Γεωργία Παπαζήση: Από την αρχή της περιπέτειας με την υγεία μου, κατέγραφα τα πάντα μέσα στο μπλογκ που είχα και στα κοινωνικά δίκτυα. Ήταν ένας τρόπος να εκφράζομαι, αλλά σύντομα συνειδητοποίησα ότι οι δημοσιεύσεις μου είχαν θετική επίδραση και σε άλλους. Το όνειρό μου ήταν να γράψω ένα βιβλίο με σκοπό να δώσω έμπνευση σε όσους αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις. Αυτή η σκέψη ήταν η κινητήριος δύναμή, αυτό το όνειρο με ώθησε.
Πώς βιώνετε την εμπειρία της ανάγνωσης των έργων σας μετά από ένα χρονικό διάστημα, όταν αυτά έχουν τυπωθεί σε ένα βιβλίο και έχει περάσει καιρός από τη δημιουργία τους; Εξακολουθείτε να συμφωνείτε και να έχετε τον ίδιο ενθουσιασμό;
Γ.Π.: Το «Γιατί όχι εγώ;» είναι το πρώτο και, για την ώρα, μοναδικό μου έργο. Όταν το ξαναδιαβάζω, νιώθω περηφάνια, συγκίνηση και κάποιες φορές έκπληξη για τα συναισθήματα και τις σκέψεις που είχα τότε. Ενθουσιασμός υπάρχει, καθώς είναι η αλήθεια μου, αλλά συχνά αναρωτιέμαι αν θα έγραφα τα ίδια πράγματα σήμερα, κι ας μην έχει περάσει πολύς καιρός. Αλλάζω και εξελίσσομαι συνεχώς, οπότε είναι λογικό να συμβαίνει αυτό.
Έχετε διαφωνήσει ποτέ με τον δημιουργικό εαυτό σας;
Γ.Π.: Ναι, υπήρξαν στιγμές που αναρωτήθηκα αν είμαι έτοιμη να μοιραστώ κάτι τόσο προσωπικό ή αν ο τρόπος που το έγραφα ήταν ο κατάλληλος, ο σωστός! Ευτυχώς, πάντα έβρισκα τον δρόμο μου, και κάθε λέξη έβρισκε τη θέση της. Φυσικά, η πολύτιμη βοήθεια και ενθάρρυνση από την έμπειρη επιμελήτρια του βιβλίου μου, την κυρία Ρέα Ζαχαριά, έκαναν τη διαδικασία πιο εύκολη και εμένα πιο σίγουρη και δημιουργική.
Υπάρχουν στιγμές που σας πυροδοτούν βάζοντάς σας σε δημιουργική κίνηση;
Γ.Π.: Υπάρχουν πολλές στιγμές που με πυροδοτούν δημιουργικά, όπως όταν μαθαίνω κάτι καινούργιο και ενθουσιάζομαι με τις δυνατότητες που ανοίγονται μπροστά μου. Επίσης, όταν νιώθω χαρούμενη και γεμάτη θετική ενέργεια, οι ιδέες ρέουν αβίαστα και η έμπνευση έρχεται σχεδόν μαγικά. Είναι αυτές οι στιγμές που αισθάνομαι πως όλα είναι πιθανά και μπορώ να δημιουργήσω κάτι ξεχωριστό.
Κι αντίστοιχα, υπάρχουν στιγμές για τις οποίες δεν θα γράφατε ποτέ τίποτα;
Γ.Π.: Δεν ξέρω με σιγουριά αν υπάρχουν στιγμές για τις οποίες δεν θα έγραφα ποτέ τίποτα, αλλά είμαι βέβαιη ότι δεν θα επέλεγα να γράψω κάτι σκοτεινό ή στενάχωρο, γιατί δεν θέλω να δίνω χρόνο και ενέργεια σε τέτοια θέματα. Επίσης, ποτέ δεν θα έγραφα κάτι προσβλητικό για κάποιο υπαρκτό πρόσωπο, καθώς θεωρώ πως η γραφή πρέπει να εκφράζει σεβασμό και αλήθεια.
