Το σκηνικό; Το βιβλιοπωλείο. Ο τόπος; Στη Θεσσαλονίκη τού τώρα. Οι ήρωες; Η Θεολογία που διανυκτερεύει στο (μαζί με το) Φεγγάρι, ο Λεωνίδας που ακολουθεί πιστά την Ασκητική και μια γυναίκα από έναν παράλληλο κόσμο που κρίνει, συμπαραστέκεται, ταυτίζεται ή διαφωνεί, επαναπροσδιορίζει και πορεύεται στη δική της ζωή με συντροφιά την ιστορία τους. Ο χρόνος; Μία νύχτα... και μια πανσέληνος μάρτυρας σε όσα κρύβει η πυκνή ομίχλη.
Άνθρωποι μόνοι θα έρθουν για να βρουν κάτι που θα τους βοηθήσει να περάσουν τη νύχτα. Θα ξεδιπλώσουν τις ιστορίες τους στο Φεγγάρι και, τόσο ένας Τσέστερφιλντ όσο κι ένα εξωτικό αγγελάκι, θα ξενυχτίσουν μαζί τους. Η Θεολογία θα ακούει και θα συμπάσχει ή θα προβληματίζεται, θα βοηθάει και θα βοηθιέται.
Όλα τα μυθιστορήματα γεννούν κόσμους και ανθρώπους ή άλλα πλάσματα και δημιουργούν σενάρια στη φαντασία, γεννούν εικόνες και ταξιδεύουν το μυαλό. Τις περισσότερες φορές ανασυνθέτω την ιστορία που μου διηγούνται και την τοποθετώ σε ένα άλλο καλούπι, καθαρά δικό μου, για να την ανασύρω αργότερα από τη μνήμη. Αυτό το "καλούπι" μοιάζει με ταινία. Μια ταινία με τα χρώματα της φαντασίας μου που χορεύει κι αυτή αχαλίνωτη παράλληλα με τη φαντασία του συγγραφέα και δημιουργεί κόσμους και πρόσωπα. Αυτό το μυθιστόρημα, όμως, δε το φαντάστηκα "ταινία". Αυτό το βιβλίο είναι θεατρικό έργο! Παίζεται πάνω σε μια σκηνή θεάτρου με σκηνικό του το βιβλιοπωλείο και την ομίχλη να έχει τυλίξει το κτήριο. Κάθε φορά που κάποιος επισκέπτης ανοίγει την πόρτα, εισβάλλει και μια μικρή ποσότητα από δαύτην. Και δίπλα σε αυτό το σύμπαν, ένα δωμάτιο, να φιλοξενεί μια γυναίκα που λατρεύει το διάβασμα και κάπου-κάπου φωτίζεται, για να μας αποκαλυφθούν οι σκέψεις της.
Η Μαίρη Κόντζογλου έχει βάλει έναν κόσμο μέσα σε έναν άλλο κόσμο, αλλά κι αυτός ο τελευταίος, επίσης, βρίσκεται μέσα σε έναν άλλο κόσμο. Ένα βιβλιοπωλείο και οι νυχτερινοί επισκέπτες του με όλες τις ιστορίες που μεταφέρουν ή με τις άλλες που συμβαίνουν στους ανθρώπους του αποτελεί τον πρώτο κόσμο. Το διανυκτερεύον βιβλιοπωλείο, μια άφεγγη νύχτα με πανσέληνο -και ομίχλη-, δέχεται μοναχικούς ανθρώπους της πόλης του. Έξω από αυτό το σύμπαν παρακολουθεί πιστά τα γεγονότα μια γυναίκα που, ίσως να ανήκει σαν οντότητα στον ίδιο χρόνο, αλλά σε άλλη διάσταση. Και πέρα, παραέξω και από αυτή τη διάσταση στεκόμαστε εμείς, οι αναγνώστες του βιβλίου. Όλοι οι κόσμοι περιλαμβάνουν ανθρώπους με σκέψεις, προβληματισμούς, έγνοιες, προβλήματα και ζωντανή φαντασία, τύπους που ψάχνουν μέσα τους και γύρω τους. Μέσα τους αναζητούν αισθήματα, ανασύρουν μνήμες και έξω τους αναζητούν καθρέφτες, συμπαραστάτες, βοήθεια ή λύτρωση.
