09/11/2024
Τα πρώτα κρύα του χειμώνα ανάγκασαν τα ατίθασα σώματα να κρυφτούν πίσω από ζεστά ρούχα, κοκκίνησαν οι πρώτες μύτες απ' τον δροσερό αέρα και όλοι αυτοί: οι έως πρότινος χυμένοι στις παραλίες και τα όνειρα της αλμύρας, κλείστηκαν για ακόμα μία φορά στα ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία αυτής της πόλης κυνηγώντας την καθημερινότητα. Οι μάρτυρες αυτής της ζωής, μερικές φορές, αναζητώντας μία διέξοδο, ή μία απάντηση, ή μία ερώτηση πορεύονται σχεδόν μαγεμένοι, στην ανεπανάληπτη αυτή τέχνη (που όπως γνωρίζετε τόσο λατρεύω): το θέατρο.
Για αυτό μας το κείμενο, λοιπόν, που άγαρμπα ξέφυγε από το πλάνο των δημοσιεύσεων και καθυστέρησε πάνω από μήνα, θα σας πω για μία παράσταση, από τις πολλές που είδα αυτό το διάστημα – αλλά για ποια να πρωτογράψεις, τέλος πάντων;
Θέατρο Τ, στο αγαπημένο αυτό μικρό θεατράκι στη Φλέμινγκ, που αντιστέκεται σθεναρά στην προχειρότητα και υπόσχεται πάντα ποιοτικές παραστάσεις συναντώ συμφοιτητές, γνωστούς, φίλους και άλλους ακόμα αγνώστους, με τους οποίους θα γίνουμε μάρτυρες μίας καλλιτεχνικής γέννας: το Θέατρο Τ τις μέρες που πέρασαν μεταμορφώθηκε σε Μαιευτήριο!
Μαιευτήριο του Θανάση Τριαρίδη
«Πως κάποτε ήταν ένας κόσμος που όλα τα παιδιά προγραμματίζονταν να πεθαίνουν στα δεκαέξι τους... Για την ακρίβεια, στα δεκαέξι χρόνια και τρεις μήνες... Και πως οι γονιοί τους δεν τολμούσαν να ζητήσουν ακύρωση τοκετού... Και όταν είναι να γεννήσουν θα συναντιούνται στις αίθουσες αναμονής τοκετού θα συναντιούνται και θα λένε αναμεταξύ τους ψέματα...»
Θανάσης Τριαρίδης, Μαιευτήριο ή το αίμα απλώνει προς το μέρος μας, σ.43
Στο δυστοπικό αυτό έργο, του Τριαρίδη, παρακολουθούμε τέσσερα ζευγάρια που περιμένουν, (άλλωστε «Πάντα περιμένει κάποιος πριν από εμάς») σε μία αίθουσα δημόσιου μαιευτηρίου, σε έναν χώρο αναμονής, ώστε να γεννήσουν τα παιδιά τους. Τα ζευγάρια ανά δύο, αναμένουν το περιβόητο «πράσινο φωτάκι που γράφει: Είσοδος», ώστε να εισέλθουν στον χώρο τοκετού. Στο μεταξύ συζητούν για τα παιδιά που θα φέρουν στον κόσμο, σε έναν μέλλον –ίσως πιο κοντινό απ' όσο νομίζουμε– όπου τα πάντα είναι προκαθορισμένα από τον Προγραμματισμό. Οι γονείς γνωρίζουν με κάθε λεπτομέρεια την πορεία ζωής του παιδιού τους, καθώς αυτή έχει γραφεί πριν καν ακόμα το ίδιο γεννηθεί.
Ωστόσο, στην πορεία του έργου συνειδητοποιούμε πως οι γονείς λένε αναμεταξύ τους ψέματα, καθώς όλα τα παιδιά, σύμφωνα με τον Προγραμματισμό, θα πεθάνουν πριν καν καλά καλά ενηλικιωθούν: στα δεκαέξι χρόνια και τρεις μήνες.
