Στην παρούσα συλλογή αναφέρεται πολύ στον ποιητή και στην ποίηση· σε κάθε ευκαιρία απευθύνεται προς αυτόν ή τονίζεται η συγγραφική φόρμα. Τρανή παρουσία έχει και η θάλασσα –συνεπαγωγικά το γαλάζιο– για το οποίο έχω σχολιάσει ξανά στο παρελθόν με αφορμή άλλα έργα του.
Αν έπρεπε να περιγράψω το βιβλίο με ελάχιστες λέξεις, τότε οι έννοιες που κατακλύζουν τα κείμενα είναι: θάλασσα, ποίηση, έρως και χρόνος ενώ αν έπρεπε να περιγράψω τον ποιητή, πάλι εν συντομία με λίγες λέξεις, τότε θα έλεγα ότι είναι: λάγνος, ερωτικός, συναισθηματικός και ρομαντικός. Αυτές οι αποχρώσεις εξουσιάζουν τις σελίδες της συλλογής η οποία πραγματεύεται ζητήματα σχετικά με τα αισθήματα και τις σχέσεις αλλά εξετάζει και θέματα ανατροπών, μιλάει περί ποιητικής και δημιουργών της ή φιλαναγνωστών της και πάντα υπό το πρίσμα του χρόνου που άλλες φορές οριοθετεί κάτι στιγμιαίο ή προσωρινό κι άλλες το αιώνιο, το παντοτινό.
Το στιλ του κυρίου Μακράτου, επειδή αγαπά να εκφράζεται σε πρώτο πληθυντικό, δομεί μια οικειότητα με τον αναγνώστη, ακόμα κι όταν το επίκεντρό του είναι ξένο προς αυτόν.
Παρακάτω, μπορείτε να δείτε τι λέει ο ίδιος για το βιβλίο του αλλά και γενικότερα για τη συγγραφική του πορεία και θέση.
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Τάσος Μακράτος: Τι με ώθησε... μα τα μεγάλα αισθήματα που πλημμυρίζουν κάθε φορά την ψυχή και σε υποχρεώνουν να μεταποιήσεις τις ορμές του θυμικού σε λόγο ποιητικό. Το έργο μου «Ο χρόνος στα άκρα» είναι ένα τέτοιο επακολούθημα της «ηγεμόνισσας της γλώσσας μου» («Θα κατανοηθούμε ίσως», σ. 33). Βέβαια, αυτές είναι οι συνειδητές αιτίες. Από κάτω ελλοχεύουν πάντα και παρεμβαίνουν δραστικά οι ασυνείδητες παραμονεύουσες ροπές, αυτές οι άγνωστες τάσεις που μόνο να υποψιαστούμε είναι δυνατόν.
Πώς βιώνετε την εμπειρία της ανάγνωσης των έργων σας μετά από ένα χρονικό διάστημα, όταν αυτά έχουν τυπωθεί σε ένα βιβλίο και έχει περάσει καιρός από τη δημιουργία τους; Εξακολουθείτε να συμφωνείτε και να έχετε τον ίδιο ενθουσιασμό;
Τ.Μ.: Όταν περνάει ο καιρός και ξαναδιαβάζω παλαιότερα έργα μου, εκπλήσσομαι – το παθαίνουν πολλές και πολλοί συγγραφείς, ποιητές και πεζογράφοι. «Εγώ τα έγραψα αυτά;» αναρωτιέμαι, με την έννοια πως τα βρίσκω πολύ καλύτερα απ' ό,τι νόμιζα πως ήταν όταν πρωτοεκδόθηκαν.
Έχετε διαφωνήσει ποτέ με τον δημιουργικό εαυτό σας;
Τ.Μ.: Ο δημιουργικός εαυτός μου είναι η ίδια η σύνολη ύπαρξή μου, άρα περιθώριο διαφωνίας δεν υπάρχει. Αλλά σίγουρα εντός του δημιουργικού μου κέντρου αντιμάχονται πλείστες συνιστώσες – πολλές φορές συγκρουόμενες, ώσπου να συγκροτηθούν σε μία λογοτεχνική συνισταμένη, σε ένα ποιητικό σώμα αρμονικό και άρτιο.