Το μυθιστόρημα θα τελειώσει δύο φορές. Ίσως επειδή η συγγραφέας του δε μπόρεσε να αντέξει στο ένα τέλος. Ίσως επειδή όλα τα πράγματα στη ζωή έχουν δύο όψεις όπως και η σελήνη -κι ας μην ακουμπάει σε τούτο το έδαφος.
Είναι ένα βιβλίο για -χίλια;- βιβλία που γράφτηκαν προτού ξεκινήσει η ομιχλώδης νύχτα στο Φεγγάρι. Για άλλα ταξίδια που έκαναν άνθρωποι των λέξεων με την πένα τους (λογοτεχνικά, ποιητικά, μουσικά...) και που τώρα συνδέονται με το Φεγγάρι και τις ιστορίες του.
Είναι ένα βιβλίο για τις -χίλιες;- ζωές εκείνων που κάτι προσδοκούν, κάπου ονειρεύονται, κάποτε πονάνε και άλλοτε παλεύουνε. Και είναι λες και οι χάρτινοι ήρωες των άλλων βιβλίων, εκείνων που πουλιούνται στο βιβλιοπωλείο, ξεπήδησαν από τις σελίδες τους, περίεργοι, να γνωρίσουν την Θεολογία (και το Φεγγάρι). Ή μήπως, για να της δείξουν την άλλη όψη; Εκείνη που δε φαίνεται και τόσο εύκολα, γιατί βρίσκεται στην σκοτεινή πλευρά της σελήνης.
Η αφήγηση μπερδεύεται γλυκά με τις νότες ενός Θάνου (Μικρούτσικου) ή ενός Μίκη (Θεοδωράκη), με τους στίχους του Γιάννη (Ρίτσου), με την ποίηση του Νίκου (Καββαδία), του Οδυσσέα (Ελύτη), της Βενετίας (Μακρυνώρη), του Στρατή (Μυριβήλη), του Ναζίμ (Χικμέτ), με τη φαντασία -τις ιστορίες- μιας Ραφαέλ (Μπιγιεντού), μιας Σαρλότ ή μιας Έμιλι (Μπροντέ), κάποιου Λουίς (Μπόρχες), κάποιου Όσκαρ (Ουάιλντ) κι ενός Ερρίκου (Ίψεν), του Αλέξανδρου (Δουμά) ή του Μίλαν (Κούντερα), κι από την "κρυστάλλωση" του Σταντάλ πετάγεται στον Εθνικό Ύμνο του Δ. Σολωμού πριν καταλήξει σε ένα "ζωή ακόμα" του Νόελ Κάουαρντ... και πολλών πολλών άλλων και όλα αυτά τα έργα μαζί σιγοντάρουν στην εξέλιξη της ιστορίας. Αλλά, έτσι δε γίνεται πάντα;
Για την Μαίρη:
Η συγγραφή είναι εσωτερική ανάγκη;
Μ.Κ.: Η συγγραφή μού προέκυψε απλά και αβίαστα, αγαπώ και αγαπούσα τη λογοτεχνία αλλά σαν αναγνώστρια, μέχρι τη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω, δεν είχα ποτέ σκεφθεί να το κάνω.
Υποθέτω πως υπήρχε κάτι μέσα μου, κάτι που δεν είχε μορφή και δε με πίεζε και που όταν προέκυψε, ήταν καταιγιστικό. Ναι, από τη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω είναι μια εσωτερική ανάγκη, μια ιστορία – που καθόλου δε ξέρω πως είναι – χτυπάει επιτακτικά την πόρτα του μυαλού μου και ζητάει να γραφεί. Και όσο τη γράφω, τόσο αποκαλύπτεται. Ακόμη και σε μένα.
Υπάρχει κάποιο θέμα ή ιδέα που θα θέλατε να αναφερθείτε σε κάποιο από τα βιβλία σας αλλά δεν έχετε πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα;
Μ.Κ.: Ναι, υπάρχουν διάφορα θέματα-εμμονές, με τα οποία θέλω να ασχοληθώ συγγραφικά. Πιστεύω και ελπίζω πως θα τα καταφέρω. Και υποθέτω πως συνέχεια θα προκύπτουν νέα και αυτό είναι πολύ ευχάριστο και με εξιτάρει.
Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο [από το σύνολο των βιβλίων που γνωρίζετε] και γιατί;
Μ.Κ.: Είναι πολλά τα αγαπημένα μου βιβλία και το καθένα είναι για διαφορετικό λόγο. Άλλο βιβλίο αγαπώ γιατί θαυμάζω την τεχνική γραφής του συγγραφέα, άλλο γιατί έχω λατρέψει το θέμα του, άλλο γιατί μου άνοιξε κάποιους ορίζοντες στη ζωή μου με τη φιλοσοφική του τοποθέτηση, άλλο γιατί με συγκίνησε βαθιά, άλλο γιατί όταν το διάβασα βίωνα κάτι αξέχαστο.
Ας πούμε η «Ασκητική» με έχει συγκινήσει και προβληματίσει πάρα πολύ για την ύπαρξή μου. Το «Ένα παιδί μετράει τα άστρα» με έβαλε στο ατέλειωτο ταξίδι του λυρισμού. Το «Ακυβέρνητες πολιτείες» μού άνοιξε πολιτικούς ορίζοντες, «Ο Γέρο-γκρίνγκο» με έκανε να αγαπήσω τα μεταφυσικά στοιχεία της λογοτεχνίας. Και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό...
Τι είναι έμπνευση για σας; Από που αντλείτε τα θέματά σας;
Μ.Κ.: Η έμπνευση για μένα είναι η αρχική ιδέα. Είναι ένα άρωμα στην ατμόσφαιρα που πρέπει να έχεις την ευαισθησία και την απολύτως κατάλληλη στιγμή να την οσμιστείς και να την κάνεις θέμα σου. Αντλώ τα θέματά μου από παντού, από τους ανθρώπους κυρίως.
Δυο φορές μέχρι τώρα, μια στους ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΥΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ και μια στο βιβλίο που ξεκίνησα να γράφω μετά το ΧΙΛΙΕΣ ΖΩΕΣ ΑΠΟΨΕ, έμπνευση υπήρξε ο ίδιος ο τίτλος. Έχω έναν τίτλο στο μυαλό μου και πάνω του χτίζω ένα βιβλίο. Στους ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΥΣ συγκεκριμένα, έχτισα μια τριλογία...
Πώς γεννιούνται οι ήρωές σας;
Μ.Κ.: Οι κεντρικοί ήρωες των βιβλίων μου γεννιούνται κατόπιν... συγγραφικού προγραμματισμού. Αλλά αυτοί είναι ένας, δύο, άντε τρεις το πολύ. Όλοι οι υπόλοιποι προκύπτουν όσο το βιβλίο είναι σε εξέλιξη, γεννιούνται θαρρείς από το πλευρό του κεντρικού ήρωα – όπως η Εύα από το πλευρό του Αδάμ, κατά τη χριστιανική πίστη.
Όταν έρχεστε σε επαφή με το κοινό σας... ποιες είναι οι αγωνίες σας, ποια η μεγαλύτερη ικανοποίηση που παίρνετε, τι συζητάτε μαζί με τους αναγνώστες σας;
Μ.Κ.: Εννοείται πως θέλω να αρέσει το βιβλίο μου στους αναγνώστες, για αυτό εξάλλου το εκδίδω. Όμως δεν αγωνιώ ιδιαίτερα, από τη στιγμή που η ιστορία έχει φύγει από τα χέρια μου και έχει γίνει πια βιβλίο, η αλήθεια είναι πως αποστασιοποιούμαι από αυτό, το ξέρω πως είναι παράξενο, αλλά λειτουργώ κάπως σαν τα ζώα, μόλις το θηλυκό θεωρήσει πως το μικρό της μπορεί πια μόνο του να επιβιώσει το εγκαταλείπει. Εξάλλου, μέχρι σήμερα, όταν εκδίδεται ένα βιβλίο μου, έχω ήδη ξεκινήσει να γράφω το επόμενο και είμαι πάλι χωμένη μέσα σε κάτι καινούργιο, πάλι συνεπαρμένη από μια άλλη περιπέτεια ψυχής.