Ο Τριαρίδης λοιπόν, συνθέτει ένα –κατά κάποιο τρόπο– θέατρο μέσα στο θέατρο: ηθοποιοί που παίζουν τους υποψήφιους γονείς που «υποδύονται» τους γεννήτορες πετυχημένων τέκνων. Και όλα αυτά, στο πλαίσιο μίας μαύρης κωμωδίας, με έντονο το σχήμα της επανάληψης. Μια συνύπαρξη ανθρώπων που αναρωτιούνται αν γνωρίζονται από κάπου, χωρίς να συνειδητοποιούν πως είναι ο ίδιος άνθρωπος: ο καταδικασμένος από το σύστημα να υπομείνει ό,τι αυτό του έχει επιβάλει. Ανθρώπων που πάντα περιμένουν καρτερικά την εντολή της εισόδου σε έναν χώρο τοκετού από τον οποίο δεν τους βλέπουμε να εξέρχονται ποτέ.
Φυσικά, οι θεματικές του έργου είναι πολυάριθμες για να μπορέσουν να καταγραφούν σε ένα ολιγοσέλιδο άρθρο. Οπότε παρακάτω θα επικεντρωθούμε στην ανάγνωση του Στέλιου Βραχνή και της ομάδας του.
Το Μαιευτήριο του Στέλιου Βραχνή
«Το κουφάρι της Ευρώπης ζέχνει τόσο που ακόμα και ο πιο ηλίθιος πείθεται πως ψοφάει. Πριν από εκατό χρόνια, μια σκύλα γέννησε ένα κουτάβι με αλλεργία στο ανθρώπινο αίμα. […] Οι άνθρωποι κατάφεραν να σκοτώσουν αυτό το κουτάβι και στον πανηγυρισμό τους πάνω αποφάσισαν να βιάσουν τη μάνα του. Ένας θηριώδης άντρας μάλιστα δοξάστηκε όσο κανείς άλλος επειδή μέσα στον αχαλίνωτο πανηγυρισμό του έχυσε όλο του το ανθρώπινο και ζωογόνο σπέρμα βαθιά μέσα στη σκύλα. Το σπέρμα του άντρα λειτούργησε ως εμβόλιο και τα κουτάβια της σκύλας δεν θα γεννιούνταν πια με αλλεργία στο ανθρώπινο αίμα. Τα κουτάβια μοιράστηκαν σε όλα τα κράτη της ηπείρου όσο αυτό το αρχαίο οπλοπωλείο μετατρεπόταν σε μαιευτήριο.»
Κωνσταντίνος Αβράμης, Αίμα λιμνάζει στον κόλπο μας, από το πρόγραμμα της παράστασης
Πυκνή και προσεγμένη η ανάγνωση της ομάδας Πρόταση, τόσο που με λύπη συνειδητοποιώ πως δεν θυμάμαι να σας παραθέσω τα πάντα με λεπτομέρεια – γιατί στο θέατρο όσες φορές και να δεις μία παράσταση πάντα κάτι θα σου ξεφεύγει. Έτσι, θα αρκεστείτε σε όσα κατάφερα να συλλέξω.
Σκηνή με οκτώ μαύρες καρέκλες και ένα τετράγωνο με άσπρη ταινία να οριοθετεί τον χώρο δράσης και –ίσως– απόδρασης. Ένα πλαίσιο αποστειρωμένο, μέσα σε ένα σύμπαν, σε μία Ευρώπη, σε έναν κόσμο, που έχει καταστραφεί από τον πόλεμο. Μπαίνοντας στον χώρο της παράστασης η δράση έχει ήδη ξεκινήσει – σαν να διακόπτεις για λίγο με την άφιξη σου μία λούπα, που αν δεν υπήρχε η υπόκλιση στο τέλος ίσως συνεχιζόταν αέναα. Στο πίσω μέρος της σκηνής μία γυναίκα έτοιμη να γεννήσει, λουσμένη με ένα πράσινο φως –το φως του πολέμου– μόνη, όρθια, με την σπαρακτική φωνή της να σε εγκλωβίζει μέσα στον πόνο της.
Οι υπόλοιποι ηθοποιοί, αρχίζουν με χορογραφημένες κινήσεις να κινούνται πάνω στη γραμμή που ορίζει τον χώρο του μαιευτηρίου: ακροβάτες του παρόντος χρόνου της παράστασης και του δυστοπικού μέλλοντος που θα παρουσιάσουν.