Υπάρχει κάποιο έργο που να το ξεχωρίζετε και γιατί;
Τ.Μ.: Θα πω το στερεότυπο, ότι όλα τα έργα ενός δημιουργού είναι πνευματικά παιδιά του και τα αγαπάει πολύ. Το ίδιο και εγώ.
Μπορώ, όμως, να ξεχωρίσω κάτι το ιδιαίτερο, αξιοσημείωτο, σε καθένα από τα έργα μου. Φερειπείν στο ποιητικό «Της Ιστορίας κατορθωμένοι» (2013), η αγωνιστική πορεία του ανθρώπου για έναν καλύτερο βίο και έναν δικαιότερο κόσμο συμπλέκεται με την υπαρξιακή του οντότητα. Η κατάκτηση της ελευθερίας οδηγεί σε αγώνες συνεκτικούς και συνεπείς έως θυσιασμού, και όλα αυτά ωθούν προς μία ζωή και μία πορεία προς το αθανατίζειν, και μία στροφή από το αδύναμο εγώ προς το ρωμαλέο συλλογικό.
Στην ποιητική σύνθεση «Νόστος Ελληνικός» (2015) απεικονίζεται η οδύσσεια της ανθρώπινης ύπαρξης, όταν εγκαταλείπει ο άνθρωπος την μητέρα-πατρίδα και ζει επί σαράντα χρόνια στην ξενιτειά. Στην επιστροφή του γεννιέται έντονα το ερώτημα για τη δικαίωση του μέχρι τότε βίου του και την νοηματοδότησή του. Απάντηση αναλαμβάνει να δώσει ο Εστερημένος ο Μέγας και οι συν αυτώ, με κατάληξη την ήρεμη αποδοχή του μοιραίου της φθοράς του ανθρώπου και του αναπόδραστου τέλους.
Για το μυθιστόρημα «Φυλάξου Καποδίστρια» (2020) το θέμα της βίας, και δη κατά των γυναικών, τίθεται στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Αλλά εξετάζεται –απεικονισμένη φυσικά με μυθιστορηματικό τρόπο, αλλά ταυτόχρονα με ιστορική ακρίβεια– και η πολιτική βία με εμβληματικό παράδειγμα τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Ερχόμαστε, έτσι, σε επαφή με τα μεγάλα ανθρώπινα συναισθήματα και με κορυφαία ερωτήματα της εποχής μας.
Στο πρόσφατο ποιητικό έργο μου «Ο χρόνος στα άκρα» (2022) το καθημερινό και το αιώνιο συμπλέκονται με τα αγαπητικά μας συναισθήματα και τα συνακόλουθα σώματα, σε ένα κλίμα αλληλοπεριχώρησης και ποιητικής ανάτασης. Τα άκρα του χρόνου γράφουν «τις λέξεις που αξίζουν του καιρού» μας («Οι προσδοκίες μας εύκρατες», σ. 39).
Και για τα υπόλοιπα έργα μου, λίγα δεν θα έλεγα...
Υπάρχουν στιγμές που σας πυροδοτούν βάζοντάς σας σε δημιουργική κίνηση;
Τ.Μ.: Τα αισθήματα και τα συναισθήματα του ανθρώπου βρίσκονται σε διαρκή κίνηση. Πολλά θα μπορούσαν να τα διεγείρουν ιδιαίτερα και να θέσουν σε κίνηση την καλλιτεχνική δημιουργία του ποιητή ή του πεζογράφου. Ένα γεγονός, μία απώλεια ή ένα ψυχικό τραύμα, μία ομορφιά, μία μουσική, ένας έρωτας. Μόλις κάποιο από αυτά έλθει σε επαφή με τα ασυνείδητα παραμονεύοντα, αρχίζει η γέννηση του κειμένου.
