Με τον συγγραφέα Χαράλαμπο Γιολδάση, του βιβλίου Μαντζικέρτ 1071: Μέσα από τη σκηνή του αυτοκράτορα, γνωριστήκαμε στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης το 2024 (όντες και οι δυο μας συγγραφείς στον ίδιο εκδοτικό) και μέχρι τον Μάιο του 2025 που βρεθήκαμε ξανά στη ΔΕΒΘ, θα 'λεγε κάνεις ότι ωρίμασε στο μυαλό μου η ιδέα μιας συνέντευξης μαζί του επειδή έχω μελετήσει και εγώ εκτενώς –και μάλιστα μετά μανίας(!)– την βυζαντινή ιστορία. Και ναι μεν μπορεί να ασχολούμαστε με την συγγραφή, επειδή όμως, πρωτίστως, είμαστε όλοι αναγνώστες, τι κάνει ένας αναγνώστης μόλις πιάσει ένα βιβλίο στα χέρια του; Κατ' αρχάς, για να συμβεί αυτό, για να το πιάσει δηλαδή στα χέρια του, θα πρέπει να τον τραβήξει το εξώφυλλο και αφού αυτό συμβεί, η δεύτερη κίνηση είναι να διαβάσει το οπισθόφυλλό του. Έτσι δεν είναι; Αυτό δεν κάνετε όλοι σας; Αυτό έκανα κι εγώ όταν είδα το βιβλίο του Μπάμπη Γιολδάση στα γραφεία του εκδοτικού και έτσι ήρθαν αμέσως στο μυαλό μου οι πρώτες ερωτήσεις που οδήγησαν σε αυτή τη συνέντευξη μαζί του. Γράφει λοιπόν στο οπισθόφυλλο ο Μπάμπης:
Η γιαγιά μου η Σμυρνιά
Τα διηγήματα αυτά είναι σαν τα κεφάλαια από ένα μυθιστόρημα-μαρτυρία. Τα διηγήματα είναι ο τρόπος που γαλουχήθηκε ο Σταύρος Παπαδόπουλος από την μητέρα της μητέρας του και ο δικός του τρόπος να μας παρουσιάσει τις εξιστορήσεις της γιαγιάς του από την Μικρά Ασία, μιας Σμυρνιάς, όπως αποκαλούσαν τις πρόσφυγες από την Σμύρνη το 1922.
Πορφύρωμα ζωής
Γιώργου Αλεξανδρή
με μιαν ανελέητη ευκολία και σειρά
και στένευαν οι αλλότριες κι ασύμμετρες εποχές
σε μια άκληρη, απρόσωπη εφημερία
κι έναν ανώριμο και μακάριο εφησυχασμό,
λιγόστευαν τα όνειρα και οι προσδοκίες,
μίκραιναν οι ελπίδες και οι αναμονές
κι οι μέρες ασύνταχτες και δίχως τελειωμό,
δυσοίωνες γλιστρούσαν στη δυσθυμία και την ενοχή.
Της αγγελοκαμωμένης
Ευαγγελίας Αλιβιζάτου
Να ακροβατήσω ώστε να κερδίσω.
Τα αστέρια στέκονται αρωγοί μου.
Έχουν σκοπό να στήσουν πανηγύρι για την νίκη μου. Πνίγομαι από τον φόβο.
Παντού κενό, και το ύψος με τρομάζει.
Ψέμα στοιχειώνει το ουράνιο τόξο.
Στέκομαι άβουλη να αγγίξω το σκοινί.
Το μυαλό μου παροπλισμένο, έρμαιο του φόβου.
Κολλημένος ο ιδρώτας στο μέτωπό μου, με τον αέρα να με χαστουκίζει, προσπαθώντας να με κρατήσει δυνατή.
Το όραμα
Μαρίας Καρυτινού
Τα Ψηλά δέντρα ήταν βουτηγμένα ανάμεσα σε μια βουνοκορφή και δυο πλαγιές που τα αγκάλιαζαν βουβά εδώ και πολλούς αιώνες. Μαγεία και μυστικά κρύβονταν στα σπίτια του χωριού, αφού οι άνθρωποι εδώ δεν γερνούσαν σαν τους άλλους, ούτε η ζωή τους έσβηνε με την ηλικία τους. Λίγες γιορτές συντρόφευαν τους κατοίκους στα Ψηλά δέντρα και η παρουσία των βάρδων με τους μπαλωμένους χιτώνες και τα χιλιοπατημένα παπούτσια τους ήταν σπάνια στο χωριό τους.
Η Άννα ζούσε εκεί από τότε που θυμόταν τον εαυτό της. Ήταν το κορίτσι με την άσπρη πλεξούδα, κληρονομιά της μάνας της όπως και η τέχνη τού να φτιάχνει γιατρικά. Η ζωή της αργοσάλευε ανάμεσα στη σοφία και τη μαγεία. Δύο γερασμένες ιτιές λύγιζαν πάνω από το πλίνθινο σπίτι της, χτισμένο στα ριζά της βουνοκορφής.
Ικέτιδες του Αισχύλου
Ο Ιούνιος έφτανε στο τέλος του κι εγώ κατευθυνόμουν προς το Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης για μια από τις τελευταίες παραστάσεις του καλοκαιριού σε κλειστό χώρο: τις Ικέτιδες του Αισχύλου από το Εργαστήρι Θεάτρου Thespians!
Ένας από τους λόγους που με έκαναν να το παρακολουθήσω, αφορούσε τους συντελεστές του: την σκηνοθεσία ανέλαβε η Βαρβάρα Δουμανίδου, ο Δημήτρης Βασιλειάδης ήταν υπεύθυνος για την κίνηση των ηθοποιών και τα κοστούμια επιμελήθηκε το Θέατρο του Άλλοτε. Η διανομή των ρόλων είχε ως εξής: τις Δαναΐδες υποδύθηκαν η Νατάσα Αγγελοπούλου, η Έλενα Αρβανιτίδου, η Έλενα Ζαμζαρά, η Κατερίνα Λαγοπούλου, η Ευδοκία Παυλίδου, η Φανή Πλάκα και η Εύα Σύρπα. Τον Δαναό, ο Τηλέμαχος Λιάτσιος και τον Πελασγό, ο Γιώργος Καλπακίδης. Ακόμα μία αφορμή, για την παρουσία μου εκεί, ήταν πως τα έσοδα διατέθηκαν για την αγορά περιοδικών δρόμου Σχεδία. 1000 μπράβο για την πρωτοβουλία!
Ευαισθησία
Νεφέλης Πηγή
ευαισθησία, ομορφιά και ικανότητα
τους κοιτάζω και γελώ, τους ρωτάω, είναι κάποιοι άνθρωποι ευαίσθητοι.
Βουλιάζω, κατρακυλώ μέσα στη θλίψη της δικής μου ζωής
ποιος σου είπε ότι λατρεύω το εγώ μου
ποιος σου είπε ότι δεν βλέπω στον κόσμο την σαπίλα.