Αν θα έπρεπε να περιγράψετε το εν λόγω πόνημα με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Γ.Π.: Επιμονή.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Γ.Π.: Τι φανταστική ερώτηση! Αν το βιβλίο μου ήταν ένα κανονικό ταξίδι, θα πηγαίναμε φυσικά στην Ινδία, έναν προορισμό γεμάτο αντιθέσεις, χρώματα και βαθιά νοήματα. Εξάλλου εκεί πέρασα το πιο μεγάλο μέρος από τα υπόλοιπα ταξίδια μου και ανακάλυψα πολλά για τον εαυτό μου. Θα ήταν ένα ταξίδι αυτογνωσίας και έμπνευσης, που θα κρατούσε όσο χρειαζόταν για να βρούμε την εσωτερική μας γαλήνη, την συνολική ίαση σε σώμα, νου και πνεύμα.
Ποια είναι η γνώμη σας για τη σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή στη χώρα μας σε σχέση με τη λογοτεχνία; Έχετε αγαπημένους Έλληνες συγγραφείς;
Γ.Π.: Δυστυχώς, δεν έχω πλήρη εικόνα για τη σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή στη χώρα μας, καθώς λόγω της κατάστασής μου δεν μπορώ να κρατήσω βιβλίο στα χέρια μου. Οι επιλογές σε ελληνικά ebooks είναι αρκετά περιορισμένες, γεγονός που δεν διευκολύνει την πρόσβαση σε ανθρώπους με αναπηρίες. Παρά τις αξιόλογες προσπάθειες που γίνονται, υπάρχει σαφής ανάγκη να επενδύσουμε περισσότερο στις ηλεκτρονικές εκδόσεις, ώστε να εξασφαλιστεί ισότιμη πρόσβαση στη λογοτεχνία για όλους. Ελπίζω αυτή η εξέλιξη να έρθει σύντομα, καθώς θα φέρει τη λογοτεχνία μας πιο κοντά σε περισσότερους αναγνώστες.
Αυτά είπε η Γεωργία Παπαζήση, σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών, για –και με αφορμή– το βιβλίο της Γιατί όχι εγώ;: Μια αληθινή ιστορία θάρρους, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Συρτάρι.
Πρόκειται για σπουδαίο βιβλίο για διάφορους λόγους, ένας εκ των οποίων είναι ότι γράφτηκε εξ ολοκλήρου με τα μάτια – τους άλλους λόγους μπορείτε να τους ανιχνεύσετε εδώ παρακάτω ή να τους ανακαλύψετε μέσα στις σελίδες του μόνοι σας. Αυτό το «γράφτηκε με τα μάτια», όμως, που υπάρχει και στο βιογραφικό σημείωμα της συγγραφέως μπορεί να παρερμηνευθεί, να θεωρηθεί κάτι σαν μεταφορά ή σχήμα λόγου ή να προσπεραστεί ενταγμένο μέσα σε μια πολύβουη και γρήγορη καθημερινότητα... αν όμως κανείς μείνει περισσότερο, αποφασίσει να το ερευνήσει και, βασικά, να διαβάσει την ιστορία, θα δει πως η Γεωργία Παπαζήση διαθέτει μία υπερδύναμη: γράφει με τα μάτια! Ναι, πράγματι, εκεί που εμείς οι άλλοι έχουμε ανάγκη ποντίκια και πληκτρολόγια, εκεί που καταπονούμε τένοντες, μέσες και πλάτες, εκείνη μπορεί να γράφει ολόκληρα βιβλία... κοιτάζοντας!
Όλα ξεκίνησαν αρκετά χρόνια πριν, όταν μια άγνωστη αλλά τρομακτική νόσος χτύπησε την Τζώρτζια στερώντας της ανθρώπους, αυτονομία, αξιοπρέπεια, ευτυχία.. μακρύς ο κατάλογος αλλά εντελώς περιττός. Όλοι καταλαβαίνετε τι σου στερεί μια σοβαρή ασθένεια και πόσο σε ταλαιπωρεί. Η Τζώρτζια έψαξε απαντήσεις στα προφανή σε Αμερική, Γερμανία, Ινδία, Κίνα, Μαϊάμι... αλλά μόνο σαν κοίταξε μέσα της είδε. Είδε ότι εκείνο που της στέρησε πράγματα, την ξύπνησε, την έμαθε να ζει πραγματικά και όχι μηχανικά, ούτε υποκριτικά, ούτε στον αυτόματο, ούτε –υπογραμμίστε το διπλά αυτό– για τους άλλους και τις επιθυμίες τους. Η Τζώρτζια έχασε κάποιες λειτουργίες της αλλά βρήκε την εσωτερική της δύναμη, μια απίστευτη δύναμη που ίσως να περικλείεται στη λέξη «αυτοαγάπη», όπως αναφέρει η ίδια.