Κι αντίστοιχα, υπάρχουν στιγμές για τις οποίες δεν θα γράφατε ποτέ τίποτα;
Τ.Μ.: Το γράψιμο είναι για μένα η ζωή μου, η αναπνοή μου. Δεν θα μπορούσα να ζω μην αναπνέοντας, χωρίς την ανάσα μου, τη συγγραφή μου.
Αν θα έπρεπε να περιγράψετε το εν λόγω πόνημα με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τ.Μ.: Με μια λέξη τον «Χρόνο στα άκρα»... Δύσκολο. Ίσως θα πρόφερα, με ισχυρή δόση σχετικότητας και επιφύλαξης, το σημαίνον «Υπέρβαση» με τα τόσα σημαινόμενα.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Τ.Μ.: Αν γινόταν η μεταποίηση του «Χρόνου στα άκρα» σε κάποιον χώρο, αυτός θα ήταν ένας «locus amoenus», ένας «τόπος τερπνός», όροι των αρχαίων Ελλήνων, των Ρωμαίων, των Βυζαντινών και των δυτικών μεσαιωνικών συγγραφέων, που ήθελαν να περιγράψουν έναν πανέμορφο, ουτοπικό ίσως, τόπο. Κήποι μεγάλοι και εκπληκτικής ωραιότητας, δέντρα και λουλούδια κάθε λογής, πουλιά να τραγουδούν ατέλειωτα, ρυάκια με ελαφρό μουσικό παφλασμό και πηγές και φοντάνες, νεαρά ζευγάρια να περιδιαβάζουν, να χορεύουν, να τραγουδούν και να φλερτάρουν, ένα χάρμα αισθητικής και αισθηματικότητας. Μία ουτοπία, ένας γήινος παράδεισος που κάθε ανθρώπινη ψυχή θα επιθυμούσε να βιώσει. Αυτός ο χώρος είναι ανάλογος με αυτόν που περιγράφει και ο μεσαιωνικός Γάλλος ποιητής του 1230, ο Γκιγιόμ ντε Λορίς (Guillaume de Lorris) στο έμμετρο μυθιστόρημά του «Το μυθιστόρημα του ρόδου» (Roman de la Rose). Το έργο αυτό των 4000 στίχων είναι ένας ύμνος προς τη γυναίκα. Μαζί με την «Θεία Κωμωδία» του Δάντη και τους «Μύθους του Καντέρμπερι» του Τσόσερ, αποτελούν τα τρία πιο σπουδαία και εμβληματικά ποιητικά έργα του Μεσαίωνα. Παρ' όλ' αυτά, επί 800 χρόνια δεν είχε μεταφρασθεί στην ελληνική γλώσσα. Μελέτησα το έργο και το μετέφρασα ποιητικά απευθείας από το γαλλικό μεσαιωνικό κείμενο και θα εκδοθεί στις αρχές του 2025 από τις εκδόσεις Κέδρος.
Εκεί λοιπόν θα ήταν το ταξίδι μου, το ομόλογο με τον «Χρόνο στα άκρα», στην Ουτοπία. Και για πόσο; Μα για πάντα!
Ποια είναι η γνώμη σας για τη σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή στη χώρα μας σε σχέση με την λογοτεχνία; Έχετε αγαπημένους Έλληνες συγγραφείς;
Τ.Μ.: Η βιβλιοπαραγωγή στην Ελλάδα καλά κρατεί, και αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό. Από την πληθώρα των ποιητών και των πεζογράφων ξεχωρίζουν οι ικανότεροι και υπάρχουν και οι ελάσσονες. Όλοι όμως συνεισφέρουν ένα λιθαράκι μικρότερο ή πιο αξιόλογο στην ανάπτυξη της ελληνικής λογοτεχνίας.
Αγαπώ τους κλασικούς συγγραφείς, Έλληνες και ξένους.