Η θεατρική παράσταση του Ντίνου Σπυρόπουλου, σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Κυριακίδη, με την ολότελα διάσημη Γκόλφω, γνωστή φυσιογνωμία αμέτρητων παραστάσεων.
Λίγα λόγια από το παρελθόν:
Η Γκόλφω αφορά ένα δραματικό λαβ-στόρυ του Σπύρου Περεσιάδη. Γράφτηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1893. Σύντομα έφτασε σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας, ταξίδεψε σε κάθε νομό, πόλη και χωριό, αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού, όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο (Σμύρνη, Παρίσι, Οδησσό). Το έργο γνωρίζει μεγάλη απήχηση όπου παίζεται, ενώ κάποια χρόνια αργότερα μεταφέρεται και στον κινηματογράφο. Η "Γκόλφω" φέρεται να είναι η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους -βουβή- του ελληνικού κινηματογράφου.
Οι περιοδεύοντες θίασοι της εποχής θεωρούσαν το έργο μπαλαντέρ. Ήξεραν πολύ καλά ότι η "Γκόλφω" γέμιζε τα καθίσματα όποτε και όπου παιζόταν.
Σήμερα, στο θέατρο Βεάκη, παρουσιάζεται μια σύγχρονη εκδοχή της με πολλά κωμικά στοιχεία και διάθεση παρωδίας. Η δομή της ιστορίας παραμένει όπως την γνωρίζουμε. Το γέλιο δε λείπει, ούτε οι "επίκαιρες" προσθήκες που φέρνουν το έργο στο σήμερα. Ο χορός, αποτελούμενος βάση προγράμματος από τέσσερις κυρίες -εγώ είδα μόνο τρεις-, είναι μεγάλο υπέρ για την παράσταση. Οι επαγγελματικές φωνές των Χρυσάνθη Θάνου, Ιωάννα Παυλίδου και Ζωή Σολδάτου συγχρονίζονται άψογα και χρωματίζουν πολύ όμορφα όλες τις σκηνές.* Τραγουδούν ζωντανά τα δικά τους κομμάτια, με τέλεια ταύτιση, ενώ κάποια άλλα τραγούδια που ακούγονται στην παράσταση είναι -όπως συνηθίζεται- ηχογραφημένα και "ερμηνεύονται" playback από τους ηθοποιούς.
Ο Πάνος Σταθακόπουλος υποδύεται την Γκόλφω με περισσή άνεση ερμηνευτικά. Ο Χρήστος Γιάνναρης -Τάσος- προσφέρει θετικά στην παράσταση, ενώ ο Γιάννης Κοτσαρίνης τα βγάζει πέρα επάξια στο διπλό ρόλο του καθώς έχει αναλάβει να δώσει σάρκα και οστά τόσο στην Αστέρω, όσο και στην Σταυρούλα του έργου. Σε διπλό ταμπλό παίζει και ο Γιάννης Μπουραζάνας, καθώς του "έπεσαν" τόσο ο ρόλος του Θανασούλα, όσο και του καλόγερου. Κίτσος ο Απόλλων Μπόλλας που δε θα μπορούσε να γίνει περισσότερο αστείος και ο Βασίλης Γιαννέλος που τα δίνει όλα και στους τέσσερις ρόλους που κρατά, ως Φον Σνίτσελ, ως Ζήσης, ως Χάρος και ως Βλάσσης. Ο τελευταίος είναι και ο πιο διασκεδαστικός ηθοποιός της παράστασης.
Η ώρα κύλισε ευχάριστα χωρίς να τρελαθώ κιόλας! Πάντως διασκέδασα και χαμογέλασα αρκετές φορές. Αν είχαν ανάψει και τη θέρμανση στην πλατεία θα ήταν ακόμη καλύτερα, διότι φορώντας το πανωφόρι δε μπορούσαμε ούτε να χειροκροτήσουμε καλά καλά. Να σημειώσω ότι, όλοι οι θεατές φορούσαν τα παλτά τους. Άρα, μια ψυχρούλα την είχε ο χώρος, αντικειμενικά. Βέβαια, στην Ελλάδα της κρίσης, την εποχή που οι θεατές όλο και λιγοστεύουν, όλο και γίνονται πιο επιλεκτικοί και δύσκολοι στις παραστάσεις που θα δουν μέσα στη σεζόν, είναι δύσκολο για πάρα πολλά θέατρα να βγάλουν τα έξοδά τους [κάτι που σε προηγούμενα χρόνια ήταν το αυτονόητο]. Έτσι, αναγκάζονται σε περικοπές, όπως κάνουμε κι εμείς στα σπίτια μας όσο και όπου μπορούν. Κατανοητή η στάση και η επιλογή τους και, προσωπικά, προτιμώ να γίνονται παραστάσεις έστω και χωρίς θέρμανση και να τις βλέπω με το μπουφάν και τα γάντια παρά να σταματήσουν τα θέατρά μας, όμως πρέπει να δεχτούμε ότι χάνεται η αισθητική και η άνεση.
* Η τέταρτη της παρέας, η κυρία Ευαγγελία Σχοινά, δεν εμφανίστηκε ποτέ την ημέρα που είδα την παράσταση για άγνωστο λόγο. Φαντάζομαι θα είναι κι εκείνη, όπως και οι άλλες κυρίες, επίσης καλή. [;]