Μια ιστορία με πολλά φάρμακα, εξετάσεις, αγωγές, διατροφές, συμπληρώματα, ασκήσεις, πόνο, ψυχολογικά σοκ... και τη (σωστή) θεραπεία της να αγνοείται θριαμβευτικά –ή να κρύβεται– κι εγώ να διαβάζω και να διαβάζω και να συνεχίζω παρακάτω, μην μπορώντας να βρω ούτε έναν λόγο για να διακόψω, να δω και κάτι άλλο, να κάνω κάτι άλλο, τις εργασίες της ημέρας, τις δουλειές μου, πότε θα ανοίξω το κομπιούτερ στο γραφείο; πότε θα δω το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο; τσέκαρα τις δημοσιεύσεις της ημέρας; οπωσδήποτε έχω μηνύματα που χρειάζονται απάντηση, έχω νέες παραλαβές βιβλίων; πότε θα γράψω τις εντυπώσεις μου για τον μονόλογο που είδα στο θέατρο; πότε θα γράψω τη λίστα για τα ψώνια των εορτών; πότε θα πάω να τα πάρω; να κλείσω ραντεβού για το σέρβις του αυτοκινήτου, θα δοθεί άραγε παράταση στα τέλη κυκλοφορίας; ένας αρθρογράφος έστειλε κείμενο με λανθασμένα ονόματα, ένας άλλος «χρωστάει» μια εισαγωγή, έχω να φτιάξω δύο κολάζ, τι ώρα κλείνει το φαρμακείο; η γαλοπούλα ταιριάζει με βερίκοκα και ρόδια; α, πάρε κρεμμύδα! πλήρωσα το νερό; χτυπάει το τηλέφωνο, ήρθε το υλικό για τη συναυλία; να κλείσω ραντεβού με τον τοπογράφο, έχω ντομάτες; θα βρέξει ή να βάλω πλυντήριο;.. δεκάδες –μην πω εκατοντάδες και τρομάξετε– πραγματάκια, αναγκαία αλλά τόσο μικρά όσο μια παρανυχίδα, που απασχολούν μέγιστα το μυαλό, την ύπαρξή μου ολόκληρη σε σημείο να καταλαμβάνουν όλη την ημέρα, όλο τον χρόνο, όλη την ενέργεια... ενώ άλλα, πιο σημαντικά, θεμελιακά, ουσιώδη προσπερνιόνται με αυθόρμητη αδιαφορία και παραμένουν εκκρεμή ή άλυτα, δεύτερα. Γιατί;
Συνεχίζω να διαβάζω και όσο διαβάζω όλο και ντρέπομαι που αντί να απολαύσω την κάθε μέρα μου προβληματίζομαι για τον καιρό, τις ντομάτες, την προθεσμία... ντρέπομαι που ξέχασα να χαρώ το οτιδήποτε. Και όταν τελειώνουν όλες οι σελίδες βρίσκω τον σωστό σκοπό αυτής της ζωής, που δεν είναι αν ήρθαν οι φωτογραφίες της συναυλίας ή αν πάρουν παράταση τα τέλη κυκλοφορίας αλλά να την ξεζουμίσεις.
ΥΓ. πρώτο: Πολύ όμορφο βιβλίο, αληθινό και λειτουργεί αυτοθεραπευτικά και αυτοβελτιωτικά. Σημείωσε κάπου να στείλεις ερωτήσεις στην συγγραφέα. Μπα. Βλακεία. Η γυναίκα δεν είναι καλά, θα έχει και τα δικά σου από πάνω; Να την επιβαρύνεις κι εσύ; Ή μήπως εσένα περίμενε; Αλλά και να σε περίμενε ακόμα, πώς;
ΥΓ. δεύτερο: Η Τζώρτζια είναι εκείνη που ξέρει το νόημα της ζωής, που βρήκε και ξεκλείδωσε τη δύναμη, που μπορεί τα πάντα κι εσύ εκείνη που θα βοηθηθείς γνωρίζοντάς την. Μίλα της.