Κάθονται και οι οκτώ στις καρέκλες μέσα στο πλαίσιο και όσο βρίσκονται εκεί υιοθετούν μία συγκεκριμένη συμπεριφορική φόρμα: έντονη εκφορά λόγου, που συνειδητά ξεφεύγει από τα όρια του ρεαλισμού, σταθερός ρυθμός, κατευνασμός του προσωπικού στοιχείου και επικέντρωση στο συλλογικό υποκριτικό μοτίβο. Όλοι τους είναι ντυμένοι στα μαύρα, πενθώντας υποσυνείδητα τα παιδιά τους πριν καλά καλά ακόμα γεννηθούν και αρχίζουν το παιχνίδι ρόλων που έχουν επιλέξει συντροφεύοντας ο ένας την αγωνία του άλλου για τα πλάσματα που θα φέρουν στον κόσμο.
Ο Βραχνής έχει δημιουργήσει μία συνθήκη όπου η αναμενόμενη αγωνία (ή/και αγονία) του πρόωρου θανάτου εμφανίζεται από αρκετά νωρίς. Σπάει ανά στιγμές το συλλογικό υποκριτικό μοτίβο, με αμήχανα βλέμματα ανάμεσα στα ζευγάρια – κάτι γνωρίζουν που δεν θα ειπωθεί, με χτυπήματα των παπουτσιών στο έδαφος, τάσεις φυγής από το οριοθετημένο, αποστειρωμένο πλαίσιο κτλ. Εξαρχής γνωρίζουμε πως κάτι συμβαίνει, χωρίς να μας αποκαλύπτει ακόμα κανείς το τι είναι αυτό. Επίσης, κάποιες ατάκες του έργου γίνονται χορωδιακές και λέγονται από όλους. Όλα δείχνουν μία μεταβολή από το εγώ στο εμείς, από το ατομικό στο συλλογικό, ώστε να καταλήξουν στο τέλος όλοι οι ήρωες να είναι ένα καθολικό Σώμα: που πενθεί, σιωπά και υπομένει την μοίρα του. Ο κύκλος τελειώνει με τον ίδιο τρόπο που άρχισε. Η γυναίκα στο πίσω μέρος της σκηνής που γεννά ένα παιδί καταδικασμένο να πεθάνει –αν και όλοι από τη πρώτη μας πνοή είμαστε καταδικασμένοι στον θάνατο– αφήνοντας πίσω το τραύμα ενός κόσμου φυλακισμένου – χωρίς ίσως να καταφέρνει να ξεφύγει από αυτόν. Και κάπου εκεί εσύ μένεις με έναν κόμπο στο στομάχι για αυτό που μόλις είδες, συνειδητοποίησες, σκέφτηκες.
Τόσα και τόσα ακόμα που θα μπορούσαν να ειπωθούν για αυτό το καλλιτεχνικό εγχείρημα! Μία προσπάθεια φροντισμένη και αξιόλογη σε κάθε επίπεδο. Γιατί ίσως πιο δύσκολο από το να σκηνοθετείς μία παράσταση είναι το να σκηνοθετείς μία παράσταση χωρίς ουσιαστικό τέλος, χωρίς να χαθείς μέσα στην (αν-)ασφάλεια της επανάληψης, χωρίς να γίνεις ένα υποχείριο της λήθης που αυτή μπορεί να προκαλέσει.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Στέλιος Βραχνής
Δραματουργική επεξεργασία: Κωνσταντίνος Αβράμης
Μουσική σύνθεση: Γιάγκος Μπαμίχας
Σκηνικά: Θεοφύλακτος Σταυρίδης, Στέλιος Βραχνής
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Παπαδοπούλου
Οπτικοακουστικό υλικό: Ανδρέας Νεοκλέους
Φωτογραφία: Απόστολος Λινάρδος
Δημιουργικό υλικό: Ανδρέας Νεοκλέους
Επικοινωνία: Εταιρεία Θεάτρου Πρόταση
Διεύθυνση παραγωγής: Χαρά Σβάνου
Οργάνωση παραγωγής: Κατερίνα Κασελίμη
Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Πρόταση
Ερμηνεύουν: Δημήτρης Αϊναλής, Βασίλης Βασιλείου, Γιάννης Καίδας, Κατερίνα Κασελίμη, Χαρά Σβάνου, Παύλος Τάνης, Κατερίνα Φωτιάδου, Αγγελική Χατζηβασιλειάδου