πηγάδι που είναι άδειο, όσες φορές κι αν ρίξεις τον κουβά, τι θα βγάλεις; Χώμα και λάσπη. Υπάρχει περίπτωση να βγάλεις νερό; Έχει ανάγκη την έμπνευση που θα γίνει η κινητήριος δύναμη και ώθηση προς τη δημιουργία. Μιλάμε για τους συγγραφείς και μου λέει ότι οι περισσότεροι είναι ευαίσθητοι ή ευαισθητοποιούνται εύκολα... πως αλλιώς, θα βγάλεις τη ψυχή σου στο χαρτί;
Πέταξε τη συμβουλή που της έδωσαν να αποστασιοποιηθεί από τον αναγνώστη της, να το "παίξει" και λίγο υπεράνω με το άλλοθι ότι αυτό "θέλουν" (οι βιβλιόφιλοι;!) και πιστεύει ότι με τη συγγραφή δε θα σώσεις τον κόσμο αλλά, σίγουρα, μπορείς να σώσεις καμιά ψυχούλα εκεί έξω.
Την λογοτεχνία, την τέχνη του λόγου, θα σου δείξει ο χρόνος αν την έχεις και εξαρτάται από τις εμπειρίες σου. Το επόμενο είναι πάντα καλύτερο από το προηγούμενο.