Η μεγαλύτερή μου ικανοποίηση είναι η αγάπη που δείχνουν οι αναγνώστες στο έργο μου, συνήθως είναι συγκινητική αυτή η αγάπη, άλλες φορές με φέρνει και αντιμέτωπη προ των ευθυνών μου, πολλοί επηρεάζονται από αυτά που γράφεις και πρέπει να είσαι πολύ προσεκτική, τελικά.
Συζητάμε την εξέλιξη της ιστορίας, πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι, γιατί έγινε το ένα, γιατί το άλλο, με ρωτάνε ποιον ήρωα αγαπάω πιο πολύ, μου επισημαίνουν τμήματα του βιβλίου που αγάπησαν πιο πολύ εκείνοι, καμιά φορά μου λένε και τα προβλήματά τους. Έτσι είναι, όταν ο αναγνώστης ταυτίζεται σε πολλά σημεία με ένα βιβλίο, θεωρεί τον συγγραφέα κάπως σαν εξομολόγο του.
Αυτό μου αρέσει, έτσι κι αλλιώς, αγαπώ πολύ τους ανθρώπους και είμαι συλλέκτρια ιστοριών.
Για το βιβλίο
Στο "Χίλιες ζωές απόψε" γνωρίζουμε ανθρώπους που θέλησαν το όνειρό τους ζωντανό. Κάποιοι το επιδίωξαν και το κράτησαν με κάθε κόστος. Τελικά, τι είναι πιο σημαντικό; Μια άνετη ζωή αλλά μακριά από τα "θέλω" μας ή μια δύσκολη ζωή αλλά μαζί με τα "θέλω" μας;
Μ.Κ.: Θεωρητικά θα απαντήσω πως πιο σημαντικό είναι να ζήσουμε με τα ‘θέλω’ μας. Όμως στην πράξη αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, καμιά φορά είναι και αδύνατον, η ανθρώπινη φύση είναι ατελής, εύκολα μπορείς να παρεκκλίνεις. Γι’αυτό δεν κρίνω, ούτε κατακρίνω τους ανθρώπους που δεν το έκαναν. Αλλά θα προσθέσω πως πάντα, αν το ψάξουμε λίγο, ίσως μπορούμε να βρούμε τη ‘χρυσή τομή’
Η νύχτα, το φεγγάρι (πανσέληνος) και η ομίχλη... μια ατμόσφαιρα σκοτεινή και μυστηριακή που μας προετοιμάζει για μυστικά και αποκαλύψεις;
Μ.Κ.: Ναι, πιστεύω πως είναι το κατάλληλο ‘σκηνικό’ για αποκαλύψεις. Η ομίχλη στο βιβλίο λειτουργεί σαν ένα παραπέτασμα. Ο έξω κόσμος, ο πίσω από την ομίχλη, και ο μέσα ο κόσμος, ο κόσμος του βιβλιοπωλείου, ο μπροστά από την ομίχλη. Όσοι περνάνε το σύννεφο για να μπούνε στο βιβλιοπωλείο, μεταφορικά, μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων. Της ζωής, της αλήθειας, της λογοτεχνίας.
Όσον αφορά τις επιδράσεις της πανσελήνου πάνω στη γη, έχει μιλήσει η επιστήμη πριν από εμένα, φυσικά.
Δανείζομαι την ιδέα της ακροστιχίδας από το βιβλίο. Συμπληρώστε όπως θέλετε:
Κατηγορώ... όσους αποφεύγουν την αλήθεια.
Αντέχω... ενώ δεν παύω να αγωνίζομαι και να ελπίζω.
Λατρεύω... τη λογοτεχνία.
Λησμονώ... να πάω μπροστά.
Ιδανικεύω... τον άνθρωπο και την αγάπη.
Ονειρεύομαι... την ειρήνη σε όλα τα επίπεδα.
Παλεύω... από το δικό μου μετερίζι, το συγγραφικό, να γίνει ο κόσμος καλύτερος.
Ηρεμώ... με τα ηλιοβασιλέματα της Θεσσαλονίκης, της πόλης μου.
Θα θέλατε να πείτε κάτι προς τους βιβλιολάτρεις που θα θελήσουν να ταξιδέψουν με το βιβλίο σας;
Μ.Κ.: Θέλω να τους ευχηθώ να αισθανθούν όσα μεγαλειώδη (κατ’εμένα) ένιωθα, όσο το έγραφα.